“Επιστροφή στο Λίκνο” του Ιωσήφ Μανίκη

“Επιστροφή στο Λίκνο” του Ιωσήφ Μανίκη

2060 μ.Χ.
Ενώ η Αργώ ετοιμάζεται για την προσεδάφισή της, οι τέσσερες σύγχρονοι αργοναύτες στέκουν αμίλητοι κάνοντας παρέα στα άστρα. Η σκέψη τους ταξιδεύει σε ό,τι άφησαν πίσω στη Γη και η αγωνία τους σε ό,τι θα βρουν μπροστά τους, εβδομήντα χρόνια μετά την αφετηρία του χωροχρονικού τους ταξιδιού στον Γαλαξία. Πρωτοπόροι του ανθρωπίνου είδους, με το παρελθόν τους χαμένο ανεπιστρεπτί αλλά προσβλέποντας σε ένα καλύτερο μέλλον, μεγαλύτεροι μόνο κατά δέκα χρόνια, χάρη στη βοήθεια της σχετικότητας και της βαθιάς νάρκωσης, επιστρέφουν στον πλανήτη τους. Έναν πλανήτη για τον οποίον γνωρίζουν ελάχιστα πράγματα, πλέον. Ένα ταξίδι από το άγνωστο, στο άγνωστο. Μια ανακάλυψη ενός θαυμαστού νέου κόσμου, με την υποψία της επιβίωσης του παλαιού. Μια περιπέτεια -επιστημονικής φαντασίας με έντονους πολιτικούς και φιλοσοφικούς προβληματισμούς, που μας καθιστά συνταξιδιώτες τεσσάρων ανθρώπων, στην αγωνιώδη προσπάθειά τους να επιβιώσουν στο ίδιο το αφιλόξενο και βίαιο Λίκνο τους.

Είναι αλήθεια πως το τελευταίο διάστημα διαπιστώνεται μια ελπιδοφόρα άνθηση στον χώρο του ελληνικού φανταστικού όσον αφορά το αγαπημένο είδος πολλών αναγνωστών, αυτό της Επιστημονικής Φαντασίας. Λέγοντας άνθηση δεν αναφέρομαι απαραίτητα σε ποσότητα, μα πρωτίστως σε ποιότητα. Σε αντίθεση με άλλα δημοφιλέστερα είδη φαντασίας, που οι προτάσεις έρχονται κατά δεκάδες κάθε έτος, θα έλεγα πως στο είδος της Ε.Φ. έχουμε μια ομαλή ροή λίγων τίτλων που στο σύνολό τους κρατούν ένα υψηλό επίπεδο και ικανοποιούν τον αναγνώστη. Ανατρέχοντας σε έργα Ελλήνων συγγραφέων που φιλοξενήθηκαν στον ιστότοπο της Λέσχης τους τελευταίους μήνες, έρχονται στον νου διαμαντάκια όπως η Μετοίκηση των Στέλιου Μαρμελούδη, το Όνομα Χρήστη: οι Λαοί της Θάλασσας & τα Μηνύματα από τα Ηλύσια Πεδία του Νίκου Φερεντίνου, ο Πρώτος Παράγοντας του Κων/νου Εμμανουήλ, το Soft Earth του Σωτήρη Κατσιμίχα, το Μυστικό του Πλανήτη 175-Β του Χρήστου Αζαριάδη, και Tο Χέρι του Θεού του Βασίλη Κυριλλίδη, μεταξύ άλλων.

Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός πως από τη στιγμή που ακόμα ένα έργο Ε.Φ. έκανε την εμφάνισή του στον χώρο, τράβηξε αμέσως το ενδιαφέρον μου. Η Επιστροφή στο Λίκνο του Ιωσήφ Μανίκη από τις Εκδόσεις Πηγή είναι βιβλίο που μόλις το είδα ένιωσα ιδιαίτερη επιθυμία να το διαβάσω. Το σοβαρό προφίλ του συγγραφέα, το στιβαρό και καλοστημένο κείμενο του οπισθόφυλλου, σε συνδυασμό με το όμορφο εξώφυλλο και την ενδιαφέρουσα πλοκή με έκανε να αντιμετωπίσω θετικά το ενδεχόμενο αγοράς του. Οι εξελίξεις με πρόλαβαν -θα επανέλθω επ’ αυτού σε λίγο-, όμως θυμάμαι καθαρά να τσεκάρω το μυθιστόρημα την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του και να σκέφτομαι πως χρειαζόμαστε περισσότερους πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς σαν τον κ. Μανίκη, προκειμένου ο χώρος του φανταστικού να προοδεύσει στη χώρα μας.

Η κεντρική πλοκή του Λίκνου είναι αρκετά ευρηματική και εξάπτει τη φαντασία. Τέσσερις αστροναύτες (ο Τζακ, η Μάγια, ο Ράινερ και η Γκονγκ), αντιπρόσωποι του ανθρώπινου είδους, πλέουν προς τα άστρα. Στόχος η εξερεύνηση της Λητούς, ενός πλανήτη σαν τον δικό μας, που δύναται να φιλοξενεί ζωή σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, που βρίσκεται στο αστρικό σύστημα του Ταυ Κήτους, 11,9 έτη φωτός μακριά από τη Γη. Το αστρόπλοιο Αργώ διασχίζει το κενό με ταχύτητα 93% της ταχύτητας του φωτός και χρειάζεται 25 χρόνια για να ολοκληρώσει το ταξίδι. Λόγω της Σχετικότητας (ο χρόνος κυλάει πιο αργά για όσους ταξιδεύουν σε ταχύτητες παραπλήσιας αυτής του φωτός) οι Αργοναύτες επιστρέφουν στη Γη έπειτα από ένα διάστημα απουσίας 70 ετών, ενώ οι ίδιοι, καθώς βρισκόντουσαν επί μακρός σε συνθήκες βαθιάς νάρκωσης, έχουν γεράσει μόνο δέκα χρόνια (από τα 25 χρόνια που ξόδεψε η Αργώ). Βιώνουν το περίφημο παράδοξο των διδύμων (αν θέλετε κάποια λογοτεχνική αναφορά μπορείτε να ανατρέξετε στον Αιώνιο Πόλεμο του Τζο Χάλντμαν ή εναλλακτικά δείτε στην τηλεόραση  τον Πλανήτη των Πιθήκων και το Interstellar για μια πιο δραματική προσέγγιση). 

Εξαιτίας μιας αλληλουχίας γεγονότων που προηγήθηκε της διαστρικής αποστολής, οι κοσμοναύτες δεν επιστρέφουν σε μια Γη που έχει πληγεί από φυσικές καταστροφές. Δεν αντικρίζουν μια δυστοπία, ούτε κάποια ουτοπία. Οι ήρωες του έργου επιστρέφουν σε μια ευτοπία. Σε μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται ευνοϊκή για την ανθρωπότητα. Αυτή είναι, ομολογουμένως, μια ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη προσέγγιση. Προσδίδει ενδιαφέρον σε ένα αγαπημένο θέμα και στρώνει το έδαφος για την ανάπτυξη κάποιων βαθυστόχαστων πολιτικών & φιλοσοφικών προβληματισμών, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη δύναμη των ιδεών μέσω της οικουμενικότητας.

Όλα τα ανωτέρω είχα την ευκαιρία να τα διαπιστώσω διαβάζοντας το βιβλίο, όμως η αλήθεια είναι πως είχα αρχίσει να υποψιάζομαι την αξία του έργου από νωρίτερα, λίγους μήνες πριν η Επιστροφή στο Λίκνο προστεθεί στα υπό ανάγνωση βιβλία της βιβλιοθήκης μου.

Στον δρόμο για το Fantasy Festival 2022, η τύχη τα έφερε έτσι ώστε με τον κ. Μανίκη να μοιραστούμε το ίδιο ταξί. Αν και αρχικά δεν αντιλήφθηκα ποιος ήταν, η γνωριμία μαζί του με έκανε να εκτιμήσω περισσότερο το έργο του. Προσηνής, ευδιάθετος, κάτοχος πολλών γνώσεων, άνθρωπος διαβασμένος και με θετική σκέψη, με κέρδισε ως χαρακτήρας αλλά και ως προσωπικότητα. Χάρηκα γι’ αυτή τη γνωριμία και θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που ανταλλάξαμε βιβλία και απόψεις. Η τελική εμπειρία με το σύγγραμμά του επιβεβαίωσε την αρχική μου εκτίμηση, η Επιστροφή στο Λίκνο είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσει κανείς. Αρχικά, θέλω να αποσαφηνίσω κάτι που θεωρώ σημαντικό: η Επιστροφή στο Λίκνο είναι ένα μοντέρνο μυθιστόρημα Ε.Φ. με όμορφη γραφή που κλείνει το μάτι στους παλιούς κλασικούς δημιουργούς. Συγκεκριμένα, μου θύμισε έντονα το Foundation του Asimov. Όπως στο Θεμέλιο δίνεται έμφαση στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο και οι χαρακτήρες βρίσκονται πίσω από το προσκήνιο, έτσι κι εδώ, ο αληθινός πρωταγωνιστής του βιβλίου είναι η ευτοπία, ο κόσμος έτσι όπως τον οραματίστηκε ο συγγραφέας. Οι χαρακτήρες αποτελούν το όχημα μέσω του οποίου βιώνεται αυτό το ταξίδι, ωστόσο οι ανάγκες τους περνάνε σε δεύτερη μοίρα.

Το βιβλίο θέλει κάτι να πει. Βρίθει ιδεών. Επικοινωνεί βαθύτερα νοήματα, προτείνει, τολμά να στηλιτεύσει, να καταδείξει τα κακώς κείμενα. Ο όρος μυθιστόρημα πολιτικής φαντασίας που συναντάμε στο εξώφυλλο δεν είναι τυχαίος. Είναι ακριβής ως προς το περιεχόμενο του βιβλίου. Ουσιαστικά η ιστορία είναι ένα δριμύ κατηγορώ απέναντι στο σύστημα, στις ευθύνες που μοιράζονται οι ισχυρότεροι της Γης. Οι DRAC (Deutschland, Russia, America, China) οδηγούν την ανθρωπότητα στο τέλμα. Ωστόσο, το βιβλίο δεν εμμένει στον αρνητισμό. Σ’ αυτό το σημείο έρχεται ο συγγραφέας και με όχημα τη φαντασία του, τις ιδέες του, και τις τομές που προτείνει για τις δομές της κοινωνίας δηλώνει με κομψό και διακριτικό τρόπο πως, κι όμως, σε πείσμα των καιρών, υπάρχει εναλλακτική για την ανθρωπότητα. Εχθρός των λαών είναι το ίδιο το σύστημα, έτσι όπως αυτό έχει διαμορφωθεί από τους έχοντες και τους ολιγάρχες. Όμως. κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει μια ιδέα που έχει έρθει η ώρα της, όπως διατείνεται ο αφηγητής σε ανύποπτη στιγμή μέσα στο βιβλίο.

Ο Ιωσήφ Μανίκης αναδεικνύει την έννοια της αλλαγής, την αξία της πίστης για ένα καλύτερο αύριο. Αναγνωρίζει τη δύναμη ενός κινήματος με πανανθρώπινα χαρακτηριστικά και οραματίζεται έναν κόσμο διαμορφωμένο από τα ιδανικά του διαφωτισμού. Επενδύει, με λίγα λόγια, στην αισιοδοξία. Ο κόσμος μπορεί να αλλάξει, είναι στο χέρι μας να τον αλλάξουμε, μην το ξεχνάει κανείς αυτό, αυτό είναι ουσιαστικά το πνεύμα του βιβλίου.

Δεν συνάντησα νοηματικά κενά ή άλματα λογικής κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης. Συνάντησα ωστόσο γρήγορο ρυθμό αφήγησης, που ίσως ξενίσει ορισμένους που προτιμούν τα μοντέρνα έργα Επιστημονικής Φαντασίας. Υπάρχει διάχυτη μια ανάγκη να γίνει η γνωριμία με τον κόσμο, έτσι όπως αυτός έχει διαμορφωθεί από τη σκέψη του συγγραφέα. Όμως, η προσέγγιση μιας διήγησης γίνεται διαφορετικά σήμερα, απ’ ό,τι γινόταν παλιότερα. Οι ιδέες της κοσμοπλασίας δίνονται πλαγίως, σταδιακά, και με αργό ρυθμό, αφού πρώτα αναδειχθούν οι ανάγκες και οι προσωπικές στιγμές των χαρακτήρων. Τρανταχτά παραδείγματα είναι έργα όπως τα O Λεβιάθαν ξυπνά, ο Αναρχικός των δύο κόσμων, ο Αιώνιος Πόλεμος, τα βιβλία του Ted Chiang. Ο σκελετός της κοσμοπλασίας και οι ιδέες παρουσιάζονται εμπειρικά, μέσω μιας ομαλής αφηγηματικής ροής. Στο Λίκνο συμβαίνει το αντίθετο, οι -συμπαθείς- χαρακτήρες γίνονται μάρτυρες αλλαγών, όμως οι ζωές τους ωχριούν μπροστά στο μέγεθος του άγνωστου κόσμου που καλούνται να αποκαλέσουν σπίτι τους ξανά.

Για να εξηγήσω τι εννοώ, θα αναφερθώ εκ νέου στο Interstellar, που παραμένει μια από τις αγαπημένες μου ταινίες. Μια από τις δυνατότερες σκηνές του αριστουργήματος του Νόλαν, κατά τη γνώμη μου, είναι η σκηνή του αποχωρισμού του πρωταγωνιστή με την κόρη του, ενόσω γνωρίζουν και οι δυο πως ενδεχομένως δεν θα ξαναϊδωθούν ποτέ. Στο Λίκνο υπάρχει παρόμοια σκηνή με δυο αδερφές, όμως δεν τη βλέπουμε ποτέ. Απλώς αναφέρεται ως γεγονός. Ακόμα και όταν οι Αργοναύτες επιστρέφουν από το ταξίδι, δεν τους δίνεται άμεσα χρόνος να επανασυνδεθούν με τις οικογένειές τους (και τους απογόνους τους), έπειτα από ένα διάστημα απουσίας 70 ετών. Αντί αυτού, οι αρμόδιοι συστήνουν στους κοσμοναύτες τον νέο κόσμο μέσα από νέα ταξίδια. Προσωπικά, αυτή η προσέγγιση δεν με ενόχλησε, κατανοώ πως ο συγγραφέας βάδισε στα χνάρια μεγάλων δημιουργών του είδους όπως ο Isaac Asimov. Αναγνωρίζω πως παθιάστηκε πρωτίστως με τον κόσμο που οραματίστηκε και τις αξίες που αυτός πρεσβεύει. Η ιδέα είναι μεγαλύτερη απ’ αυτόν που την εκφράζει, μπορεί να ισχυριστεί κανείς. Μολαταύτα, δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ στο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του έργου διότι είναι κάτι που εκφράζει το DNA του βιβλίου.

Συμπερασματικά, λοιπόν, η Επιστροφή στο Λίκνο, το λογοτεχνικό ντεμπούτο του Ιωσήφ Μανίκη, είναι ένα ανάγνωσμα που προτείνω να διαβάσετε, ειδικά αν είστε λάτρεις της κλασικής Επιστημονικής Φαντασίας. Είναι ένα βαθυστόχαστο δημιούργημα, ένα μυθιστόρημα ύμνος για την αλλαγή της ανθρωπότητας σε κοινωνικοπολιτικό, και ευρύτερα θεσμικό-οικονομικό πλαίσιο. Προσωπικά, έμεινα απόλυτα ικανοποιημένος μαζί του. Είμαι βέβαιος πως αν του δώσετε την ευκαιρία θα συμφωνήσετε κι εσείς μαζί μου πως το ελληνικό φανταστικό χρειάζεται κι άλλους συγγραφείς σαν τον Ιωσήφ Μανίκη, προκειμένου να λάβει την αναγνώριση που του αξίζει.