Συνέντευξη | O Θωμάς Μαστακούρης μας μιλά για τις θρυλικές 'Ιστορίες', για αξιόλογους συγγραφείς fantasy και για πολλά άλλα

Συνέντευξη | O Θωμάς Μαστακούρης μας μιλά για τις θρυλικές 'Ιστορίες', για αξιόλογους συγγραφείς fantasy και για πολλά άλλα

Το ονοματεπώνυμο “Θωμάς Μαστακούρης” το είδα για πρώτη φορά στις - θρυλικές πλέον - “Ιστορίες” των εκδόσεων Ωρόρα, με την ιδιότητα του μεταφραστή και συγγραφέα. Έκτοτε το συναντούσα συχνά σε βιβλία και με τον καιρό το έκανα συνώνυμο της ποιοτικής ανάγνωσης της λογοτεχνίας του φανταστικού.

Έχει συνεργαστεί με πολλούς εκδοτικούς οίκους και έχει στο ενεργητικό του πάνω από 200 μεταφράσεις λογοτεχνικών βιβλίων, καθώς και δοκιμίων. Αν ασχολείστε με την λογοτεχνία φαντασίας και τρόμου είναι αδύνατον να μην έχετε πετύχει κάποιο βιβλίο του.

Προσωπικά, δεν γνωρίζω άλλο Έλληνα μεταφραστή που να έχει παράγει τόσο μεγάλο έργο όσον αφορά τα είδη της φαντασίας (επιστημονικής και μη) και του τρόμου. Η τελευταία του δουλειά ήταν ο 1ος τόμος επικής φαντασίας Ο Δρόμος των Βασιλέων του Brandon Sanderson (κριτική εδώ), από τις εκδόσεις Φανταστικός Κόσμος.

Ο Θωμάς Μαστακούρης ζει στην Αθήνα και ασκεί την δικηγορία, αν και κάτι μου λέει πως προτιμά να περιπλανιέται σε φανταστικούς κόσμους με μυστήρια πλάσματα, παρά να συμπληρώνει έγγραφα. Πάμε να τον υποδεχτούμε.

Θωμά να σε καλωσορίσουμε στην Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας Καρδίτσας - είναι ιδιαίτερη χαρά για εμάς.
Διαβάζοντας τον Δρόμο των Βασιλέων δεν μπόρεσα να μην εντυπωσιαστώ από το δύσκολο έργο που είχες στη μετάφραση. Ο Sanderson δημιούργησε δικές του ονομασίες, τίτλους, τοπωνύμια κλπ. Πόσο δύσκολο ήταν να τα αποδώσεις στην ελληνική γλώσσα και τι έθεσες σαν προτεραιότητα;

Αγαπητέ Μιχάλη, κατ’ αρχάς ευχαριστώ την ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.Κ κι εσένα προσωπικά που μου δίνετε την ευκαιρία για αυτή την κουβέντα. Ο Δρόμος των Βασιλέων έχει πράγματι μια δύσκολη μετάφραση (μιλώ στον ενεστώτα επειδή δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, μολονότι αυτές τις ημέρες παραδίδω τον τρίτο από τους τέσσερις τόμους), κι αυτό γιατί ο Sanderson δημιούργησε έναν ολόκληρο κόσμο από το μηδέν, με δικό του κλίμα, οικοσυστήματα, φυλές, γλώσσες, μαγεία, πολιτική, θρησκεία, ήθη, έθιμα, ενδυμασία, φαγητά… ουσιαστικά τα πάντα είναι διαφορετικά, εκτός από τους ανθρώπους, τα πάθη των οποίων δεν αλλάζουν ποτέ, σε όποια διάσταση και κόσμο κι αν βρεθούν. Ως εκ τούτου, πέρα από την υποχρέωση για μια καλή απόδοση του μυθιστορήματος του Sanderson, έπρεπε να “επινοήσω” κι έναν σωρό όρους για να αποδώσω τις ιδιαίτερες λέξεις που πλημμυρίζουν το κείμενο, δημιουργώντας μια τεράστια ορολογία. Ελπίζω οι αναγνώστες να αποδεχθούν τη νέα πραγματικότητα του κόσμου της Ρόσαρ και να βυθιστούν σε αυτήν, ξεχνώντας πως αποτελεί μυθοπλασία όση ώρα θα διαβάζουν – αυτός, άλλωστε είναι ο σκοπός ενός καλού μυθιστορήματος και μιας ανάλογης μετάφρασης.

Παρατηρούμε πως οι ελληνικές εκδοτικές, μια στο τόσο, εκδίδουν έργα από την λογοτεχνία φαντασίας. Θεωρείς πως το κοινό του συγκεκριμένου είδους έχει αυξηθεί ή μειωθεί σε σχέση με την εποχή που έβγαιναν οι “Ιστορίες” και αν ναι που, κατά την γνώμη σου, οφείλεται αυτό;

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το αναγνωστικό κοινό της λογοτεχνίας του φανταστικού έχει αυξηθεί. Την εποχή των Ανθολογιών της Ωρόρα, πριν από τριάντα σχεδόν χρόνια, δίχως Διαδίκτυο, Netflix και blockbusters επικής φαντασίας όπως το Lord of the Rings, οι μυημένοι ήταν πολύ λιγότεροι και αποτελούσαν μια ειδική κάστα ανθρώπων. Η παγκοσμιοποίηση, με όλα τα παραπάνω μέσα, έφερε το φανταστικό μέσα σε πολύ περισσότερα μυαλά, παρακινώντας, ελπίζω, άτομα που δεν ενδιαφέρονταν για αυτόν τον χώρο να το ψάξουν λίγο περισσότερο και να αναζητήσουν τα κρυμμένα “διαμάντια” του παρελθόντος αλλά και του παρόντος. Και πάλι, όμως, δεν έχουμε την αγγλοσαξονική και τη γάλλο-βελγική κουλτούρα ενάμισι σχεδόν αιώνα, στην διάρκεια των οποίων τόσοι γονείς που μιλούσαν αγγλικά και γαλλικά περνούσαν στα παιδιά τους την αγάπη τους για την λογοτεχνία του φανταστικού.

Ο Γιώργος Μπαλάνος μας άφησε πέρυσι. Πως γνωριστήκατε και τι έχεις να θυμάσαι από την συνεργασία σου μαζί του; Επίσης, πως προέκυψαν οι “Ιστορίες”;

Η σχέση μου με τον Γιώργο Μπαλάνο είναι περίεργη… Δεν προλάβαμε να γνωριστούμε καλά ή να συνεργαστούμε, αφού αυτός έφευγε όταν εγώ ερχόμουν στην Ωρόρα. Από μια άποψη, και χωρίς ασφαλώς να ήταν κάτι που επιδίωξα ή σχεδίασα εγώ, αυτή ήταν η μεγάλη μου ευκαιρία να μπω και να γίνω γνωστός στο χώρο. Λέω πάντοτε σε παρόμοιες συζητήσεις πως, αν εξετάσει κανείς τον τόμο των Ιστοριών Νο 18, Ιστορίες από Παράξενους Τόπους, θα δει πως είναι ο μεγαλύτερος σε όγκο της σειράς, κι αυτό συνέβη για έναν απλούστατο λόγο: όταν τον δημιουργούσα, δεν περίμενα ούτε έλπιζα ότι θα μου δινόταν η ευκαιρία να φτιάξω κι άλλον, θεωρώντας ότι η απουσία του Μπαλάνου από την Ωρόρα θα ήταν σύντομη και προσωρινή. Έτσι, έχω βάλει εκεί μέσα όλους τους συγγραφείς που αγαπούσα και που δεν είχαν εμφανιστεί ξανά στη σειρά: Jack Vance, Michael Moorcock, Tanith Lee, Karl Edward Wagner… (και ασφαλώς, Robert Howard και Lord Dunsany). Όμως ο Μπαλάνος δεν επέστρεψε, κι εγώ έμελλε να δημιουργήσω άλλους εξήντα τόμους στη σειρά μετά τους δεκαέξι δικούς του. Λέω δεκαέξι επειδή τον πρώτο τόμο της σειράς τον έστησε ο καλός φίλος και συγγραφέας Μάριος Βερέττας, που εκείνη την εποχή συνεργαζόταν σε άλλα βιβλία με τον εκδοτικό οίκο, και ο Μπαλάνος την έπιασε από τον δεύτερο τόμο της, για να μετατρέψει τη σειρά σε θρύλο μέσα σε λίγους μόλις τόμους. Εκείνη την εποχή ήταν ότι καλύτερο είχε να προσφέρει ο κόσμος του φανταστικού στην ελληνική γλώσσα. Αργότερα ανακάλυψα ότι είχε βασιστεί αισθητικά στη γαλλική σειρά La Grande Anthologie de la science-fiction που είχε ακριβώς το ίδιο στήσιμο εξωφύλλου και κυκλοφόρησε στη Γαλλία σε βιβλία τσέπης, τις περιόδους 1966-1975 και 1983-1985, με συνολικά 36 τόμους, αν δεν κάνω λάθος αφιερωμένους όλους στην επιστημονική φαντασία.

Πέρα από τον Sanderson, ποιους θεωρείς τους καλύτερους μοντέρνους συγγραφείς φαντασίας και τρόμου;

Εκτιμώ ιδιαίτερα τον Glen Cook και τον Steven Erikson και τους σκοτεινούς κόσμους φαντασίας που έχουν δημιουργήσει. Για τον τρόμο, ένας μόνο έχει καταφέρει να με τρομάξει πραγματικά, και είναι σχετικά άσημος. Πρόκειται για τον Gabriel Blackwell, το βιβλίο του οποίου, Η Φυσική Αποσύνθεση Φευγαλέων Ανθρώπινων Σκιών, μετέφρασα για τις εκδόσεις Αίολος πριν από τέσσερα χρόνια. Το βιβλίο δίνει την αίσθηση ενός πραγματικού εφιάλτη (εννοώ, όπως τους εφιάλτες που βλέπουμε στον ύπνο μας) και ανακατεύει τον Φίλιπ Λάβκραφτ και τους κόσμους του με έναν συγκλονιστικό τρόπο.

Θεωρείς πως η ελληνική λογοτεχνία του φανταστικού έχει καλές προτάσεις να επιδείξει; Πιστεύεις υπάρχει μέλλον για αυτό το είδος στη χώρα μας;

Όπως αναφέρω συχνά, πιστεύω ότι υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί Έλληνες συγγραφείς οι οποίοι δεν μπορούν να βρουν την αναγνώριση που τους αξίζει επειδή το ελληνικό αναγνωστικό κοινό είναι μικρό και το κοινό της λογοτεχνίας του φανταστικού ακόμα μικρότερο. Στην αναγνώρισή της ελληνικής παρουσίας στο χώρο υπάρχει και ένα πρόβλημα που οι περισσότεροι δεν συνειδητοποιούν: συγκρίνουμε ασυναίσθητα τους Έλληνες συγγραφείς μόνο με τους ξένους συγγραφείς που τα βιβλία τους μεταφράζονται στα Ελληνικά, και, μοιραία, η σύγκριση συχνά είναι υπέρ των δεύτερων. Αυτό όμως συμβαίνει επειδή οι ξένοι συγγραφείς που μεταφράζονται στη χώρα μας είναι οι καλύτεροι των καλύτερων του είδους τους (γι’ αυτό και τους επιλέγουν οι εκδότες), και έχουν ήδη πουλήσει εκατομμύρια αντίτυπα στο εξωτερικό. Αν η γλώσσα μας είχε την εμβέλεια της Αγγλικής στην παγκόσμια αγορά, είμαι σίγουρος ότι πολλοί Έλληνες θα έβλεπαν τις δουλειές τους να εκδίδονται από μεγάλους οίκους του εξωτερικού χωρίς δεύτερη σκέψη.

Ποια είναι η γνώμη σου για τους εκδοτικούς οίκους στην Ελλάδα και τις επιλογές που κάνουν; Υπάρχει ελπίδα για νέους συγγραφείς στο είδος της φαντασίας και του τρόμου;

Η ερώτηση αυτή απαντιέται από τα σχόλια μου στην προηγούμενη ερώτηση. Οι εκδότες είναι υποχρεωμένοι εκ των πραγμάτων να προχωρούν κυρίως σε επιλογές που θεωρούν ασφαλείς. Ο κάθε νέος συγγραφέας πρέπει, αρχικά, να γράφει γιατί πιστεύει στο έργο του, και όχι για να γίνει πλούσιος από αυτό. Αν είναι τυχερός και ικανός σε αυτό που κάνει, η αναγνώριση μπορεί να έρθει, αλλά σε κάθε περίπτωση θα έχει κάνει αυτό που του υπαγορεύει η λαχτάρα της πένας του (ή, έστω, του πληκτρολογίου του!)

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε φεστιβάλ στην χώρα μας όπως το Φαντάστικον και η Athenscon. Θα έλεγε κάποιος πως το είδος του φανταστικού ευδοκιμεί στην χώρα μας, όπως στο εξωτερικό, όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Πιστεύεις πως θα γίνει κάποτε mainstream ή θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο;

Και πάλι πιστεύω ότι είναι θέμα αναλογιών και αριθμών. Οι δυο εκδηλώσεις που προανέφερες είχαν καταφέρει, στην προ-κορωνοϊού εποχή, να συγκεντρώνουν χιλιάδες επισκεπτών, δείχνοντας ότι υπάρχει ελληνικό κοινό που διψά για τέτοιες κινήσεις και είναι πρόθυμο να τις αγκαλιάσει. Απλώς, η ποπ κουλτούρα της φαντασίας, έτσι όπως την βλέπουμε να εκδηλώνεται μέσα από τέτοιες εκδηλώσεις που είναι πολύ συχνότερες και πολυπληθέστερες στο εξωτερικό, θα αργήσει πολύ να αγκαλιάσει πάρα πολλούς ανθρώπους εδώ στην Ελλάδα. Ας το απολαμβάνουν, λοιπόν, όσοι μπορούν και ας φροντίζουν να φέρνουν ο καθένας δυο-τρεις “άσχετους” φίλους για να τους μυήσουν.

Πέρα από το έργο του Τόλκιν, ποια σειρά φαντασίας θεωρείς ότι πρέπει να έχει διαβάσει κάποιος;

Είναι δύσκολο να προβλέψω ακριβώς τα γούστα του καθενός. Για μένα, ένας άνθρωπος που αγαπάει το fantasy δεν μπορεί να μην έχει διαβάσει την σειρά του Αιώνιου Πρόμαχου από τον Michael Moorcock, τις περιπέτειες του Κόναν του Βάρβαρου από τον Robert Howard, τον Κύκλο της Ετοιμοθάνατης Γης του Jack Vance, τη σειρά της Γαιοθάλασσας από την Ursula le Guin και την Τετραλογία του Νέου Ήλιου του Gene Wolfe.

Η λεγόμενη Πολιτική Ορθότητα έχει επηρεάσει αρκετά τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Βλέπεις κάτι τέτοιο να έχει συμβεί, ή πρόκειται να συμβεί, και στην λογοτεχνία; Έχεις ανησυχίες σχετικά με ενδεχόμενη λογοκρισία έργων;

Είναι μια από τις μεγαλύτερες ανησυχίες μου, όχι μόνο στο χώρο του βιβλίου και του κινηματογράφου, τους οποίους αγαπώ ιδιαίτερα, αλλά και σε όλες τις εκφάνσεις του δυτικού πολιτισμού. Με πραγματική φρίκη βλέπω έργα να διασκευάζονται και να αλλοιώνονται, όχι από κάποια ουσιαστική ανάγκη του δημιουργού τους ή έστω της πλειοψηφίας του εκάστοτε κοινού, αλλά μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις αυτής της κακώς εννοούμενης πολιτικής ορθότητας που μετατρέπεται σε έναν ασφυκτικό κορσέ. Ταυτόχρονα, φαίνονται τα πρώτα σημάδια της απαρχής ενός πραγματικού διωγμού οποιασδήποτε μορφής έργου, κυρίως παλιότερων συγγραφέων, που δεν συνάδει με την αντίληψη της οποιασδήποτε μειοψηφίας περί πολιτικής ορθότητας. Η ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης πάει περίπατο μπροστά στο φόβο μήπως θιχθεί μια μειοψηφία ανθρώπων, όχι ουσιαστικά και στην πράξη, αλλά καθαρά σε φαντασιακό επίπεδο. Εγώ, όμως θεωρώ ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να βάζει σε σημερινές προκρούστιες κλίνες τα έργα της διανόησης του παρελθόντος, αλλά, επίσης, του παρόντος και του μέλλοντος.

Γνωρίζω ότι είσαι μεγάλος λάτρης των role playing games και είχες κυκλοφορήσει τα Ζωντανά Έπη το 1999. Αν και υπάρχει μια σχετική άνοδος των επιτραπέζιων παιχνιδιών στη χώρα μας, ωστόσο δεν έχουν γίνει πολλά βήματα στο να υπάρξει ελληνική έκδοση ξένων RPGs. Που πιστεύεις πως οφείλεται αυτό;

Ομολογώ πως δεν ξέρω. Ο ελληνικός εκδοτικός κόσμος μοιάζει να αγνοεί το είδος των RPG και το ελληνικό κοινό που παίζει παιχνίδια ρόλων μοιάζει να δυσπιστεί απέναντι σε κάθε τι ελληνικό. Ίσως είναι φυσικό, επειδή οι περισσότεροι παίκτες επενδύουν πολύ πάνω σε ένα παιχνίδι ή σε έναν κόσμο και δεν δοκιμάζουν εύκολα κάποιον άλλο, παρά μόνο αν τους παρακινεί κάποιο πολύ τρανταχτό brand name.  Όλοι έχουν δει τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, άρα σε όλους είναι εύκολο να μπουν στον κόσμο του Dungeons and Dragons, ή του Warhammer. Όλοι (τουλάχιστον όσοι παίζουν rpg) έχουν διαβάσει Lovecraft, άρα θα προτιμήσουν το Call of Chtulhu από κάποιο κόσμο επινοημένο από έναν Έλληνα δημιουργό. Τα Ζωντανά Έπη είχαν έναν καλό κύκλο πωλήσεων στην εποχή τους, αλλά η εκδοτική επένδυση που απαιτείται για να υποστηριχτεί ένα τέτοιο παιχνίδι στην μικρή ελληνική αγορά, το λέω με λύπη μου, κάνει πολύ δύσκολη μια τέτοια έκδοση σήμερα, τουλάχιστον στο ποιοτικό επίπεδο που θα την ήθελα εγώ.

Τι διαβάζεις αυτήν την περίοδο;

Όποιες στιγμές προλαβαίνω να κάνω διάλειμμα από τα τέσσερα βιβλία που μεταφράζω (και διαβάζω) ταυτόχρονα, αναζητώ για άλλη μια φορά διδάγματα και πολύτιμες εμπειρίες μέσα σε μια (ομολογουμένως συνοπτική έκδοση) της Μαχαμπχαράτα, του πελώριου (σε εύρος και μέγεθος) έπους των Ινδών.  Διαβάζεται και ως ένα εκπληκτικό fantasy βιβλίο.

Μπορείς να μας μιλήσεις για δουλειές που ετοιμάζεις στο μέλλον;

Στο χώρο της Μετάφρασης:

Για τις εκδόσεις SELINI μεταφράζω την Κρυφή Ζωή της Άντι Λαρί (The Secret Life of Addie Larue), της Victoria Schwab, ένα εντυπωσιακό μπεστ-σέλερ πρόσφατης παραγωγής που περιγράφει τη ζωή μιας κοπέλας η οποία κουβαλάει επάνω της την ευλογία της αιώνιας ζωής και την κατάρα να ξεχνιέται ολοκληρωτικά από οποιονδήποτε την έχει γνωρίσει και χάσει την οπτική επαφή μαζί της έστω και για λίγες στιγμές. Θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο.

Για τις εκδόσεις ΑΙΟΛΟΣ, έχω ήδη ολοκληρώσει την πεζή και σχολιασμένη μετάφραση του Beowolf στην πεζή της απόδοση από τον J.R.R. Tolkien, με δικά μου επιπλέον σχόλια και εισαγωγή. Το βιβλίο βρίσκεται στο στάδιο της επιμέλειας και θα εκδοθεί κάποια στιγμή μέσα στη χρονιά.

Για τις εκδόσεις ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, ξεκινώ τη μετάφραση του Τέταρτου Τόμου του εκπληκτικού (και πελώριου) βιβλίου φαντασίας του Brandon Sanderson The Way of Kings για το οποίο ήδη μιλήσαμε.

Για τις εκδόσεις ΧΙΜΑΙΡΑ ετοιμάζω ένα βιβλίο γεμάτο δοκίμια της αξεπέραστης Ursula Le Guin. Ένα από τα πιο δύσκολα αλλά και βαθυστόχαστα βιβλία που έχω μεταφράσει.

Από τις εκδόσεις ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ πρόκειται σύντομα να εκδοθεί μια δική μου σχολιασμένη μετάφραση του βιβλίου του Ρωμαίου ιστορικού Τάκιτου Germania, στο οποίο περιγράφονται τα ήθη και τα έθιμα των Γερμανικών φυλών του 1ου αιώνα μ.Χ.

Τέλος, αν κι όλο το λέω και ακόμα δεν το έχω κάνει, ελπίζω ότι μέσα στη χρονιά θα κυκλοφορήσει κι ένα βιβλίο με καινούριες και παλιές ιστορίες του Ιάσονα Δούκα, του ντετέκτιβ που έχει την τάση να μπλέκει πάντα με το υπερφυσικό και οι ιστορίες του οποίου αγαπήθηκαν ιδιαίτερα όταν τις δημοσίευα σε κάποιες Ανθολογίες της θρυλικής πλέον σειράς της Ωρόρα.

Θωμά σε ευχαριστούμε πολύ για την συνέντευξη, ευχόμαστε καλή συνέχεια και θα περιμένουμε με αγωνία τα επόμενα πρότζεκτ σου.

Εγώ σας ευχαριστώ και σας εύχομαι κάθε επιτυχία στα δικά σας σχέδια.