“Πλάθοντας Κόσμους”: Αναζητώντας τις σκοτεινές γωνιές του Σύμπαντος

“Πλάθοντας Κόσμους”: Αναζητώντας τις σκοτεινές γωνιές του Σύμπαντος

Η ΠΝΟΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Είμαι ρομπότ 
κατασκευασμένο με μεγάλη προσοχή
Στα κυκλώματά μου βαθιά
δεν υπάρχει σκοτάδι,
όλα είναι φωτισμένα
Είμαι ένα πανέξυπνο ανδροειδές,
δηλαδή είμαι σωστά προγραμματισμένο
Είμαι πλασμένο
για όλα αυτά που απαξιώνει
κάθε ψυχή στον κόσμο
μα και για τ’ άλλα
που δε μπορεί να ζωντανέψει,
ταξίδια ατέλειωτα στο Σύμπαν
και ανάσταση νεκρών ονείρων
Περπατώ με τις μηχανικές αρθρώσεις μου
αθόρυβα, σιωπηλά
στους δρόμους της Θείας Επαγγελίας
Αναζητώ για εσένα Άνθρωπε,
τον πλανήτη που θα φιλοξενήσει
την καινούργια σου κατοικία
Είμαι προγραμματισμένο για πολλά πράγματα
Για όσα εσύ το ανθρώπινο πλάσμα
δε μπορείς ν’ ανακαλύψεις,
για όσα ο νους σου λησμονεί
Αν κοιτάξεις όμως βαθιά μέσα μου
θα διαπιστώσεις πως κάτι μου λείπει,
η πνοή της ζωής

Ο ΡΟΛΟΣ

Το ωραιότερο όνειρο της ζωής μου
είσαι εσύ, Σύμπαν μου
Γείτονας πιστός φίλος
και σύντροφος αιώνιος
Χτυπάς δυνατά κάθε νύχτα
την πόρτα του αστρόπλοιου μου
για να διαπιστώσεις αν σε νοιάζομαι
Να ξέρεις, δε μπορώ να κοιμηθώ χωρίς την σκέψη σου
Είσαι το παραμύθι που μου έλεγε κάθε βράδυ η μάνα μου
για να μεγαλώσω δέντρο αειθαλές
Τώρα σε αγαπώ ακόμη κι έχω την ανάγκη σου
για τα ταξίδια μου μέσα στην αιώνια νύχτα σου
Με αγκαλιάζεις με στοργή
Κάθε ημέρα μου επιφυλάσσεις μια έκπληξη,
μια διαφορετική παράσταση
επάνω στη θεατρική σκηνή της Δημιουργίας
Υπέροχα τα σκηνικά
Όλα κινούνται μέσα σου, όλα αλλάζουν,
όλα ζουν, όλα πεθαίνουν
Μαζί τους κι εγώ
παίζω με ζέση τον ασήμαντο μου ρόλο

ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟΙ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΙ

Αυτή η αδιάκοπη πορεία
στους άγνωστους κόσμους
βγάζει πάντα ένα ερωτηματικό
σα φοίνικα μέσα απ’ την στάχτη του χρόνου
Ποιος βουβός ψαλμός θα δοξάσει
τ’ ακάματα πόδια μας
στο κυνήγι μιας νέας αρχής στη ζωή μας;
Η δίψα της κρεμάστηκε επάνω μας
Η αχίλλειος πτέρνα μας
μουδιάζει απ’ το βάρος της
Εδώ μέσα στην αιώνια νύχτα
ανεβάζουμε την παράσταση
που είναι αφιερωμένη στις επόμενες γενιές
Δαγκώνουμε την σάρκα των συναισθημάτων μας,
θλίψη, πίκρα, πόνο μα κι ευτυχία
πως θ’ αφήσουμε κάτι σπουδαίο και μοναδικό
στους επιλεγμένους κληρονόμους μας

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΙΩΠΗ

Την ουράνια σιωπή αναζητώ,
τις άηχες κραυγές της ψυχής μου
Άλλοτε τις ψάχνω με θεϊκό σθένος
Άλλοτε με τα σπασμένα χέρια μου
Κάποιες φορές τις βρίσκω φευγαλέα 
στο σαγηνευτικό φως της αγάπης σου
Κάποιες άλλες φορές
σε παράξενους ναούς και ιερογλυφικά
Μερικές φορές στις αναξιόπιστες υποσχέσεις
κάποιου νεοανακαλυφθέντα εξωπλανήτη
μα σκοτεινές ιεροτελεστίες αλλοτρίων
μου τις κρύβουν πάλι μέσα στο σκοτάδι
Καταδύομαι στη μοναξιά της ύπαρξής μου
Βουτώ με το κεφάλι στα μυστικά του Σύμπαντος
μα μόνο θλίψη συναντώ
και βουβές μελωδίες από ακούρδιστες χορδές
μυστηριακής άρπας
Που να βρω την σιωπή του θείου έρωτα;
Που είναι κρυμμένος ο μίτος της ψυχικής γαλήνης
να βρω διέξοδο για τη λαβωμένη καρδιά μου;
 Απόκοσμοι θόρυβοι τρομακτικοί τριγύρω μου
Πώς να θυμηθεί η ιερή σιγή
το δυσκολοδιάβαστο όνομά μου;
Πώς να γλυκάνω το αφέψημα 
του άγνωστου προορισμού μου,
καθώς απεγνωσμένος ξεκινώ
για ένα ανεπίστρεπτο ταξίδι
στο άφωνο Σύμπαν;

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟ ΑΣΤΡΟ

Αλλόκοσμη κάθεται μόνη στο ρείθρο του χρόνου,
κοιτάζοντας πέρα το μεσοαστρικό κενό
Απ’ την πλάτη ενός λευκού νάνου
βλέπω την πομπή των ονείρων της
να βουτάει στην άβυσσο
Άδειος και άψυχος ξέρει
πως είναι ο χωροχρόνος
μα γνωρίζει πολύ καλά
να παιδεύει τις ψυχές
Γυρίζει πίσω, τρέχει μπροστά
όλο καμπύλες και χάρη περισσή
Ούτε οι άνθρωποι ξέρουν
να ελίσσονται και να υποκρίνονται
τόσο δεξιοτεχνικά
Οι ματωμένες μνήμες του παρελθόντος της
μεταμορφώνονται σε εικόνες απ’ το μέλλον
τόσο γρήγορα, τόσο πειστικά
Παίζουν στο ανήσυχο μυαλό της
με σκέψεις γεμάτες δάκρυα
που κυλούν προς τα μέσα, στο είναι της
Δε θυμάται τι είχε γίνει τότε
που οι άχρονες στιγμές
μπέρδεψαν το πριν με το μετά με το ποτέ
μα δεν την ένοιαζε πια
Το μόνο που την ενδιέφερε ήταν
να προλάβει ν’ ανεβεί στο επόμενο άστρο

ΠΛΑΘΟΝΤΑΣ ΚΟΣΜΟΥΣ

Περνούσα καλά στον άγνωστο πλανήτη
Σαν επιδόρπιο μου φαινόταν 
η απόκοσμη γαλήνη του
και ο αυτοεγκλεισμός μου
Στις ακτές του παγωμένου ωκεανού του
βολόδερνε μόνο η ανήσυχη μνήμη μου
μα δεν αγωνιούσα
Ήταν τόσο σπάνιο φαινόμενο
να με αγκαλιάζουν οι αναμνήσεις
βρεγμένες απ’ τους αφρούς της συγγνώμης
Έβαζα ενέχυρο τα όνειρά μου
κι εξόρκιζα τις αρνητικές εικόνες 
του παρελθόντος μου
Έτσι ρίζωναν μέσα μου
μόνο οι όμορφες σκηνές
των παρωχημένων βιωμάτων μου
Έτσι άρπαζα τις ψίχες
απ’ το ράμφος των πουλιών
κι έπλαθα τους δικούς μου κόσμους

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΟΥ

Ποιος τρομάζει τα νεογέννητα όνειρά μου
και τα υποχρεώνει φοβισμένα να λοξοδρομούν
απ’ το δρόμο για τον εξωπλανήτη
της νέας μου αποικίας;

Ποιος τα πιέζει 
με λαβωμένα φτερά 
να μετρούν το άπειρο, 
αφού κανένας κόσμος δεν τα χωράει;

Ποιος άνεμος 
τα κυκλώνει από παντού
και τ’ αναγκάζει να χορεύουν τρελά
μέσα στο αιώνιο σκοτάδι;

Ποιος τα οδηγεί απεγνωσμένα
στην πύλη του θανάτου,
υφαίνοντας τα μικροσκοπικά τους σάβανα;

Ποιος ταράζει το νεκρό τους ύπνο
και ανοίγει μνήμα στην ελπίδα
να έλθουν στη ζωή ξανά;

Αμνοί ήταν που τυφλά
οδηγήθηκαν στην σφαγή,
δούλοι σε αλλότριο πλανήτη
Έλεος κανένα δε γνώρισαν
Ούτε ο δρόμος της ζωής τους
ήταν πλατύς και ανθοστόλιστος

Ποιοι αγύρτες και αργυραμοιβοί
παζαρεύουν τώρα τα χιτώνια τους,
απαγορεύοντας ακόμη και σ’ εμένα
το μεγάλο αστροταξιδευτή
ν’ αγγίξω τους θησαυρούς τους;

Τώρα πια θα φύγω μακριά και θα χαθώ 
σε κόσμους σκοτεινούς και άδειους
σαν σκιά του απόβραδου,
σαν το κλάμα ενός αδύναμου μωρού
που σταματάει απότομα,
όταν τρομάζει απ’ της μάνας του την ανησυχία
Στο μέτωπό μου θα βάλω
την σφραγίδα του ανέφικτου
Τείχη θα ορθωθούν μπροστά μου
από χέρια που ξέρουν
να κρύβουν τον Ήλιο
μα εγώ θα φύγω

Ξένος και ανεπιθύμητος 
θα ταξιδεύσω στις σκοτεινές γωνιές του απείρου
Θα τριγυρνώ άμοιρος
σε άγνωστους πλανήτες
και θα ξεκουράζω το σώμα μου
στο αφιλόξενο χώμα τους
Θ’ αναρωτιέμαι καθημερινά 
που ν’ απλώσω την ταπείνωση και την αποτυχία μου
για να στεγνώσουν τα δάκρυα της ψυχής μου

Ποια σκοτεινή κοιλάδα να διαβώ,
σηκώνοντας στην πλάτη μου
το βαρύ σταυρό του μαρτυρίου μου
χωρίς να φοβηθώ;

ΣΕ ΑΝΑΖΗΤΩ

Αναζητώ ανάμεσα στ’ αστέρια το όνομά σου
Κοιτώ με προσοχή τους αστεροειδείς
μα δεν κουβαλούν τίποτα δικό σου μαζί τους
στις εσχατιές του Σύμπαντος
Ένα λεπτό, έναν αιώνα
να ξαποστάσω, να στεγνώσει
ο ιδρώτας στο μέτωπό μου!
Της μοναξιάς μου το άρωμα
πλημμυρίζει το διάστημα
Δεν αντέχω στιγμή χωρίς εσένα
Θυμάμαι το τραγούδι σου
που γινόταν ήχος εκρηγμένου άστρου
κάθε φορά που σταματούσε ν’ ακούγεται
Η άβυσσος της σιωπής σου τότε
γέμιζε δάκρυα τα μάτια μου
Το στερέωμα έχανε τα χρώματά του
μα όταν ξανάρχιζε όλα γίνονταν πάλι μαγικά
Φύτευα τότε καινούργιες ελπίδες
στο χώμα του εξωπλανήτη μου
Οι ρίζες τους πετούσαν ανθούς αμέσως
που έφθαναν πολύ ψηλά
Στόλιζαν την ανυπόμονη αγκαλιά μου
με πρωτόγνωρα ηλιοβασιλέματα

Τώρα ψάχνω μέσα στην αιώνια νύχτα 
τα μυστικά σου που σε κρατούν δέσμια
μέσα στο άθραυστο κέλυφός τους

ΔΕΝ ΑΚΟΥΣ ΤΟ ΘΕΟ

Έξω απ’ το αστρόπλοιο σου 
τριγυρίζει ο Θεός
καβάλα σ’ ένα μαγικό σκουπόξυλο
Απόκοσμη σαγήνη
δεσμεύει την ακοή σου
Δεν ακούς τις μαγικές Του λέξεις
Δεν καταλαβαίνεις
αν σε προτρέπει ή σε αποτρέπει
απ’ το ανεπίστρεπτο ταξίδι σου στο Σύμπαν
Σου παίζει ένα μουσικό κομμάτι
στην άρπα της θείας βούλησής Του
μα ούτε και αυτό ακούς
Εξάλλου έχεις ξεμάθει
από νότες μελωδικές
Σου αρέσει όμως 
που προσπαθεί ο Δημιουργός σου
κάτι να σου πει, να σου μιλήσει, να σε προτρέψει,
να διατηρήσει τη ζωή μέσα σου
Βαρέθηκες τις απώλειες,
τα ψεύτικα χαμόγελα, τους κλειστούς δρόμους
Δεσμεύτηκες στο όνειρο του επουράνιου βίου
και κυνηγάς με πάθος την αλήθεια
μα κάπου έχεις χαθεί
ανάμεσα στις άηχες συλλαβές 
του θεϊκού μεγαλείου σου

ΑΝ ΣΟΥ ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΩ

Σήκωσε το κεφάλι σου ψηλά
Κοίτα που έρχομαι 
μέσα απ’ τις λάμψεις των άστρων
Υπερήφανος να είσαι για εμένα
κι ευπροσήγορος στα όνειρά μου
Άσε τους άλλους να προσμένουν
τρανά πράγματα και θεϊκούς άθλους
Μήπως αυτοί δοκίμασαν ποτέ
να παίξουν με τους πόθους τους;
Η δική μου ψυχή κομμάτιασε κομήτες,
ισοπέδωσε τα τελευταία σύνορα των κόσμων,
γιάτρεψε τις πληγές της συμπαντικής μνήμης
αλλόκοσμων πολιτισμών
Αν σου εξιστορήσω όσα πέρασα
τότε θα γεράσουμε μαζί,
κλαίγοντας και πονώντας
Τις σάρκες μας θα τρώνε καθημερινά 
η δόξα και η θλίψη
Οι μέρες μας θα μυρίζουν
λιβάνι και μύρο
Τους χαμένους συντρόφους μας
θα μνημονεύουμε μαζί
και τις απολεσθείσες ιδέες τους
θα βλέπουμε σα φαντάσματα να τριγυρνούν
στο απέραντο νεκροταφείο του Σύμπαντος

ΕΡΧΟΜΟΣ ΚΑΙ ΦΥΓΗ

Πόσο καιρό βρίσκομαι εδώ
στον πλανήτη των αθετημένων υποσχέσεων;
Δε γνωρίζω αν είναι ώρες, ημέρες,
μήνες, αιώνες
Το Σύμπαν μου γλύφει απαλά τα όνειρα
να μην τα ξυπνήσει
Άγρια όνειρα αέναης μάχης με τον εαυτό μου
Αυτός ο πλανήτης φτιάχτηκε απ’ το Θεό
μόνο για εμένα για κανέναν άλλο
Έρημος και μοναχικός όπως εγώ
Δε ξέρω όμως πόσο θ’ αντέξει την παρουσία μου
Αν βαστάει η ανοχή του
όσο το ρίγος μιας στιγμής
ή το καρδιοχτύπι χιλίων χρόνων
Άραγε θα με διώξει αργά ή γρήγορα 
επάνω απ’ το σώμα του;
Πρέπει πρώτα όμως να μου δείξει
τη μυστική τροχιά του,
αν χρειαστεί να μπορέσω να επανέλθω
Ύστερα να φύγω πάλι γι’ αλλού
μαζί με τα ταξιδιάρικα πουλιά των πόθων μου