Συνέντευξη με τον Μανώλη Παλαβούζη για το βιβλίο του “Το Τραγούδι των Σκλάβων”

Συνέντευξη με τον Μανώλη Παλαβούζη για το βιβλίο του “Το Τραγούδι των Σκλάβων”

Τον Μανώλη τον γνώρισα μέσα από το πρώτο μέρος της διλογίας του Ο Tέταρτος Kαβαλάρης. Ακόμη θυμάμαι τον τρόπο, με τον οποίο με σημάδεψε αυτό το βιβλίο, με τρόμαξε και με έκανε να αισθάνομαι ότι είναι πάρα πολύ εύκολο να ξεσπάσει μία πανδημία στον πλανήτη. Όλα αυτά συνέβησαν πριν έρθει ο Covid στις ζωές μας. Ήταν πάρα πολλές φορές που ανακάλεσα σκηνές απ’ αυτό το βιβλίο του Μανώλη και το θεώρησα πραγματικά ανατριχιαστικό το πώς μπόρεσε να αποδώσει μία τέτοια κατάσταση, προτού καν συμβεί.

Έχοντας στο μυαλό μου αυτό το καλογραμμένο πρώτο δείγμα γραφής, το δεύτερο βιβλίο, που ακολούθησε, ήρθε να επιβεβαιώσει ότι πρόκειται για έναν συγγραφέα με φαντασία, με πολύ ωραία γραφή, που είναι εργατικός και κυρίως αγαπάει αυτό που κάνει. Από τότε, ο Μανώλης έχει εκδόσει άλλα τρία βιβλία και ήδη περιμένουμε το έκτο! Πρόκειται για έναν πολυγραφότατο συγγραφέα, που καταπιάνεται με διάφορα θέματα και δεν φοβάται να τολμήσει.

Έχουμε, λοιπόν, τη χαρά να τον φιλοξενούμε στη Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας Καρδίτσας, όπου μας μίλησε για το τελευταίο του βιβλίο Το Τραγούδι των Σκλάβων... και όχι μόνο! Μανώλη, σε καλωσορίζουμε στη Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας Καρδίτσας!
 

1. Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο σου, με τίτλο Το Τραγούδι των Σκλάβων, από τις Εκδόσεις Πηγή. Πες μας δυο λόγια για το πώς αισθάνθηκες μόλις ολοκλήρωσες τη συγγραφή του.

Καλώς σας βρίσκω, στην τόσο φιλόξενη παρέα σας. Σε ό,τι αφορά στην ερώτησή σου, είναι δεδομένο για έναν συγγραφέα, πως το πρώτο συναίσθημα που νιώθει με την ολοκλήρωση του έργου, είναι η ικανοποίηση. Ένα ακόμα ταξίδι ολοκληρώθηκε με επιτυχία. Θυμάμαι ακόμα τη στιγμή που ανακάθισα στην πολυθρόνα μου, έχοντας απέναντί μου την οθόνη του υπολογιστή μου και τις τελευταίες αράδες του επίλογου και μπορώ να πω με το χέρι στην καρδιά πως ένιωθα πλήρης κι ευτυχισμένος. Δεν μπορώ να το περιγράψω διαφορετικά. Αγαπώ για τους δικούς του λόγους κάθε βιβλίο που έχω γράψει έως τώρα, ωστόσο με το Το Τραγούδι των Σκλάβων ένιωσα βαθύτερα συναισθήματα, την ικανοποίηση σε όλο της το τεράστιο βάθος. Είναι (τουλάχιστον για την ώρα) το αγαπημένο μου βιβλίο (από τα δικά μου), συνδέθηκα περισσότερο από κάθε άλλη φορά με τον κεντρικό χαρακτήρα, επομένως (και με δεδομένο ότι κι εσύ είσαι συγγραφέας) αντιλαμβάνεσαι πλήρως αυτή τη μοναδικότητα.

2. Τι σε ενέπνευσε να γράψεις αυτήν την ιστορία; Μιλάς για τη σκλαβιά, και όλοι μας στο μυαλό την θεωρούμε αρκετά μακρινή, όμως πιστεύω ότι δεν είναι και τόσο. Ίσως όχι με την έννοια που περιγράφεις εσύ, αλλά την σημερινή εποχή είμαστε δέσμιοι άλλων πραγμάτων. Υπάρχει κάποια αλληγορική σημασία στην ιστορία σου;

Η σκλαβιά που περιγράφεται στο βιβλίο περιλαμβάνει αλυσίδες και μαστίγια, σκλάβους κι αφεντικά, υπόδουλους και εκμεταλλευτές. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, ο νεαρός Άρμιν, είναι υποχρεωμένος να αντιμετωπίζει απειλές όπως, καταπιεστικούς δουλεμπόρους, απάνθρωπους αφέντες και μια κανονικότητα μέσα στην οποία, η ανθρώπινη ζωή μοιάζει να μην έχει καμία αξία. Με εξαίρεση κάποιες χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου, αυτή η μορφή σκλαβιάς (σιδερένιες αλυσίδες, μαστίγια και πέτσινα κολάρα) μοιάζει παρωχημένη για την εποχή μας, ένας ζωντανός αναχρονισμός. Κι εδώ ακριβώς είναι που έρχεται η δύναμη της αλληγορίας. Γιατί κι εμείς σήμερα ως άνθρωποι δεν φέρουμε ολημερίς το βάρος μιας αλυσίδας, ωστόσο με τη γέννησή μας και μόνο, γινόμαστε σκλάβοι των ταυτοτήτων και των ρόλων που η κοινωνία μάς επιφυλάσσει. Κάθε παιδί που γεννιέται κουβαλάει ένα τεράστιο βάρος: στόχοι που πρέπει να εκπληρωθούν, ρόλοι που πρέπει να ικανοποιηθούν, μαζί με μια σειρά ακόμα από «πρέπει», που καταδυναστεύουν τον άνθρωπο. Για να μην αναφέρω καθόλου πως όταν μεγαλώνουμε σε μια κοινωνία που χαροπαλεύει στην πολύπλευρη δίνη της οικονομικής/κοινωνικής/κλιματικής κρίσης, είναι άξιο απορίας πώς καταφέρνουμε να επιβιώνουμε. Με άλλα λόγια η σκλαβιά αλλάζει πρόσωπο με το χρόνο, αλλά παραμένει αυτό: ένα σύνολο από “βαρίδια” που δυσχεραίνουν την προσπάθειά μας στο κυνήγι μιας καλύτερης και ανθρώπινης ζωής.

3. Πώς θα περιέγραφες τον πρωταγωνιστή σου; Ποια πιστεύεις ότι είναι τα δυνατά στοιχεία του χαρακτήρα του και τι στοιχεία θεωρείς ότι τον εξέλιξαν, από την αρχή έως το τέλος του βιβλίου;

Ο Άρμιν ξεκινάει στην αρχή του βιβλίου ως ένας νεαρός έφηβος, κάπου ανάμεσα στα 15-16. Είναι εργατικός, συνεσταλμένος, ντροπαλός, εσωστρεφής και ταυτόχρονα ονειροπόλος. Μεγάλωσε στους κόλπους μιας κακοποιητικής οικογένειας και δέχτηκε από νωρίς το «βαρύ» χέρι ενός βίαιου ανθρώπου. Όντας λοιπόν, στο κατώφλι του ανδρισμού, αντιμετωπίζει καταστάσεις που ξεπερνάνε τις δυνάμεις του. Θα κληθεί να παλέψει για τη ζωή του: θα πολεμήσει, θα τραβήξει κουπί σε ανταριασμένες θάλασσες, θα αντιμετωπίσει το ψύχος του Βορρά, την μανία των εχθρών του. Στο πλάι του ωστόσο έχει ανθρώπους που εμπιστεύεται. Θα γνωρίσει τι εστί αληθινή φιλία, έρωτας και η σημασία του να παλεύεις για ιδανικά όπως η ελευθερία και η αξιοπρέπεια. Ο ταπεινός Άρμιν θα κληθεί να εξελιχθεί, να υψώσει το ανάστημά του. Θα ματώσει, θα μοχθήσει, θα δεχτεί χτυπήματα, ωστόσο αυτό που τελικά μετράει είναι το πάθος για ελευθερία. Η ανάγκη για ζωή, για όνειρα κι ελπίδα και μπροστά σ’ αυτές τις δυνάμεις, κανένα κακό δεν μπορεί να μακροημερεύσει.

4. Κατά πόσο ήταν εύκολο ή δύσκολο να γράψεις τα γεγονότα του βιβλίου σου, τι είδους έρευνα χρειάστηκε να κάνεις, κατά πόσο σε δυσκόλεψε η εποχή για την οποία γράφεις;

Ήταν ανέκαθεν πιο εύκολο να τοποθετώ τους χαρακτήρες μου σε κάποια άλλη περασμένη εποχή. Αγαπώ την μεσαιωνική ιστορία, επομένως είτε επιλέξω μια υπαρκτή περίοδο του παρελθόντος, είτε πλάσω κάποια φανταστική ιστορία τοποθετημένη σε μια περίοδο που να θυμίζει, για παράδειγμα, τον ευρωπαϊκό μεσαίωνα, νιώθω να βρίσκομαι σε “γνωστό” έδαφος. Κι αυτό πιστεύω είναι κάτι που μεταφέρεται και στους χαρακτήρες που πλάθω κάνοντάς τους περισσότερο ρεαλιστικούς. Στο Το Τραγούδι των Σκλάβων ο αναγνώστης ταξιδεύει σε μια εποχή που θυμίζει τον 12ο αιώνα της ανατολικής Ευρώπης. Έναν φανταστικό κόσμο στον οποίο η σκλαβιά είναι νόμιμη. Το δύσκολο σ’ ένα βιβλίο που τοποθετείται σε φανταστικό κόσμο, είναι το ίδιο το χτίσιμο του κόσμου. Μυθολογία, γεωγραφία, θεοί, κοινωνικοπολιτική κατάσταση, αντίπαλες δυνάμεις, πιστεύω, πεποιθήσεις... Στοιχεία που θα πρέπει να αποκρυσταλλωθούν, σαν κομμάτια παζλ που βρίσκουν τη θέση τους, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να “νιώσει” τον φανταστικό κόσμο του βιβλίου, να χαθεί μέσα σ’ αυτόν, ν’ ακολουθήσει τα βήματα των χαρακτήρων. Κι εδώ έρχεται το επόμενο μεγάλο στοίχημα: να σκιαγραφήσω σε βάθος τους χαρακτήρες που έπλασα και κυρίως τον κεντρικό χαρακτήρα του βιβλίου, τον Άρμιν, ο οποίος μέσω της πρωτοπρόσωπης αφήγησης, διηγείται μετά από χρόνια το διάστημα εκείνο της ζωής του που έπρεπε να διαλέξει αν θα παρέμενε υποδουλωμένος ή αν θα έσφιγγε τη γροθιά του, παλεύοντας για μια καλύτερη ζωή.

5. Απ’ όσο αντιλαμβάνομαι, το μυθιστόρημα σου έχει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα το οποίο έχει σχέση με την δύναμη της θέλησης, με την επιμονή και την υπομονή. Προσωπικά θεωρώ ότι και τα τρία αυτά στοιχεία δύσκολα τα συναντάς στη σημερινή κοινωνία, όπου οι περισσότεροι από μας θέλουμε πράγματα γρήγορα και εύκολα, χωρίς να κοπιάζουμε. Πιστεύεις ότι το βιβλίο σου δίνει ένα δυνατό μήνυμα προς αυτή την κατεύθυνση;

Τι θα ήμασταν χωρίς ελπίδα; Χωρίς όνειρα; Αυτά δεν είναι που δίνουν πνοή στην εκάστοτε κοινωνία; Αυτά δεν είναι που ωθούν τις επιστήμες, τη γνώση, τη δημιουργία και τη φαντασία; Την πάλη για δικαιώματα και ελευθερίες; Δεν είμαι σίγουρος αν η θέληση λείπει από τον κόσμο μας. Υπάρχει, ιδίως στις νέες γενιές. Μπορεί να δυσκολεύονται να ορθοποδήσουν μέσα στον κυκεώνα της καθημερινότητας, αλλά η θέλησή τους καλά κρατεί, σιγοκαίει στα σκοτάδια των καιρών. Κι αυτό είναι κάτι που με απασχόλησε ιδιαίτερα. Ο Άρμιν μπορεί να ζει σε μια φανταστική περίοδο και περιοχή, ωστόσο τα μηνύματα που μοιράζεται, τα ερωτήματα που τον απασχολούν και τα εμπόδια που αναγκάζεται να αντιπαλέψει, περιστρέφονται γύρω μας. Οι “επάλξεις” τις οποίες καλείται να υπερασπιστεί απέχουν έτη φωτός από τις δικές μας, ωστόσο παραμένουν επάλξεις. Τόσο εκείνος όσο κι εμείς καλούμαστε να παραμείνουμε άνθρωποι σ’ έναν κόσμο που βυθίζεται στο χάος.

6. Τι το διαφορετικό έχει Το Τραγούδι των Σκλάβων απ’ τ’ άλλα βιβλία του Μανώλη; Δηλαδή, ένας αναγνώστης ο όποιος έχει διαβάσει τις προηγούμενες ιστορίες σου, τι διαφορετικό θα βρει εδώ; Τι θα του έλεγες για να τον πείσεις ουσιαστικά να δώσει μία ευκαιρία και σε αυτό το βιβλίο;

Στο συγκεκριμένο βιβλίο θα βρει (ελπίζω) έναν πιο ωριμότερο τρόπο γραφής, μεγαλύτερο βάθος στους χαρακτήρες. Δεν είναι κάτι που απουσιάζει από τα προηγούμενα βιβλία, ωστόσο το συγκεκριμένο είναι εξ’ ολοκλήρου γραμμένο σε πρώτο πρόσωπο κι έτσι γίνεται στιγμιαία περισσότερο εξομολογητικό, πιο εσωτερικό, πιο συναισθηματικό, φέρνοντας κοντύτερα αναγνώστη και χαρακτήρα. Παρατηρείται κι εδώ άφθονη δράση, προβληματισμοί, μυστήριο και αγωνία. Μόνο που, διαβάζοντας τους “Σκλάβους”, ο αναγνώστης θα βρεθεί αντιμέτωπος με ανθρώπους καλούς και ανθρώπους κακόβουλους, με συναισθήματα που προκαλούν χαρά αλλά και πόνο. Με συνθήκες απάνθρωπες. Οι καιροί αλλάζουν, αλλά τα συναισθήματα παραμένουν αναλλοίωτα.

7. Εάν σε ρωτούσε κάποιος να του περιγράψεις μία από τις σκηνές του βιβλίου η οποία σε σημάδεψε, καθώς την έγραφες, ποια θα ήταν αυτή;

Δύσκολη ερώτηση. Δεν θα αναφέρω κάποια σκηνή, ωστόσο ήταν ιδιαίτερα απαιτητικές οι στιγμές όπου ο Άρμιν ξεδιπλωνόταν στον αναγνώστη, η τρωτότητα που τον χαρακτήριζε, η ευαλωτότητα. Σε συνδυασμό με την πρωτοπρόσωπη αφήγηση ήταν κάτι δύσκολο, αν σκεφτούμε πως έμπαινα στη θέση του, γράφοντας γι’ αυτόν, σε βαθμό κατά πολύ μεγαλύτερο αν είχα επιλέξει μια τριτοπρόσωπη αφήγηση που προσφέρει αποστασιοποίηση από τα γεγονότα. Ήταν δύσκολο να γράφω για σκηνές σωματικής και ψυχολογικής κακοποίησης, για σκηνές όπου ο Άρμιν δεινοπαθούσε, όπου αμφιταλαντευόταν για πράγματα που είχαν συμβεί, όταν έμοιαζε μόνος κι αβοήθητος.

8. Αυτό είναι το πέμπτο σου βιβλίο και θα ήθελα να σε ρωτήσω να μας πεις πώς ήταν ο Μανώλης όταν ξεκίνησε την συγγραφή και πώς είναι τώρα που έχει ολοκληρώσει το πέμπτο βιβλίο; Τι διαφορές βλέπεις στον εαυτό σου και αν μπορούσες να γυρίσεις το χρόνο πίσω και να δώσεις μόνο μία συμβουλή στο Μανώλη τότε, που πρωτοξεκινούσε, ποια θα ήταν αυτή;

Θέλω να πιστεύω πως ο Μανώλης που γράφει τούτες τις σειρές, είναι περισσότερο προσγειωμένος και ταυτόχρονα το ίδιο (αν όχι περισσότερο) ονειροπόλος. Και, δικαίως, θα ρωτούσε κανείς: Πώς είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά τα δύο ταυτόχρονά; Μπορούν. Περισσότερο ονειροπόλος σε ό,τι αφορά τη συγγραφή, τη φαντασία και την τάση να καταπιάνομαι με νέες θεματικές, και περισσότερο προσγειωμένος σε ό,τι αφορά το μετέπειτα: την έκδοση ενός βιβλίου, την προώθηση, τις συνεργασίες. Καθένας, στο ξεκίνημά του, βαδίζει στα τυφλά, με μόνη κινητήριο δύναμη τη θέληση (που λέγαμε νωρίτερα). Σταδιακά εξελίσσεται σε σύμμαχο η γνώση. Για το πώς δουλεύει ο χώρος του βιβλίου, των αναγνωστών, των ανθρώπων που ανήκουν στο ευρύτερο πεδίο. Η εμπειρία βοηθά ώστε να γίνονται πιο σταθερά βήματα, ικανά να αντέξουν στο χρόνο, κάτι που μαθαίνεις μέσα από τη συνεργασία με άλλους ανθρώπους. Γιατί για να γραφτεί ένα βιβλίο, χρειάζεται ένα μονάχα άτομο, ενώ για να κυκλοφορήσει, χρειάζονται περισσότερα. Η συνύπαρξη με τους ανθρώπους ενός εκδοτικού οίκου, μιας βιβλιοφιλικής ομάδας, των αναγνωστών κλπ., είναι αυτό που χρειάζεται ένας συγγραφέας ώστε, εκτός από συγγραφέας, να είναι κι ένας άνθρωπος που ξέρει πώς να προωθήσει καλύτερα τη δουλειά του, όχι με στόχο το κέρδος (αυτό είναι κάτι που έρχεται εν καιρώ, είτε δεν έρχεται ποτέ), αλλά έχοντας ως σκοπό να διαβαστεί το βιβλίο από περισσότερους ανθρώπους. Δεν θα συμβούλευα κάτι ιδιαίτερο στον νεότερο εαυτό μου. Αυτό που έχει σημασία είναι να συνεχίζουμε να ονειρευόμαστε, και ευτυχώς για μένα, αυτό το έκανα και τότε και συνεχίζω να το κάνω.

9. Πες μας λίγα λόγια για καθένα από τα προηγούμενα βιβλία σου, ποια είναι η κεντρική ιδέα που διαπραγματεύονται; Υπάρχει κάποιο από αυτά που ξεχωρίζεις, και αν ναι για ποιον λόγο;

Τρύπωσα στο χώρο της συγγραφής το 2018 με τη διλογία του Ο Τέταρτος Καβαλάρης (το 2ο μέρος κυκλοφόρησε το 2019), με υπόθεση που περιστρέφεται γύρω από το ξέσπασμα μιας πανδημίας Μαύρου Θανάτου στο σύγχρονο κόσμο. Βιολογικός τρόμος και υγειονομική κρίση. Σας θυμίζει κάτι; Το «ενδιαφέρον» με τη συγκεκριμένη διλογία είναι πως κυκλοφόρησε λίγο πριν μας χτυπήσει την πόρτα η πανδημία του κορονοϊού... κάποιοι με αποκάλεσαν προφήτη. Κάποιοι άλλοι, γκαντέμη... Το 2020 σειρά είχε το Έτος Χωρίς Καλοκαίρι, ένα κλιματικό θρίλερ, που εμπλέκει την επιστήμη που έχω σπουδάσει, την περιβαλλοντολογία, με την ιστορία και τον τρόμο. Ένας ηφαιστειακός χειμώνας βυθίζει τον κόσμο στο σκοτάδι. Οι ήρωες καλούνται να επιβιώσουν μέσα στη δίνη των εξελίξεων, καθώς ο κόσμος γύρω καταρρέει. Στην συνέχεια ακολούθησε η Αττική Καταιγίδα (2021), ένα τρομοκρατικό θρίλερ που περιγράφει την εισβολή μιας ομάδας τρομοκρατών στο ελληνικό κοινοβούλιο. Άσπονδοι εχθροί, προσφυγική κρίση, αστυνομοκρατία. Ένα βιβλίο που γεννήθηκε στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε: τους καιρούς της οικονομικής και προσφυγικής κρίσης, τους καιρούς της αντιπαλότητας Ανατολής-Δύσης, της καταπάτησης δικαιωμάτων, των κοινωνικών ανακατατάξεων. Ένα μυθιστόρημα με κινηματογραφική πλοκή η υπόθεση του οποίου εκτυλίσσεται σε ένα 24ωρο. Καταλαβαίνεις πως μου είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο από αυτά, είναι όλα τόσο διαφορετικά και τα αγαπώ βαθιά, όντας ο δημιουργός τους. Τη διλογία του Τέταρτου Καβαλάρη ως την πρώτη μου προσπάθεια. Το Έτος Χωρίς Καλοκαίρι επειδή αναφέρεται στην κλιματική κρίση και το περιβάλλον που έχω σπουδάσει και την Αττική Καταιγίδα επειδή τα ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται με προβλημάτιζαν για χρόνια και συνεχίζουν ακόμα. Και για να γίνουν ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα, έρχεται στη λίστα Το Τραγούδι των Σκλάβων. Και λίαν συντόμως το νέο βιβλίο, που θα κυκλοφορήσει πολύ σύντομα...

10. Πώς βλέπεις το μέλλον της λογοτεχνίας του φανταστικού στην Ελλάδα; Και ποια είναι η γνώμη σου για τους Έλληνες συγγραφείς;

Η λογοτεχνία φαντασίας ήταν μέχρι πρότινος παρεξηγημένο λογοτεχνικό είδος, θεωρητικά κατώτερο σε σχέση με την ρεαλιστική λογοτεχνία. Τεράστια ανακρίβεια καθώς η λογοτεχνία φαντασίας αντλεί τη θεματολογία της από τον πραγματικό κόσμο, εξετάζει κοινωνικά, και μη, ζητήματα με τρόπο που η ρεαλιστική λογοτεχνία αδυνατεί να πράξει. Είναι γεγονός πως σε καιρούς κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε, η λογοτεχνία φαντασίας ενδυναμώνεται κάτι που παρατηρείται στην εγχώρια βιβλιοπαραγωγή. Παρότι προσωπικά διαβάζω ξένη λογοτεχνία, επιλέγω και νέους Έλληνες συγγραφείς για να με ταξιδέψουν. Έχω ανακαλύψει ατόφια διαμάντια αλλά και φοβερά προβεβλημένες συγγραφικές “πατάτες”. Αυτό δεν είναι χαρακτηριστικό ούτε της φανταστικής λογοτεχνίας, ούτε μονάχα των εγχώριων εκδόσεων. Υπάρχουν βιβλία εξαιρετικά που τυγχάνουν περιορισμένης προώθησης από τους εκδοτικούς και βιβλία που δεν αξίζουν καθόλου αλλά διαφημίζονται ολημερίς στα κοινωνικά δίκτυα. Άλλη μία από τις κατάρες των καιρών μας... Κλείνοντας θα ήθελα να ευχαριστήσω εσένα, Άννα, για τη συνέντευξη, αλλά και όλη την ομάδα της ΛΕΦΑΛΟΚ για τη φιλοξενία. Εύχομαι κάθε επιτυχία, σε συγγραφικό και όχι μόνο, επίπεδο!! Εις το επανιδείν.

Σε ευχαριστούμε θερμά, Μανώλη, για τις απαντήσεις σου! Σου ευχόμαστε ό,τι καλύτερο και για όλα τα βιβλία σου!