Διήγημα | "Το Σπίτι των Συναισθημάτων"

Διήγημα | "Το Σπίτι των Συναισθημάτων"

Σας είχα αφήσει αναπάντητο το ερώτημα αν ο μικρός Σαολίν και η μικρή νεράιδα ζούνε καλά! Η μικρή νεράιδα, μου είναι άγνωστο μέχρι στιγμής τι κάνει. Ξέρω όμως για τον μικρό Σαολίν. Ο μικρός Σαολίν μετά την εικόνα που αντίκρισενα βλέπει την μικρή του νεράιδα να φεύγει με τα σπασμένα φτερά στην αγκαλιά της, συνέχισε να προσπαθεί αλλά μάταια. Η μικρή νεράιδα είχε πάρει την απόφαση της. Ο μικρός Σαολίν απογοητευμένος πια, έχοντας ήδη το βάρος ότι έκανε κακό στην νεράιδα του, κλείστηκε στον εαυτότου, μιας και είχε την ανάγκη να μείνει μόνος του να σκεφτεί∙ και το έκανε.

Ο μικρός Σαολίν φεύγοντας από την Συννεφούπια, χωρίς να ξέρει που πάει, χωρίς να ξέρει τι νέες περιπέτειες τον περιμένουν, προχωρούσε με το κεφάλι καρφωμένο στο έδαφος, σκεπτικός, δίχως να του αποσπάει τίποτα την προσοχή. Έτσι πήρε μια απόφαση να αποχωριστεί το σπαθί του. Βρήκε ένα μέρος σκοτεινό, το οποίο πανύψηλα δέντρα το περιστοίχιζαν και ενώ το φεγγάρι αχνόφεγγε ανάμεσα από τα σύννεφα, πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να σκάβει ένα βαθύ λάκκο.
 
«Σπαθί μου πρέπει να σε αφήσω, πρέπει να μάθω να ζω χωρίς εσένα! Ξέρω πώς είσαι η δύναμη μου, αλλά δεν έχω πλέον χρόνο για να προσπαθήσω κι άλλο μαζί σου. Δεν θέλω να πληγωθεί κανένας άλλος και πόσο μάλλον εγώ. Πρέπει να μάθω να λειτουργώ με την λογική και την καρδιά μου, δεν θέλω να έχω εσένα ως αποκούμπι»
 
Ο μικρός Σαολίν έσκαβε για πολλές ώρες τον βαθύ λάκκο με τα χέρια του. Κουρασμένος πια, πήρε το σπαθί του στα χέρια και το άφησε να πέσει μέσα. Το σπαθί καθώς έπεφτε στον λάκκο έβγαλε ένα λευκό φως που φώτισε τα πάντα γύρω του. Τρομαγμένος το κοιτούσε χωρίς να πει λέξη, ώσπου το φως εξαφανίστηκε και το σκοτάδι έκανε πάλι την εμφάνιση του.
Τότε το θάβει και λέει: 

«Αντίο σπαθί μου, θα είμαι δυνατός, θα αντιμετωπίσω ότι βρεθεί και εμποδίσει τον δρόμο μου. Έμαθα πολλά από εσένα, άλλα καλά και άλλα όχι, το σίγουρο είναι ότι μου δίδαξες πολλά, όπως και η μικρή μου νεράιδα με βοήθησε να βρω τον εαυτό μου, να μάθω εμένα και πoια είναι η δύναμη μου» 

Φεύγοντας, ο μικρός Σαολίν άφησε ένα μικρό ξύλινο συννεφάκι στον λάκκο του σπαθιού του, γράφοντας επάνω "Θα μου λείπετε" και συνέχισε τον δρόμο του. Όπως περπατούσε είδε από μακριά ένα σπίτι με ένα μεγάλο πολύχρωμο φράχτη, πλησίασε και άκουσε φωνές, πολλές φωνές∙ τραγούδια και όργανα, ήταν λες και γιόρταζαν κάτι. Ο μικρός Σαολίν ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα. Άξαφνα πετάγεται μπροστά του ένα μωβ ξωτικό με περίεργα μαλλιά και τον ρωτάει: 
 
«Τι θέλειθ εθύ εδώ; Εδώ είναι το θπίτι των πολύχρωμων κθωτικών και θήμερα γιορτάζουμε τον καινούργιο βαθιλιά μαθ, με το όνομα Αλαζόναθ∙ αν θε βρούνε εδώ θα θε αιχμαλωτίθουν! Φύγε γρήγορα!!!»
«Μαααα δεν ξέρω που να πάω, περπατάω πολλές μέρες μόνος μου και πεινάω! Πρέπει να φάω κάτι για να βρω τις δυνάμεις μου, βοήθησε με»
«Δεν μπορώ φύγε»
«Πως σε λένε, εγώ είμαι ο μικρός Σαολίν. Πες μου το όνομα σου»
«Με λένε Γκρίνια και αν δεν φύγειθ θα φωνάκθω»
«Δεν θέλω να σας κάνω κακό, λίγο φαγητό χρειάζομαι και λίγο να ξαποστάσω, αυτό μόνο» 
 
Εκεί που ο Γκρίνιας προσπαθούσε να διώξει τον μικρό Σαολίν, βλέπει ακόμη ένα ξωτικό να πλησιάζει προς την μεριά τους και τότε ο Γκρίνιας του φωνάζει: 
 
«Έλα γρήγορα, θέλει να μπει μέθα θτο θπίτι μαθ» 
 
Καθώς πλησίαζε το δεύτερο ξωτικό, ο μικρός Σαολίν το κοιτούσε με ένα περίεργο βλέμμα και ήθελε να γελάσει, βλέποντας μπροστά του ένα πορτοκάλι ξωτικό με πολύ μεγάλα γυαλιά. Συγκρατώντας την επιθυμία του να γελάσει το ρώτησε: 
 
«Σε παρακαλώ βοήθησε με, ο Γκρίνιας θέλει να με διώξει. Χρειάζομαι μόνο λίγο φαγητό»
«Είναι λίγο δύσκολο αυτό που μου ζητάς, αλλά κάτι θα κάνω»
«Σ'ευχαριστώ πολύ, είσαι πολύ καλός. Εγώ είμαι ο μικρός Σαολίν, εσύ;»
«Εμένα με λένε Σπιούνο!»
«Περίεργο όνομα έχεις, αλλά είναι ωραίο και σου ταιριάζει.» 
 
Ο Σπιούνος παίρνει τον μικρό Σαολίν και πάνε μαζί κρυφά στην κουζίνα, ενώ ο Γκρίνιας, που ο Σπιούνος ήξερε ότι θα τα πει στον βασιλιά Αλαζόνα, άρχισε να γκρινιάζει και να λέει: 
 
«Θπιούνε, άφηθε τον να φύγει. Μην τον παθ θτο βαθιλιά»
«ΧΑΧΑΧΑ θα γελάσουμε σήμερα», λέει ο Σπιούνος, ενώ είχε αφήσει τον μικρό Σαολίν στην κουζίνα να τρώει το φαγητό τους. 
 
Ο Σπιούνος τότε πάει στον βασιλιά και του λέει στο αυτί: 
 
«Βασιλιά μου έπιασα έναν Σαολίν και τον έχω στην κουζίνα και τρώει το φαγητό μας»
«Τιιιιιιιιιι;;;;», φωνάζει βροντόφωνα ο βασιλιάς και οι μουσικοί σταμάτησαν τα όργανα! Σιγή επικράτησε στο μεγάλο σπίτι. 
 
Ο βασιλιάς πετάχτηκε από τον θρόνο και κατευθύνθηκε προς την κουζίνα. 
 
«Ένας Σαολίν στην κουζίναμου! Φρουροί, φρουροί, πιάστε τον!!!» 
 
Ο μικρός Σαολίν τρομαγμένος, του λέει τότε: 
 
«Βασιλιά Αλαζόνα, δεν θέλω να σας κάνω κακό. Λίγο φαγητό χρειαζόμουν και με βοήθησε ο Σπιούνος σε αυτό»
«Φρουροιιιιιιι!!!Φρουροιιιιιιι!!!» συνέχισε να φωνάζει ο βασιλιάς. 
 
Ένα σμήνος από πολύχρωμα ξωτικά κατευθύνονται προς την κουζίνα και πιάνουν τον μικρό Σαολίν και τον πάνε στο υπόγειο. Εκεί ήταν η φυλακή των ξωτικών. 
 
Ο μικρός Σαολίν φώναζε!

«Αφήστε με, δεν θέλω να σας κάνω κακό. Σπιούνε γιατί μου το έκανες αυτό; Γιατί με κορόϊδέψες; Γκρίνια βοήθησε με, πρέπει να φύγω» 
 
Τα ξωτικά δεν άκουγαν τίποτα και πήγαν τον μικρό Σαολίν στο υπόγειο και τον κλείδωσαν σε ένα μεγάλο δωμάτιο με πολλά πολύχρωμα κάγκελα. Ο μικρός Σαολίν κάθισε κάτω και άκουσε μια φωνή να του λέει:
«Γεια σου ξένε, τι σε έφερε σήμερα εδώ;» 
 
Ο μικρός Σαολίν χωρίς να σηκώσει καν το κεφάλι από το πάτωμα, δεν είπε λέξη.
 
«Είμαι το ροζ ξωτικό. Με λένε Εμπιστοσύνη και είμαι εδώ για να προσέχω τους ξένους. Δεν θα σου κάνουν κακό, απλά δεν συνηθίζεται να έρχονται εδώ ξένοι. Έτσι έχουμε αυτά τα μεγάλα δωμάτια για να τους κρύβουμε εδώ»
«Μααα, δεν έκανα κάτι κακό∙ λίγο φαγητό ήθελα μόνο. Πρέπει να φύγω!»
«Που θες να πας εκεί έξω; Υπάρχουν πολλά τρομακτικά πλάσματα και είσαι ένας μικρός Σαολίν, χωρίς δυνάμεις, δεν θα τα καταφέρεις»
«Θα τα καταφέρω. Εμπιστοσύνη, ξέρω τις δυνάμεις μου, ξέρω εμένα!Πέρασα από ένα Γολγοθά. Πλέον μπορώ να αντιμετωπίσω ότι βρεθεί στον δρόμο μου∙ και τώρα άσε με, πρέπει να σκεφτώ». 
 
Η Εμπιστοσύνη τον άφησε στην ησυχία του, πηγαίνοντας του λίγο φαγητό. 
 
Καθώς  η ώρα περνούσε και o μικρός Σαολίν ήταν κλειδωμένος στο μεγάλο δωμάτιο, ξαφνικά κατεβαίνει ο βασιλιάς Αλαζόνας και τον ρωτάει:  
 
«Ξένε, τι σε έφερε εδώ; Εδώ είναι το σπίτι των ξωτικών. Είναι ένα περίεργο σπίτι! Εδώ θα συναντήσεις πολλά ξωτικά. Μέχρι στιγμής συνάντησες τον Γκρίνια, που γκρινιάζει συνέχεια. Συνάντησες τον Σπιούνο, που λέει ψέματα και μου τα λέει όλα. Συνάντησες την Εμπιστοσύνη που είναι καλή, δεν λέει ψέματα και μπορείς να την εμπιστευτείς ακόμη! Εδώ υπάρχουν πολλά ξωτικά, όπως ο Χρόνος, η Αγάπη, ο Θυμός, η Μιζέρια, ο Πόνος, η Λύπη, ο Φόβος, η Αμφιβολία, ο Έρωτας, η Ευτυχία! Εδώ είναι το πολύχρωμο σπίτι ή αλλιώς το σπίτι των συναισθημάτων∙ και εγώ είμαι ο βασιλιάς Αλαζόνας που τα θέλω όλα! Τώρα που ήρθες εδώ πρέπει να σε κρατήσω. Εδώ που ήρθες είσαι πολύ τυχερός στην ατυχία σου, γιατί σε αυτό το σπίτι συναντάς όλα τα συναισθήματα μαζί, ενώ έξω υπάρχουν παντού χωρίς ονόματα και ταμπέλες και δεν θα ξέρεις πως να τα αντιμετωπίσεις»
«Βασιλιά μου είμαι ένας Σαολίν και έχω περάσει πολλά! Είχα ένα μαγικό σπαθί που ήταν η δύναμη μου και το άφησα∙ το άφησα γιατί έμαθα πραγματικά ποια είναι η δύναμη μου και σε αυτό με βοήθησε η μικρή μου νεράιδα. 
 
Εκεί ξεκίνησε να διηγείται την ιστορία της μικρής νεράιδας. Ο βασιλιάς αν και αλαζόνας, συγκινημένος από την ιστορία του μικρού Σαολίν του λέει να μείνει για όσο θέλει στο σπίτι των συναισθημάτων και όταν νιώσει έτοιμος να αντιμετωπίσει τον κόσμο έξω, τότε να φύγει. Ο μικρός Σαολίν έμεινε για μέρες στο σπίτι των συναισθημάτων και έμαθε πολλά. Έμαθε τόσα όσα χρειαζόταν για να βγει και πάλι στον έξω κόσμο, να βγει και να αντιμετωπίσει όλα αυτά τα συναισθήματα. Ο μικρός Σαολίν ευχαρίστησε τον βασιλιά και όλα τα ξωτικά και τους είπε ότι θα τους θυμάται για πάντα, για όλα όσα έκαναν για εκείνον.
 
Και έφυγε!

Ο μικρός Σαολίν συνέχισε να περπατάει και στα χείλη του είχε καρφωμένο ένα χαμόγελο, ένα χαμόγελο δύναμης, γιατί φεύγοντας από το σπίτι των συναισθημάτων κατάλαβε πολλά πράγματα για τα συναισθήματα. Κατάλαβε τι θα δει στον έξω κόσμο. Όπως περπατούσε αφηρημένος στο δρόμο, σκοντάφτει πάνω σε ένα γαλάζιο σκληρό πράγμα με κίτρινα αγκάθια. 
 
«Οοοοοααααααααιιιιι, πόνεσε αυτό, που βρέθηκε εδώ μπροστά μου; Τι είναι;»

Ο μικρός Σαολίν έπεσε πάνω στην ουρά ενός δράκου. 
 
«Ψιττττ εσύ! Σε σένα μιλάω,  δεν βλέπεις μπροστά σου; Με χτύπησες!»
«Συγνώμη, δεν σε είδα, ήμουν λιγάκι αφηρημένος. Τι είσαι εσύ και τι είναι αυτό που έπεσα πάνω του;»
«Είμαι ένας δράκος»
«Δράκοοοοοος, βοήθειααα...»
«Όχι, όχι, έλα εδώ, είμαι άκακος»
Ο μικρός Σαολίν πλησιάζει και του λέει 
 
«Εσύ γιατί δεν βγαίνεις να σε δω; Βλέπω μόνο αυτό το πράγμα που έπεσα πάνω του»
«Αυτή είναι η ουρά μου!»
«Συγνώμη και πάλι! Άντε βγες να σε δω!»
Ο δράκος αρχισε να βγαίνει σιγα-σιγά από τον θάμνο. 
 
«Ουαου, πρώτη φορά βλέπω έναν δράκο!»  
 
Ο δράκος ήταν ψηλός και απ' την ουρά του και πάνω, το δέρμα του λαμπυριζε και στην κοιλιά του είχε ένα γράμμα το Α. Ο μικρός Σαολίν τον κοιτούσε με το στόμα ανοιχτό! 
 
«Είσαι, είσαι... εεε... εκθαμβωτικος. Αυτό στην κοιλιά σου τι είναι;»
«Είναι ένα γράμμα, το Α! Έτσι γεννήθηκα, και γι'αυτό τον λόγο το όνομα μου είναι Αληθής»
«Και γιατί είσαι μόνος σου;»
«Είμαι μόνος μου γιατί η δύναμη μου είναι η Αλήθεια και πολλές φορές δεν αρέσει όταν την λέω και έτσι μένω μόνος μου για να μην στεναχωρώ κανένα»
«Είναι δύσκολη η δύναμη σου και όντως πολλές φορές θέλει κότσια να πεις την αλήθεια. Έτσι έκανε και η μικρή μου νεράιδα, βρήκε το θάρρος να μου πει αυτά που πίστευε και έφυγε. Πολλές φορές φοβάσαι να την ακούσεις. Το ένιωσα, η αλήθεια μπορεί να σε πληγώσει και με πλήγωσε, αλλα σίγουρα την προτιμώ από το ψέμα. Είχα συναντήσει ένα πορτοκαλί ξωτικό που έλεγε ψέματα και ήταν πολύ άσχημο. Εγώ πάντως είμαι εδώ για να ακούσω ότι θέλεις, είμαι εδώ μπροστά σου και δεν φοβάμαι πλέον να ακούσω την αλήθεια. Μπορώ να αναγνωρίσω τα λάθη μου και να μην τα ξανάκάνω».
 
Ο Αληθής αγκαλιάζει το μικρό Σαολίν με την ουρά του και του λέει:
 
«Είσαι πολύ καλός, φαίνεται ότι έχεις περάσει πολλά και η μόνη αλήθεια που μπορώ να σου πω είναι ότι έχεις στο μυαλό σου και ότι όνειρα και αν κάνεις, αν βάλεις στόχους, θα τα πετύχεις»
 
Το βράδυ έκανε την εμφάνιση του και ο μικρός Σαολίν κοιμήθηκε πάνω στην ουρά του δράκου. Κοιμήθηκε και ένιωθε ασφαλής. Ο δράκος τον πήρε στην αγκαλιά του και τον οδήγησε σε ένα σταυροδρόμι με πολλές πινακίδες που μιλούσαν και η κάθε μία έλεγε αυτό που αντιπροσωπεύει. Ενώ ο μικρός Σαολίν κοιμόταν, ο Αληθής του λεει:
 
«Στον δρόμο για να βρεις αυτό που ψάχνεις θα συναντήσεις πολλά περίεργα πράγματα, πράγματα που θα φτιάξουν τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα σου, πράγματα που εσύ ο ίδιος θέλεις για τον εαυτό σου. Απλά η επιλογή είναι δικιά σου, εσύ επιλέγεις τον δρόμο και την κατεύθυνση που θέλεις να πας. Αντίο μικρέ μου φίλε, να προσέχεις»
Τον αφήνει σε αυτό το σταυροδρόμι και ο Αληθής δράκος εξαφανίστηκε... 
 
Ο μικρός Σαολίν ξυπνάει, από τις φωνές των πινακίδων, κοιτάει γύρω του και ο δράκος είχε εξαφανιστεί 
 
«Που είμαι;» αναρωτήθηκε ο μικρός Σαολίν, κοιτώντας τις πινακίδες μπερδεμένος. «Ο δράκος που είναι; Αληθή, Αληθή που είσαι;» 
 
Φώναζε ο μικρός Σαολίν, αλλά δεν πήρε καμία απάντηση. Καθώς ήταν καθισμένος στην μέση του δρόμου,  κοιτούσε τις πινακίδες και αντίκρισε ότι μια από αυτές δεν μιλάει. Τότε κατευθύνθηκε προς σ'αυτη, ρωτώντας την: 
 
«Αν ακολουθήσω αυτό τον δρόμο θα βρω την μικρή μου νεράιδα;» ρώτησε ο μικρός Σαολίν με μια χροιά αφέλειας
«Αν επιλέξεις αυτό τον δρόμο θα μάθεις να βάζεις στόχους» απάντησε η πινακίδα και σταμάτησε απότομα να μιλάει.
 
Ο μικρός Σαολίν πήρε την κατεύθυνση του στόχου, επιλέγοντας να πραγματοποιήσει τα όνειρα του. Να μην φοβάται για το αβέβαιο μέλλον, να πάρει την ζωή του στα χέρια του  και να την φτιάξει όπως μόνο αυτός ξέρει, μετά από όλα αυτά που είδε και έμαθε. Και ναι, ποιος ξέρει, μπορεί να ξαναβρήκε και την μικρή του νεράιδα...
 
Ευχαριστούμε τον Ιωάννη Τζιόλια για την παραχώρηση του παραμυθιού