“Ο Άγνωστος Ασθενής”, ένα συλλογικό project του Μάριου Δημητριάδη
Θεσσαλονίκη, 1978.
Λίγες μέρες πριν τον μεγάλο σεισμό, ένας ασθενής εισάγεται εσπευσμένα στο νοσοκομείο Ήλιος. Βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση και κανείς δε γνωρίζει ποιος είναι. Ο διοικητής του νοσοκομείου τον αναλαμβάνει προσωπικά, αλλά από κείνη τη στιγμή εξαφανίζεται. Και τότε όλα αλλάζουν. Κάθε μέρα, μετά τη δύση του ηλίου, αρχίζουν να συμβαίνουν παράξενα και παραφυσικά γεγονότα. Δέκα πρόσωπα βιώνουν ξεχωριστά αυτήν την εισβολή και προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στα νέα δεδομένα. Τι συμβαίνει πραγματικά στο νοσοκομείο μετά τον ερχομό του άγνωστου ασθενή;
Ένα συλλογικό έργο που αποτελείται από τις ιστορίες εννέα συγγραφέων.
Συμμετέχουν με σειρά εμφάνισης: Βασίλης Γιαννάκης, Κατερίνα Θεοδώρου, Άρης Δεληγιαννίδης, Γιώργος Δάμτσιος, Χρήστος Κεσκίνης, Άννα Σπανογιώργου, Γιώργος Γιώτσας, Βαγγέλης Ιωσηφίδης, Μάριος Δημητριάδης.
Όταν κυκλοφόρησε το συγκεκριμένο βιβλίο ήμουν πολύ περίεργη, μιας και δεν έχω διαβάσει ποτέ κάτι παρόμοιο. Όπως το λέει και η περιγραφή, δεν πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων, αλλά για ένα ενιαίο βιβλίο, με σπονδυλωτές ιστορίες, γραμμένες η κάθε μία από διαφορετικό συγγραφέα, με τέτοιον τρόπο που στο τέλος όλες ενώνονται σε ένα ανατρεπτικό φινάλε.
Κοινός παρονομαστής ένας ασθενής, χωρίς στοιχεία, ο οποίος διακομίζεται στο νοσοκομείο “Ηλιος” της Θεσσαλονικής, μία εβδομάδα πριν τον μεγάλο σεισμό. Ο άγνωστος ασθενής κλειδώνεται σε ένα δωμάτιο, υπό την εποπτεία του διευθυντή του νοσοκομείου, με τη μυστικότητα αυτή να προκαλεί την περιέργεια του προσωπικού και νοσηλευόμενων, οι οποίοι αποτελούν τους ήρωες των σπονδυλωτών ιστοριών. Η άφιξη του άγνωστου ασθενή σηματοδοτεί παράξενα φαινόμενα, που τα βλέπουμε μέσα από την οπτική διαφορετικών χαρακτήρων. Κάθε συγγραφέας έχει αναλάβει να μας μεταφέρει την ιστορία ενός ήρωα, τη ζωή του, τις δικές του αντιδράσεις σε όλα τα παράξενα γεγονότα που διαδραματίζονται μετά την έλευση του άγνωστου ασθενή, τους φόβους και τις σκέψεις του. Η γραφή των διηγημάτων διαφέρει αρκετά, άλλοτε γρήγορη και άλλοτε πιο αργή, άλλοτε επικεντρωμένη στα γεγονότα και άλλοτε στον ήρωα, άλλοτε με έμφαση στις περιγραφές και άλλοτε στα συναισθήματα.
Πριν ξεκινήσω να διαβάζω το βιβλίο, αναρωτιόμουν πως θα κατάφερναν εννιά διαφορετικοί συγγραφείς να ενώσουν τις δυνάμεις τους σε ένα ενιαίο εγχείρημα, με τέτοιον τρόπο που να συγκλίνει η μορφή, ο λόγος, οι περιγραφές και γενικότερα η γραφή. Πίστευα πως η αποτυχία της ομαλής σύγκλισης, ιδιαίτερα στη γραφή, θα αποτελούσε ένα ψεγάδι προς τη συνολική εικόνα του βιβλίου, μα τελικά διαψεύστηκα! Διαπίστωσα, με μεγάλη χαρά, πως αυτή η πινελιά κάνει αυτό το ανάγνωσμα τόσο ιδιαίτερο. Η διαφορά στη γραφή και το ύφος, σε συνδυασμό πως κάθε διήγημα εκπροσωπεί και έναν διαφορετικό χαρακτήρα, με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο ωραία είναι βιώνουμε ως αναγνώστες τη διαφορετικότητα κάθε προσωπικότητας. Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετικό παρελθόν, διαφορετικά βιώματα, αντιλήψεις, φόβους, επιθυμίες, στόχους και όνειρα. Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετική λογική αντίληψη του κόσμου και διαφορετικό τρόπο σκέψης.
Ο Μάριος Δημητριάδης ενορχηστρώνει με αριστοτεχνία αυτή τη διαφορετικότητα και μετατρέπει το συγκεκριμένο συγγραφικό εγχείρημα σε κάτι πρωτοποριακό. Θεωρώ, λοιπόν, πως αυτό που πίστευα πως θα λειτουργούσε ως μειονέκτημα, χρησιμοποιήθηκε με τέτοιον τρόπο που μετατράπηκε σε ένα από τα μεγαλύτερα προτερήματα του βιβλίου.
Φυσικά, κάθε συγγραφέας έδωσε τον καλύτερό του εαυτό, μεταφέροντας μας στην καρδιά των ηρώων, με ιστορίες που έμειναν βαθιά χαραγμένες μέσα μου. Κάποια διηγήματα είναι πιο σκοτεινά, κάποια άλλα τείνουν να αναδείξουν περισσότερο κοινωνικά ζητήματα, που παρά τον χρόνο που αναφέρεται το βιβλίο (η ιστορία μας ξεκινά στη Θεσσαλονική του 1978), συνεχίζουν και ταλανίζουν την καθημερινότητά μας, όπως είναι η κατάθλιψη, η βία κατά των γυναικών και η παραμέληση. Βέβαια, ο χρόνος παίζει και αυτός ένα ιδιαίτερο ρόλο στο βιβλίο. Έτσι, το ότι στα διηγήματα γίνονται αναφορές σε διαχρονικά κοινωνικά ζητήματα, σε συνδυασμό με το ότι ο χρόνος είναι ρευστός, όπως λέει και ένας ήρωας (δεν κάνω σπόιλερ, μην ανησυχείτε), έχει, για μένα τουλάχιστον, ένα κρυφό μήνυμα. Ένα μήνυμα που θα πρέπει, όχι μόνο ως αναγνώστες, αλλά κυρίως ως πολίτες, να το επεξεργαστούμε.
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μια ιστορία ως αγαπημένη μου. Μου άρεσαν σχεδόν όλες στο σύνολό τους, αν και η ιστορία του ταχυδρόμου είχε μια μεγαλύτερη επίδραση μέσα μου, μιας και μπόρεσε να μου περάσει δεκάδες συναισθήματα μέσα σε ελάχιστες σελίδες. Έπειτα, μου έκανε μεγάλη εντύπωση πως ένας χαρακτήρας του βιβλίου είναι μια μαύρη γάτα, που κυκλοφορεί στο νοσοκομείο. Το βρήκα ιδιαίτερο και ως μια ποιητική πινελιά στο όλο εγχείρημα, μιας και συμμετέχουν εννέα συγγραφείς (στις περισσότερες χώρες θεωρείται πως η γάτα έχει εννιά ζωές).
Στο τέλος, προσπαθούσα να σκεφτώ αν υπήρχε κάτι μέσα στο βιβλίο που θα με έκανε να το θεωρήσω ως αρνητικό. Η αλήθεια είναι πως υπήρχε μια γυναίκα που μου φάνηκε πως δεν αντιδρούσε όπως θα περίμενε κανείς σύμφωνα με τα ήθη εκείνης της εποχής, αλλά στο τέλος ακόμα και αυτό ήταν ρευστό (δυστυχώς, δεν μπορώ να πω κάτι παραπάνω για να μην κάνω σπόιλερ). Έτσι, ακόμα και λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αρνητικά, έχουν δουλευτεί με τέτοιον τρόπο, που μετέτρεψαν το συγκεκριμένο βιβλίο σε ένα πρωτοποριακό συγγραφικό εγχείρημα.
Ο άγνωστος ασθενής βρίσκεται παντού δίπλα μας. Σε καθέναν από εμάς έχει διαφορετική επίδραση. Μας μολύνει με διαφορετικό τρόπο. Προσπαθεί να μας αλλάξει, να μας μεταμορφώσει και να μας παρασύρει στα δικά του μονοπάτια. Θα μπορούσε να είναι ο διπλανός μας, ο γνωστός μας, ακόμα και εμείς οι ίδιοι.
Αν δεν το έχετε διαβάσει, τότε προτείνω ανεπιφύλακτα να το κάνετε!