“Παραφυσικά μυστήρια, κατασκοπεία και ψίθυροι στο σκοτάδι, με τον συγγραφέα Παναγιώτη Παναγόπουλο”

“Παραφυσικά μυστήρια, κατασκοπεία και ψίθυροι στο σκοτάδι, με τον συγγραφέα Παναγιώτη Παναγόπουλο”

Αν τον βλέπατε επί σκηνής, με το χαβανέζικο πουκάμισό του και στραβά το ψάθινο καβουράκι, να φρενιάζει το κοινό στους ρυθμούς της Latin, Salsa και Jazz Rock ως άλλος Βάκχος τους Ναρθηκοφόρους, σίγουρα το τελευταίο πράγμα που θα σκεφτόσασταν είναι πως αυτός ο άνθρωπος είναι ένας από τους πολύ ξεχωριστούς νεοέλληνες συγγραφείς παραφυσικού τρόμου.

Κι όμως, αυτό ακριβώς είναι ο Παναγιώτης Παναγόπουλος. Μουσικός, συγγραφέας, φιλάνθρωπος, εκατομμυριούχος, πλέιμποϊ– ένας Μπάτμαν της ελληνικής λογοτεχνίας του φανταστικού.

Το πρώτο του βιβλίο, «Το πέρασμα του Ιγνατίου», εκδόθηκε το 2011 και το δεύτερο, «Βάπτισμα Πυρός», ακολούθησε λίγα χρόνια αργότερα, το 2014.

Αυτό που, κατά τη γνώμη μου, κάνει τα δύο αυτά έργα να ξεχωρίζουν είναι η αληθοφάνειά τους. Βλέπετε, ναι, ο Παναγιώτης μπορεί να κινείται στο χώρο της φανταστικής λογοτεχνίας μεν, αλλά το κάνει νυχοπατώντας. Οι ιστορίες του είναι γερά ριζωμένες στην ελληνική πραγματικότητα ενώ, ταυτόχρονα, ρίχνουν μια διεισδυτική ματιά στις σκιερές και άγνωστες πτυχές του περιθωρίου όπου το φυσικό και το υπερφυσικό συναντιούνται με ενστικτώδη οικειότητα.

Αγωνία, κατασκοπία, μυστικές αδελφότητες, δυστοπικές κοινωνίες, κρυφά δίκτυα στοών στην απομακρυσμένη Ελληνική ύπαιθρο, υπερφυσικές δυνάμεις που ζουν και ενεργούν ανάμεσά μας και ορίζουν τις τύχες του κόσμου είναι μονάχα ένα μέρος του ψηφιδωτού της φαντασίας του Παναγιώτη.

Όλα εκείνα τα παράδοξα που όλοι μας κάποια στιγμή έχουμε μισοακούσει και τα έχουμε αποπάρει με ένα «έλα μωρέ τώρα», ο Παναγιώτης τα έχει συλλέξει και τα έχει συνδέσει σε δύο μυθιστορήματα εξαιρετικά καλοδεμένα από σεναριακής άποψης. Επιπλέον, τα έχει διανθίσει με χαρακτήρες πιστευτούς, ζωντανά αμαλγάματα ατελειών και ιδεαλισμού.

Η κινηματογραφική του γραφή και οι ωμοί, ρεαλιστικοί του διάλογοι κρατούν ένα πυρετώδη ρυθμό στην αφήγηση, δίχως πλατειασμούς ή αχρείαστες εξηγήσεις.

Παρά τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται συγγραφικά, ο Παναγιώτης είναι άνθρωπος ρεαλιστής, με πνεύμα ανήσυχο από τη μια, μα και αυστηρότατα κριτήρια αξιολόγησης του «ανεξήγητου». Ερευνά ενδελεχώς το θέμα του κάθε φορά και αυτό είναι κάτι που διαφαίνεται στο γράψιμό του, δίχως όμως να κουράζει τον αναγνώστη με σωρεία εγκυκλοπαιδικών λεπτομερειών οι οποίες ουδένα αντίκτυπο έχουν στην εξέλιξη της πλοκής.

«Το πέρασμα του Ιγνατίου» είναι ένα βιβλίο που θα συνιστούσα ανεπιφύλακτα σε όλους –και ειδικότερα στους λάτρεις των παράδοξων θεωριών που περιβάλλουν την «εξαφάνιση» του καθηγητή Λιαντίνη– ενώ το «Βάπτισμα Πυρός» είναι ένα κατασκοπικό θρίλερ κομμένο και ραμμένο στα γούστα εκείνων που παρακολουθούν την δικτατορική επέλαση της λεγόμενης «Νέας Τάξης Πραγμάτων» αλλά είναι αρκετά έξυπνοι για να μην το συζητούν δημόσια.

Προσφάτως είχα την ευκαιρία να ανάψω τον ειδικό προβολέα μου και να τον στρέψω προς τα λογοτεχνικά σύννεφα και έτσι κατόρθωσα να επικοινωνήσω με τον Παναγιώτη. Η κουβέντα μας ήταν απολύτως εμπιστευτική και έλαβε χώρα σε μυστική τοποθεσία, μέσα σε κλωβό Φαραντέι, αλλά χάρη σε ένα καλό μου ξαδερφάκι (από την ΕΥΠ, δεν τον ξέρετε) κατόρθωσα να βρω την απομαγνητοφωνημένη συζήτησή μας και σας την παραθέτω αυτούσια. Εκτός κάποια κομμάτια που παραμένουν απόρρητα για λόγους εθνικής ασφαλείας και προστασίας της ψυχικής σας υγείας.
 


 

1. Μετά συγχωρήσεως για την κλισέ ταμπέλα, αλλά προσωπικά θα χαρακτήριζα τα βιβλία σου ως «σκοτεινής περίπου φαντασίας» με στοιχεία υπερφυσικού τρόμου και φυσικής αγωνίας. Επέλεξες αυτό το είδος ή αυτό επέλεξε εσένα; Ποιες, θα έλεγες, είναι οι βασικότερες επιρροές σου;

Θα ξεκινήσω λέγοντας πως κανένας άνθρωπος του πνεύματος και της τέχνης, είτε καλλιτέχνης, συγγραφέας ή ακόμα και επιστήμονας δεν επιλέγει (συνειδητά τουλάχιστον) το κάλεσμά του, όπως αντίστοιχα ένας τρελά ερωτευμένος δεν επιλέγει το αντικείμενο του πόθου του. Θεωρώ πως οι εγκέφαλοί μας λειτουργούν ως εξειδικευμένοι δέκτες που άπαξ και συναντήσουν κάποιο συγκεκριμένο εύρος συχνοτήτων τότε “γοητεύονται” από την εκπομπή τους και συντονίζονται για πάντα μαζί τους, διαμορφώνοντας και καλλιεργώντας περαιτέρω την ποιότητα του σήματος, καθώς, σε αντίθεση με την παραδοσιακή σχέση πομπού/δέκτη, η εν λόγω σχέση είναι διαδραστική και μορφοποιεί και τους δύο ταυτόχρονα.

Για να απαντήσω και στην ερώτησή σου όμως, συμφωνώ με τους χαρακτηρισμούς που έδωσες παραπάνω. Ως επιρροές μου δε, αναγνωρίζω τους Philip Dick, Robert Anton Wilson, Dan Brown, H.P. Lovecraft, Umberto Eco αλλά και πέρα από την λογοτεχνία θεωρώ ότι το γράψιμό μου διαθέτει έναν κινηματογραφικό ρυθμό επηρεασμένο από το έργο των David Lynch, Stanley Kubrick και Brooke Burgess.

2. Εκτός από συγγραφέας είσαι και επαγγελματίας μουσικός, σωστά; Μίλησέ μου λίγο για την πορεία σου στη μουσική, τις επιλογές σου, καθώς και πώς (και εάν) αυτή η όψη της καλλιτεχνικής σου δραστηριότητας συνδέεται με τα βιβλία σου ή αντικατοπτρίζεται σε αυτά.

Αν και ο έρωτας μου με τα βιβλία προηγείται της μουσικής, η μουσική με ξεμυάλισε έντονα κατά τη διάρκεια των πρώτων εφηβικών σκιρτημάτων και η ενασχόλησή μου μαζί της δεν άργησε να πάρει τον επαγγελματικό δρόμο. Ισορροπώντας ανάμεσα στην μουσική για τα προς το ζείν και στη μουσική ως προσωπική καλλιτεχνική έκφραση, έχω υπάρξει ροκ συνθέτης, μουσικός σε νυχτερινά κέντρα, διπλωματατούχος σύνθεσης, τραγουδιστής/πιανίστας/κιθαρίστας σε μυριάδες συγκροτήματα, ιδρυτής του διεθνούς φήμης latin σχήματος Cubaneros, και πιο πρόσφατα, μέλος partyband σε κρουαζιερόπλοιο. Έτσι για να μη βαριόμαστε βρε αδερφέ, χε χε.

Η μουσική έχει διαμορφώσει καταλυτικά κάθε πλευρά του χαρακτήρα και της ζωής μου εν γένει, οπότε θα ήταν εξαιρετικά απίθανο να μην με έχει επηρεάσει και ως συγγραφέα, ακόμα κι αν αδυνατώ να εντοπίσω τον ακριβή τρόπο. Μου είναι αδύνατο να ξεχωρίσω που τελειώνει ο Παναγιώτης μουσικός και που αρχίζει ο οτιδήποτε άλλο.

3. Βρίσκεις ότι η συγγραφή και μουσική είναι δύο ολότελα ξέχωρα «πλάσματα» ή θα έλεγες πως είναι φρούτα του ίδιου δέντρου;

Υπάρχουν κοινά στοιχεία αλλά και σημαντικές διαφορές, τουλάχιστον υπό το πρίσμα του δικού μου βιώματος.

Καταρχάς υπάρχει σαφέστατη ομοιότητα μεταξύ συγγραφής και μουσικής σύνθεσης. Και οι δύο διαδικασίες απαιτούν φαντασία, δημιουργικότητα, σχεδιασμό, μακρόχρονη δέσμευση και πολύ μοναχική εργασία. Κάπου εκεί όμως τελειώνουν τα κοινά και αρχίζουν οι διαφορές. Βρίσκω πως το έργο του συγγραφέα είναι αρκετά πιο ανεξάρτητο και ελεγχόμενο από αυτό ενός συνθέτη, και εξηγώ τι εννοώ. Το τελικό αποτέλεσμα της συγγραφής ενός βιβλίου (της εικαστικής μορφής εξαιρουμένης), εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τις δυνατότητες του συγγραφέα, άντε και από το ραφινάρισμα ενός διορατικού επιμελητή. Το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα ενός μουσικού έργου όμως, εξαρτάται συχνά από μία πλειάδα άλλων συντελεστών/συνεργάτων, όπως: τραγουδιστές, διάφοροι οργανοπαίκτες, ηχολήπτες, παραγωγοί ακόμα και τις δυνατότητες των μέσων της εκάστοτε εποχής. Για να μην αναφερθώ καν στην ζωντανή αναπαραγωγή ενός μουσικού έργου όπου εκεί ο έλεγχος μπορεί να χαθεί εντελώς από τα χέρια του αρχικού δημιουργού.

Τέλος μία άλλη σημαντική διαφορά είναι πως ένας συγγραφέας μπορεί να επιλέξει μία ήσυχη μοναχική ζωή. Ένας μουσικός είναι καταδικασμένος (για καλό ή για κακό) να βρίσκεται ανάμεσα στο πλήθος και να μετακινείται συχνά. Υπάρχουν πολλές εξαιρέσεις και διαβαθμίσεις σε όλα αυτά βέβαια. Αυτός είναι απλά ο κανόνας.
 


 

4. Στα βιβλία σου «Βάπτισμα Πυρός» και το «Πέρασμα του Ιγνατίου» εξερευνείς συχνά θέματα που θεωρούνται θεωρίες συνομωσίας ή ψευδοεπιστημές. Μεταξύ μας, δεν ακούει κανένας τώρα: πιστεύεις σε θεωρίες συνομωσίας, μεταφυσικά φαινόμενα, κρυπτοζωολογία και τα τοιαύτα; Και αν ναι, σε τι βαθμό;

Ομολογώ πως έχω αναθεωρήσει αρκετά όσον αφορά πολλές από τις θεωρίες συνομωσίας. Βλέπεις η δεκαετία 2001-2012 ήταν η χρυσή εποχή της εξάπλωσης των εν λόγω θεωριών και αυτό ήταν αποτέλεσμα της αντίστοιχης εκθετικής εξάπλωσης του διαδυκτίου στα σπίτια μας και στα μυαλά μας. Αυτός ο αρχικός χείμαρρος με πήρε και μένα παραμάζωμα χωρίς να προλάβω να τον αξιολογήσω σωστά, με αποτέλεσμα να παρασυρθώ λίγο παραπάνω απ’ ότι έπρεπε. Σκέψου το όμως και λίγο. Τι ζήσαμε αυτά τα χρόνια, και τι ζούμε ακόμα έτσι; Η 11η Σεπτεμβρίου, που οδηγεί σε περιορισμούς ελευθεριών και άκρατο ιμπεριαλισμό. Πρωτόγνωρες εικόνες από φυσικές καταστροφές σε Νοτιονατολική Ασία και Ιαπωνία. Ξαφνικά μία πρωτοφανή οικονομική κρίση που αλλάζει τις τρέχουσες κοινωνικές δομές, σύγκρουση εθνικισμού - παγκοσμιοποίησης, και όλα αυτά υπό μία απειλητική αρχαία προφητεία για ένα αποκαλυπτικό 2012!!

Νομίζω είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην είσαι συνομωσιολόγος στις μέρες μας. Οι αλλαγές συνταράσσουν τον απλό πολίτη ο οποίος νιώθει οτι χάνει κάθε έλεγχο των γεγονότων ενώ ταυτόχρονα δέχεται πολλαπλές πλύσεις εγκεφάλου από έναν μηντιακό καταιγισμό. Τα δύο βιβλία που αναφέρεις έχουν γραφτεί μεταξύ 2009 και 2013 οπότε έχουν καταγράψει όλο το peak του σεισμικού κύματος της συνομωσιολογίας. Από τότε νομίζω έχω αποκτήσει την οπτική πως η πραγματικότητα είναι αρκετά πιο περίπλοκη από την απλή μηχανιστική λογική της πυραμίδας που τόσο πολύ αγαπούν οι συνομωσιολόγοι. Μάλιστα τείνω στην άποψη πως οι διάφορες κοινωνικές δομές και θεσμοί που έχουν θεσπίσει οι κοινωνίες μας, όταν ξεπερνούν κάποιο κρίσιμο μέγεθος, πλέον ξεφεύγουν από τον έλεγχο των ανθρώπων/δημιουργών τους και λειτουργούν ανεξάρτητα, περίπου σαν godforms!

Θα ήταν όμως και εξαιρετικά αφελές από την άλλη να πιστεύουμε πως δεν υπάρχει σκληρός και αδυσώπητος ταξικός πόλεμος και πως οι ανώτερες τάξεις, οι ελίτ που λέμε, δεν προωθούν την δική τους ατζέντα η οποία σαφώς και περιλαμβάνει τον έλεγχο και την διαχείρηση του ποιμνίου ανάλογα με τα συμφέροντά τους.

Ξέφυγα όμως με τις θεωρίες συνομωσίες και δεν μίλησα για τα υπόλοιπα φαινόμενα. Για μένα η λεγόμενη μεταφυσική λοιπόν δεν είναι πεδίο πίστης αλλά έρευνας, και στον βαθμό που δύναμαι να την ερευνήσω καταλήγω και στα ανάλογα συμπεράσματα. Έχω ασχολήθεί αρκετά με την αστρολογία, τον αποκρυφισμό και τις εξωσωματικές εμπειρίες για να καταλήξω στο συμπέρασμα πως η (ανθρώπινη;) συνείδηση εκτείνεται πολύ περισσότερο από αυτό που συμβατικά ονομάζουμε φυσικό σώμα και ειλικρινά δεν ξέρω που βρίσκονται τα όρια του “εγώ” με το “εκεί έξω” - αν υπάρχουν καν!

Τέλος το φαινόμετο των ΑΤΙΑ είναι τόσο πολύμορφο, πολύπλευρο και παρεξηγημένο που χρειάζεται ξεχωριστή συνέντευξη μόνο και μόνο για μία επιγραμματική αναφορά. Θα πω μόνο ότι σαφώς και με ενδιαφέρει και με γοητεύει σφόδρα.

5. Συναίσθημα ή high-concept παραφυσική δράση; Τι προτιμάς να γράφεις; Ποιο από τα δύο θεωρείς σημαντικότερο στην ανάπτυξη και κλιμάκωση των αφηγημάτων σου; Γιατί στα βιβλία σου υπάρχουν και τα δυο σε γενναιόδωρες δόσεις.

Χμ, νομίζω ότι και στα δύο αυτά πρώτα μου βιβλία έγραψα αρκετά αυθόρμητα. Να φανταστείς ήμουν σχεδόν στην μέση και δεν ήξερα καν ποιο θα είναι το τέλος. Φρόντιζα πάντα να κάνω πολύ καλή έρευνα για να αποδώσω σωστά αυτά στα οποία αναφέρομαι, αλλά απο κει και πέρα έγραφα ό,τι μου ερχότανε. Βέβαια, για άλλη μία φορά θα αναφερθώ στην κινηματογραφική επιρροή πάνω στο γράψιμο. Θέλω να δημιουργώ εικόνες στον αναγνώστη και θα ήθελα την ώρα που διαβάζει ένα βιβλίο μου, στο πανί του μυαλού του να μπορεί να το παίξει σαν ταινία. Αν το καταφέρνω αυτό τότε είμαι ικανοποιημένος.

6. Ιδιαίτερα στο βιβλίο σου «Βάπτισμα Πυρός» αναπτύσσεις πολύ ζωντανά την ιδέα ενός «μεταφυσικού υποκόσμου» ο οποίος συνυπάρχει με την προσγειωμένη μας ελληνική καθημερινότητα και κινεί τα νήματά της, τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Μια ακόμα θεωρία συνομωσίας ή άβολη αλήθεια που δεν θέλουμε να παραδεχτούμε;

Να σου πω την αλήθεια δεν ξέρω κατά ποσο είναι μεταφυσικός, αλλά ότι ένας υπόκοσμος κυβερνά αυτή τη χώρα είναι κάτι που ουτε καν που κρύβεται πια. Είναι πραγματικά θλιβερή η κατάντια της ελληνικής κοινωνίας και ειλικρινά δεν θα ήθελα να στεναχωρηθώ περισσότερο κουβεντιάζοντας για αυτό. Ας το αφήσουμε...

7. Θα ήθελες να μοιραστείς μερικά στοιχεία της συγγραφικής σου μεθόδου; Για παράδειγμα, στο «Πέρασμα του Ιγνατίου» έχεις ιδιαίτερα έντονες και γλαφυρές περιγραφές του Ολύμπου καθώς και ορειβατικών περιπετειών. Επισκέφθηκες τις πλαγιές του Ολύμπου για να τις γράψεις αυτές και δοκίμασες από πρώτο χέρι πως είναι να παραπατάς και να κάνεις τσουλήθρα τριακόσια μέτρα κάθετα;

Φυσικά και επισκέφθηκα το Βουνό των Θεών αλλά για να το εξερευνήσεις, φίλε μου, στο βαθμό που το περιγράφω στο βιβλίο μου, χρειάζεσαι ιδιαίτερη ορειβατική εμπειρία καθώς και ελευθερία χρόνου και πόρων που εγώ δεν διέθετα τουλάχιστον την περίοδο που έγραφα το “Πέρασμα του Ιγνάτιου”, οπότε, το σημαντικότερο μέρος των ερευνών έγινε στο διαδύκτιο, μέσω χαρτών, ιστοριών, ακόμα και μέσω φόρουμς όπου μπορούσα να προμηθευτώ την πολύτιμη εμπειρία άλλων που έχουν ζήσει από πιο κοντά αυτό το πολύ ιδιαίτερο μέρος της ιερής γεωγραφίας μας.

8. Τι συγγραφικά σχέδια έχεις για το εγγύς και το μακρινό μέλλον; Τι μπορούμε να περιμένουμε να δούμε από εσένα στη συνέχεια;

Είμαι στην ευχάριστη θέση να αναφέρω πως η περίοδος του κορονοϊού με έβγαλε από έναν πενταετή συγγραφικό λήθαργο επιτέλους! Προς το τέλος αυτής της χρονιάς θα κυκλοφορήσει το τρίτο μου μυθιστόρημα με τίτλο “Ο Αστρολόγος του Χίτλερ” από τις εκδόσεις Πηγή. Πρόκειται για ακόμα ένα έργο «σκοτεινής περίπου φαντασίας» όπως χαρακτηρίζεις και παραπάνω, με κάποια περισσότερο στοιχεία νουάρ κατασκοπείας αυτή τη φορά, καθώς και με πολλές αναφορές σε πραγματικά ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα. Επίσης ήδη έχω κάποιες ιδέες που πιθανόν να εξελιχτούν σε μία σειρά βιβλίων, καθώς και μία σκέψη για ένα δοκίμιο πάνω σε συγκεκριμένο θέμα αποκρυφισμού που θεωρώ ότι λείπει από την ελληνική γλώσσα. Το μυαλό όμως είναι καπριτσιόζικο εργαλείο και θα δούμε που θα μας οδηγήσει. Όρεξη και χρόνος να υπάρχει.