“Κελτικό Λυκόφως” του Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς
“Το Κελτικό Λυκόφως είναι μια από τις πρώτες συλλογές πεζών κειμένων που ξεκίνησε να γράφει ο Γέητς σε νεαρή ακόμα ηλικία. Τα κείμενα του Κελτικού Λυκόφωτος περιλαμβάνουν ζωντανές αφηγήσεις χωρικών για μυθικά πλάσματα της υπαίθρου. Εμπειρίες του συγγραφέα από αυτοψίες σε χωριά όπου πραγματοποιούνταν μαγικές τελετουργίες. Αναμνήσεις από γραφικούς Ιρλανδούς επαίτες των αστικών κέντρων που η παρουσία τους στους δρόμους είχε συνδεθεί με αλλόκοτα φαινόμενα. Λεπτομερείς αναφορές για φυλές ξωτικών και πανάρχαιων πλασμάτων τα οποία, ήταν πιστευτό, ότι παρενέβαιναν στις ζωές ανθρώπων της ιρλανδικής επαρχίας. Κι όλα αυτά δοσμένα όχι με έναν τεχνικά επιστημονικό λαογραφικό λόγο. Αλλά μέσα από την πένα ενός νομπελίστα ποιητή, που τα αγκαλιάζει με αγάπη και σεβασμό. Και που, κυρίως, τα ερμηνεύει ως πτυχές μιας διανοητικής κι αισθαντικής ενότητας, η οποία χτυπά κατά πρόσωπο την κυριαρχία του αστικού ορθολογιστικού επιστημονισμού και αντανακλά μια ιδεαλιστικά ρομαντική, παραδοσιοκρατική διανοητική εναλλακτική.
Οι μύθοι της Ιρλανδίας και οι λαϊκές παραδόσεις των αερικών δεν γίνονται σε αυτό το έργο του Γέητς απλώς μια λογοτεχνική ζύμη από την οποία σχηματίζονται κείμενα που προσφέρουν τέρψη στον αναγνώστη. Μετατρέπονται, ταυτόχρονα, σε μια προμετωπίδα της κοσμοαντίληψης και της πολιτικής του ιδεολογίας.
Η ανάμιξη του «υψηλού» με το «λαϊκό», η φαντασιακή μετάβαση στο λυκαυγές μιας μεταφυσικής διάστασης, όπου ο χριστιανικός μεσαίωνας συναντά τις ύστερες παγανιστικές δοξασίες της υπαίθρου, όλα αυτά αποτελούν ρομαντικά λογοτεχνικά μοτίβα που ο Γέητς χρησιμοποίησε προκειμένου να ολοκληρώσει το βιβλίο του. Ένα βιβλίο 190 σελίδων στο οποίο η πένα του Ιρλανδού κεντάει νοήματα φερμένα από τον ουρανό και σχηματίζει ονειρικά ψηφιδωτά εικόνων από κόσμους που αχνοφαίνονται πίσω από τις κουρτίνες της υλικής πραγματικότητας. Οι υπεύθυνοι των εκδόσεων Κλέος έχουμε την χαρά να παρουσιάζουμε το Κελτικό Λυκόφως για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα”.
Το Κελτικό Λυκόφως αποτελεί το τρίτο βιβλίο των εκδόσεων Κλέος και το δεύτερο του Ιρλανδού νομπελίστα Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς (1865-1939) που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά από τον ίδιο εκδοτικό οίκο.
Ο Γέητς, ξεκίνησε από μικρή ηλικία να γράφει τις ιστορίες που περιέχονται στο βιβλίο και χρειάστηκαν πολλά χρόνια μέχρι να ολοκληρωθεί και να εκδοθεί. Ο συγγραφέας περιφέρθηκε σε περιοχές της ιρλανδικής επαρχίας (αλλά και στο Δουβλίνο) και συγκέντρωσε ιστορίες σχετικά με μύθους, παραδόσεις, δοξασίες, και μεταφυσικά φαινόμενα που γίνονταν πιστευτά από τους κατοίκους. Στη συνέχεια πήγαινε στα σημεία όπου γινόταν αναφορά από τις συγκεκριμένες ιστορίες και με το εξαιρετικά ποιητικό του ύφος κατέγραφε τα βιώματά του. Σε καμία περίπτωση δεν έγραψε ως επιστήμονας λαογράφος αλλά ως αλαφροίσκιωτος ρομαντικός, που ζούσε κι εκείνος στο μεταιχμιακό περιβάλλον των μύθων της υπαίθρου.
Ο Γέητς δημιουργεί ένα μοναδικό πάντρεμα της παγανιστικής Ιρλανδίας με την Χριστιανική παράδοση και τον μεσαίωνα. Τα κείμενα του Κελτικού Λυκόφωτος περιλαμβάνουν ζωντανές αφηγήσεις χωρικών για μυθικά πλάσματα της υπαίθρου, εμπειρίες του συγγραφέα από αυτοψίες σε χωριά όπου πραγματοποιούνταν μαγικές τελετουργίες, αναμνήσεις από γραφικούς Ιρλανδούς επαίτες των αστικών κέντρων που η παρουσία τους στους δρόμους είχε συνδεθεί με αλλόκοτα φαινόμενα, λεπτομερείς αναφορές για φυλές ξωτικών και πανάρχαιων πλασμάτων τα οποία παρέμβαιναν στις ζωές ανθρώπων της ιρλανδικής επαρχίας.
Μέσα σε 186 σελίδες διαδραματίζονται περίπου 40 τέτοιες ιστορίες, οι οποίες θα σας φέρουν πιο κοντά σε έναν κόσμο όπου λογική και μύθος, παράδοση και νεωτερική πραγματικότητα, έθνος και μοντερνισμός διαξιφίζονται.
«Σε μια κοινωνία που απορρίπτει τα όσα προκύπτουν από την σχέση της παράδοσης με την φαντασία, λίγοι μόνο άνθρωποι […] καταφέρνουν να συλλάβουν την φύση των φαντασιακών πραγμάτων και, τελικά, να συνειδητοποιήσουν ότι ο άνθρωπος και η φαντασία του είναι ένα»
H παραπάνω φράση του συγγραφέα, μας κάνει να κατανοήσουμε περισσότερο ότι το Κελτικό Λυκόφως δεν φιλοδόξησε να εκφράσει μόνο την προσωπική οπτική του λογοτέχνη αλλά την εθνική ψυχή που βρισκόταν κρυμμένη στις παραδόσεις ολόκληρης της Ιρλανδίας.
Κατά την γνώμη μου, το βιβλίο όχι μόνο διαβάζεται εύκολα, αλλά και διεγείρει τη φαντασία, σε σημείο ώστε να βιώνεις ως αναγνώστης τις ιστορίες. Η ροή είναι τέτοια που κεντρίζει συνεχώς το ενδιαφέρον προκαλώντας τον αναγνώστη να το διαβάσει μονομιάς. Η κάθε ιστορία γεννά σκέψεις και δημιουργεί ένα ενδιαφέρον για την έρευνα ύπαρξης αντίστοιχων ελληνικών μύθων και παραδόσεων στην ελληνική επαρχία. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί αποκαλούν τους Ιρλανδούς Έλληνες του βορρά!