Συνέντευξη | Μιλώντας για τα Metal Chapters με τους Γιώργο Δάμτσιο και Μάριο Δημητριάδη

Συνέντευξη | Μιλώντας για τα Metal Chapters με τους Γιώργο Δάμτσιο και Μάριο Δημητριάδη

Η Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας Καρδίτσας έχει την χαρά να συνομιλεί με δύο εξαιρετικούς εκπροσώπους της σύγχρονης λογοτεχνίας του φανταστικού, τον Γιώργο Δάμτσιο και τον Μάριο Δημητριάδη. Πολλές προσωπικές τους δουλειές αγκαλιάστηκαν θερμά από το αναγνωστικό κοινό και πρόσφατα κυκλοφόρησε ο δεύτερος τόμος του Μetal Chapters για το οποίο θα μάθουμε περισσότερα από τους ίδιους.

Βρισκόμαστε ήδη στην κυκλοφορία του Μetal Chapters Vol.II, μιας συλλογής που απόλαυσα το ίδιο με τον πρώτο τόμο. Ποιες οι βασικές διαφορές μεταξύ των Metal Chapters Vol.I και Vol.II;

Μάριος Δημητριάδης: Η βασική διαφορά με το πρώτο είναι ότι πλέον οι μπάντες με τις οποίες συνεργαστήκαμε είναι παγκοσμίου επιπέδου, πράγμα το οποίο ανεβάζει τη δυναμική του project. Ονόματα όπως Judas Priest, Nightwish, Dark Tranquility και Katatonia δέχτηκαν να συμμετέχουν στο Vol. 2 πράγμα το οποίο μας κάνει πολύ περήφανους. Επίσης στο Vol. 2 δεν συμπεριλαμβάνονται τα κομμάτια για τα οποία γράψαμε ιστορίες, πάρα μόνο τα κομμάτια για τους guest συγγραφείς. Όλα μαζί, υπάρχουν στις διαδικτυακές μας λίστες στο Youtube.

Γιώργος Δάμτσιος: Προσθέτω επίσης ότι στο team πλέον υπάρχει και ο Roger Rovento των Xelyruth, έχοντας αναλάβει πλήρως το μουσικό σκέλος του πρότζεκτ. Tα τραγούδια που σχετίζονται με τα διηγήματα των γκεστ συγγραφέων είναι δικές του δημιουργίες και αποτελούν το EP “Where Pages Scream”, το οποίο και συνοδεύει το βιβλίο στην έντυπη έκδοσή του.

Ποιες πρακτικές δυσκολίες συναντήσατε κατά την προσπάθεια έκδοσης του πρώτου τόμου;  Ο δεύτερος ήρθε πιο εύκολα και ομαλά;

Γ.Δ: Επειδή μιλάμε για ένα εγχείρημα που όμοιό του δεν έχει ξαναυπάρξει, δεν υπήρχε καμία πεπατημένη για να ακολουθήσουμε. Θεωρώ ότι το Vol. 1 ήταν ο ορισμός του “trial and error”. Δοκιμάζαμε, βλέπαμε τι πήγε καλά και τι όχι, αναπροσαρμόζαμε, συνεχίζαμε. Κι αν δεν είχαμε την τύχη να συνεργαστούμε με εξαιρετικούς και προσιτούς καλλιτέχνες, όπως ο Σάκης Τόλης των Rotting Christ ή ο Graham Masterton, δεν ξέρω τι θα είχαμε πετύχει. Οι αντικειμενικές δυσκολίες συνεχίστηκαν και στον δεύτερο τόμο, καθώς πλέον πήγαμε σε παγκόσμιο επίπεδο. Βήμα το βήμα όμως, το καταφέραμε. Και είμαστε πολύ χαρούμενοι γι’ αυτό!

Ποια είναι μέχρι τώρα η ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού; Θεωρείτε ότι διευρύνθηκε ο κύκλος των φίλων σας μέσα από αυτό το ιδιαίτερο project; Θα μπορούσε ίσως ένας metalhead ερχόμενος σε επαφή με το βιβλίο σας να ασχοληθεί θερμότερα με την εγχώρια λογοτεχνία του φανταστικού και με ανάλογο τρόπο ένας λάτρης του τρόμου να μάθει περισσότερα για τον σκληρό ήχο;

Μ.Δ: Αυτό που θέλαμε με το Μetal Chapters, εκτός από το να κάνουμε το μεράκι μας, να γράψουμε δηλαδή ιστορίες επάνω σε κομμάτια που αγαπάμε, ήταν να συνδέσουμε όσο μπορούμε σε ένα project όλους τους φανς της λογοτεχνίας του φανταστικού αλλά και τους metalheads. Και απαντώντας στην πρώτη ερώτηση, η ανταπόκριση και από τις δύο πλευρές ήταν αξιοσημείωτη. Θεωρώ ότι είναι δύο κουλτούρες οι οποίες είναι συνδεμένες από πολλές πλευρές και άξιζε να αξιοποιήσουμε και να εξυμνήσουμε κατά κάποιο τρόπο αυτήν τη σύνδεση.

Μουσική και συγγραφή; Ποια καταλαμβάνει μεγαλύτερο χώρο στην καρδιά σας; Μπορούν εύκολα να συνδυαστούν;

Γ.Δ: Αν είμαι για κάτι βέβαιος είναι ότι και τα δύο καταλαμβάνουν χώρο που είναι μεγαλύτερος από αυτόν που χωράει η καρδιά μου! Και όμως, με έναν μαγικό τρόπο χωράνε μαζί και συνυπάρχουν αρμονικά. Αυτή την αρμονία νομίζω περάσαμε με τον Μάριο και στο project του Metal Chapters. Δείξαμε ότι η αναμεταξύ τους σχέση δεν είναι απλώς συνδυασμός για εμάς, αλλά συνύπαρξη.

Μ.Δ: Είναι πολύ δύσκολο να πω ποιο από τα δύο καταλαμβάνει μεγαλύτερο χώρο στην καρδιά μου αλλά μπορώ να πω με σιγουριά ότι συνυπάρχουν και συνδυάζονται καθημερινά. Προσωπικά γράφω συχνά με μουσική και πολλές φορές χρησιμοποιώ στίχους σε βιβλία μου. Όπως είπε και ο Γιώργος αυτήν τη συνύπαρξη θέλαμε να δείξουμε, φτιάχνοντας τα Metal Chapters.

Αν δεν κάνω λάθος σας είδαμε πρώτη φορά να συνεργάζεστε στο βιβλίο 'Η γέφυρα των χαμένων ψυχών'. Μέχρι τώρα μετράτε τρία συνεργατικά βιβλία. Υπήρξαν πρακτικά εμπόδια σε αυτό το εγχείρημα; Υπήρξαν στιγμές που οι απόψεις σας δεν συμβάδιζαν και αν ναι, πώς το αντιμετωπίσατε;

Μ.Δ: Εκεί ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα καθώς δεν πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων, αλλά ένα μυθιστόρημα, στο οποίο έπρεπε να δουλέψουμε αρκετά προκειμένου να βγει ομοιόμορφο, συνδυάζοντας το στυλ του καθενός. Ωστόσο με τον Γιώργο βρίσκουμε πάντα έναν τρόπο να λύνουμε τα πάντα ακόμη κι όταν διαφωνούμε.

Γ.Δ: Πρακτικά εμπόδια υπάρχουν πάντα πολλά, κυρίως στα Metal Chapters, καθώς εμπλέκονται ένα σωρό άνθρωποι μέχρι να υλοποιηθούν. Όσο για τις απόψεις μας, προφανώς και δεν μπορούν να είναι συνεχώς ταυτόσημες. Εδώ με τον εαυτό μας και διαφωνούμε! Το πολύ σημαντικό, σε περιπτώσεις σαν αυτές, είναι να έχεις συνεργάτες που να βάζουν κάτω τα δεδομένα και να αποφασίζουν σαν ομάδα. Με τον Μάριο ευτυχώς υπήρχε εξαρχής αυτή η χημεία. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι πριν από τα βιβλία υπήρχε και το φεστιβάλ Fantasmagoria, το οποίο είχε επίσης τρομερές απαιτήσεις. Καταφέραμε όμως κι εκεί να βγάλουμε μια πολύ καλή συνεργασία!

Ποιο διήγημα από το 'Μetal Chapters' project θεωρείτε το πιο αγαπημένο σας και πιο σας δυσκόλεψε περισσότερο;

Γ.Δ: Μου είναι κι εμένα πολύ δύσκολο να διαλέξω ένα συγκεκριμένο. Από του Μάριου, θα αναφέρω ενδεικτικά το εκπληκτικό “Of Unworldly Origin”, το οποίο νομίζω ότι είναι εκατό τοις εκατό και στο συγγραφικό του στυλ. Τώρα, από των γκεστ συγγραφέων, θα πω αναγκαστικά και τα πέντε, καθώς όλα μου αρέσουν πάρα πολύ! Από πλευράς δυσκολίας, ήταν δύο διηγήματά μου που χρειάστηκαν πολύ μεγάλη έρευνα. Αναφέρομαι στο “Endless Forms Most Beautiful”, που γράφτηκε για τους Nightwish και το “To the End of the World” που σχετίζεται με τους Alestorm. Και τα δύο με δυσκόλεψαν πολύ μέχρι να βρω όλες τις απαιτούμενες λεπτομέρειες. Το αποτέλεσμα πάντως μου άρεσε πολύ.

Μ.Δ: Αγαπημένο θα πω του Γιώργου το “To the End of the World” το οποίο καταπιάνεται με ένα πολύ πρωτότυπο θέμα και πραγματικά σου τινάζει τα μυαλά. Από τους guests διαλέγω το “Clockwork” της Darcy Coates το οποίο ήταν καταπληκτικό. Όσο για αυτό που με δυσκόλεψε θα έλεγα το “Disengage” των Suicide Silence καθώς έπρεπε να μπω στην ψυχολογία ενός ναρκομανή και μέσα από πρώτο πρόσωπο να αποδώσω όσο γινόταν καλύτερα την ψυχοσύνθεση και τις αντιδράσεις του.

Πώς λειτούργησε για εσάς η πανδημία στον τομέα συγγραφή;

Μ.Δ: Το διάστημα της πανδημίας χωρίστηκε σε δύο περιόδους. Την πρώτη αξιοποίησα στο έπακρο όλον αυτό τον χρόνο στη συγγραφή και τη μουσική, κάνοντας αρκετή δουλειά και τη δεύτερη περίοδο σηματοδότησε ο ερχομός του γιού μου όπου και αφοσιώθηκα πλήρως στην οικογένειά μου.

Γ.Δ: Η πανδημία περιόρισε πάρα πολύ τον διαθέσιμο χρόνο μου. Καθημερινά, μέχρι τις 5, ήμουν στο σπίτι μόνος με τα δύο παιδιά μου, τα οποία φυσικά είχαν να κάνουν και τηλεκπαίδευση. Στη συνέχεια άλλαζα “βάρδια” με τη σύζυγό μου, κυριολεκτικά στην πόρτα του σπιτιού, και έφευγα κατευθείαν για δουλειά. Φυσικά, όλο αυτό είχε και τα καλά του, μιας και ήρθα ακόμα πιο κοντά στα παιδιά μου. Όσο για τη συγγραφή, αναγκαστικά γινόταν πάντα με “αλχημείες” μέσα στη μέρα. Ευτυχώς τα κατάφερα και παρέδωσα το βιβλίο μου στον προβλεπόμενο χρόνο.

Το βιβλίο σας μεταφράστηκε και μπορεί να το βρει ο καθένας από οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη. Ποιες είναι οι προσδοκίες σας και πώς αισθάνεστε με αυτήν την εξέλιξη;

Μ.Δ: Ήταν κάτι για το οποίο παλέψαμε αρκετά και είμαστε πολύ χαρούμενοι που το καταφέραμε. Ελπίζω ότι μιας και το project μας αφορά δύο μεγάλα κοινά, τους αναγνώστες του φανταστικού και τους metalheads, θα βρει τον δρόμο του και ο κόσμος θα το δει με ενδιαφέρον. Είναι ωστόσο ακόμη πολύ νωρίς μιας και μόλις ανέβηκε στην παγκόσμια αγορά. Ο χρόνος θα δείξει.

Θα δούμε κάποια καινούργια προσωπική σας δουλειά να εκδίδεται μέσα στο τρέχον έτος;

Μ.Δ: Τον Σεπτέμβριο κυκλοφορεί το ένατό μου βιβλίο το οποίο θα είναι μια περιπέτεια μεταφυσικού τρόμου με πολύ έντονο το μυθολογικό στοιχείο, το οποίο ίσως να συνδέεται με κάποιο από τα παλιότερα βιβλία μου…Θα το μάθετε σύντομα!

Γ.Δ: Όπως και ο Μάριος, έτσι κι εγώ περιμένω το επόμενο βιβλίο μου να κυκλοφορήσει τον προσεχή Σεπτέμβριο. Πρόκειται για το τέταρτο βιβλίο της crime-thriller σειράς μου “Ευγενείς άγριοι”, των εκδόσεων BELL. Πέρα από αυτό, σκέφτομαι και το ενδεχόμενο να κυκλοφορήσω κάποια στιγμή σύντομα και μια παιδική περιπέτεια στην οποία το φανταστικό θα παίξει το δικό του ρόλο στην ιστορία!

Σας ευχαριστώ πολύ, πολλές και καλές επιτυχίες από καρδιάς! Εύχομαι το Metal Chapters Vol.II να αγκαλιαστεί κι αυτό θερμά από το αναγνωστικό κοινό και να ταξιδέψει πολύ μακριά!!