Διήγημα | Ο Μύλος ("Τρία τραπουλόχαρτα", ιστορία 2)

Διήγημα | Ο Μύλος ("Τρία τραπουλόχαρτα", ιστορία 2)
https://seventeenth.cgsociety.org/

Ο Βελγικός κάμπος απλωνόταν μέχρι τον ορίζοντα προς το βορρά, ενώ η οροσειρά Άιφελ ξεδίπλωνε σαν κουβέρτα το μονότονο γκρίζο του ουρανού. Προχωρούσαν κάτω από τον συννεφιασμένο ουρανό, με σταθερό βηματισμό, σκυθρωποί. Δεν γνώριζαν τι θα συναντούσαν όταν έφταναν στον προορισμό τους και αυτό τους τρόμαζε. Ο ανιχνευτής που είχε στείλει η Οργάνωση επέστρεψε κυνηγημένος μόνο με υποψίες για το τι περιέχει μέσα ο πύργος που θα βρουν. Από ένα ύψωμα που προσέγγισαν, μπορούσαν να διακρίνουν την ομίχλη. Απλωνόταν για πολλά χιλιόμετρα, από τα βόρεια γαλλικά χαρακώματα μέχρι τους πρόποδες των Αρδεννών. H Έλεν έδειξε μια απογοήτευση στο πρόσωπό της όταν την αντίκρισε. Τόση σοφία, ευρεσιτεχνία και πάθος χάθηκε, τόσοι νέοι νεκροί σε μια γη, πλέον δηλητηριασμένη εις βάθος, άγονη για τις γενιές που έπονται. Απογοητεύτηκε με την ηγεσία του Βασιλείου της, που παρά το βίαιο παρελθόν του άρχισε να δείχνει σημάδια προόδου, όντας υπόδειγμα κράτους σε πολλούς βάρβαρους πολιτισμούς. Ήταν αυτό το παράδειγμα που όφειλε να ακολουθήσει ο πλανήτης;

Μερικές κουβέντες με τον Άντονι, που κατάλαβε πως την Έλεν την ενοχλούσε αυτό που έβλεπε, έφερε ένα πρόσχαρο κλίμα στην διαδρομή. Αφού κάθισαν και ξεκουράστηκαν για λίγη ώρα, συνέχισαν προς τον πύργο. Είχαν περάσει τέσσερις μέρες πεζοπορίας στις πεδιάδες του Νότιου Βελγίου, προσέχοντας να μην γίνουν αντιληπτοί. Τις λίγες μέρες που είχαν περάσει κουβεντιάζοντας μαζί τους, ο Άντονι κατάλαβε πως δεν ήταν η πρώτη φορά που η Έλεν ήταν σε μια τέτοια αποστολή. Επίσης, πως ο Τζον είχε περάσει πολλά χρόνια πολεμώντας τον Πρωσικό Αποικιακό στρατό στη Νότια Αφρική και φάνηκε χαρούμενος που θα πολεμούσε τους Γερμανούς σε Ευρωπαϊκό έδαφος. Του ήταν μια ευχάριστη αλλαγή το δροσερό και υγρό κλίμα των Κάτω Χωρών, αφού συνεχώς μιλούσε με δυσαρέσκεια για τους κάτοικους της Αφρικής. Η Έλεν έδειχνε ενθουσιασμό για τον κινηματογράφο, μιλώντας ακατάπαυστα πως είναι το μέλλον της ψυχαγωγίας και πόσο θέλει να ασχοληθεί με αυτόν όταν ο πόλεμος τελειώσει. Ο Άντονι δεν πολυμιλούσε, σε αντίθεση με τον Τζον που έλεγε ατελείωτες ιστορίες των περιπετειών του, αν και μπορούσε να διακρίνει μια σεμνότητα στη συχνή απόδοση ευσήμων σε συμπατριώτες που έχασαν τη ζωή τους για να του φέρουν νίκες. Ο Άντονι όποτε ξεκουράζονταν, έβγαζε ένα μικρό φακό που στήριζε προσεκτικά δίπλα από το προσκεφάλι του και διάβαζε λογοτεχνία, ενώ ο Τζον περιποιούταν την γενειάδα του προτού κοιμηθεί. Η Έλεν πάλι, λίγο απομακρυσμένη, έλεγε τις προσευχές της.

Η διαδρομή ήταν αφύσικα εύκολη. Αγροί παρατημένοι στη τύχη τους, γεωργικά εργαλεία αφημένα σε στάβλους και στρούγκες άδειες. Η Έλεν κατάλαβε πως πλησίαζαν, όταν δεν άκουγε πλέον ούτε τιτιβίσματα πουλιών, ούτε μπορούσε να διακρίνει έντομα στις λάσπες και τους θάμνους. Ο ήλιος έδυε πίσω από τον συννεφιασμένο ουρανό, όταν διέκριναν τον πύργο με το δάσος στους πρόποδες των Αρδεννών, ενώ στα Νότια απλώνοταν η ομίχλη. Ύστερα από πολύωρη παρατήρηση και μια μεγάλη βόλτα στην γύρω περιοχή, βρίσκονταν όλοι τους μπροστά από την πύλη. Το μέρος ήταν ήσυχο, φαινόταν εγκαταλελειμμένο, αλλά τα ίχνη απ' έξω που έφευγαν προς τον Βορρά, έλεγαν άλλη ιστορία. Πρώτος ο Τζον με ένα νόημα άνοιξε την βαριά πόρτα και αθόρυβα προχώρησε μέσα με την κάνη του όπλου να σημαδεύει ψηλά. Βρήκαν ένα χώρο γεμάτο αγροτικά μηχανήματα, σκουριασμένα, γεμάτα σκόνη και καλλυμένα με ιστούς αράχνης. Στο κέντρο ήταν ο χώρος δημιουργίας αλευριού, ενώ στην άκρη του κυκλικού χώρου μια σαπισμένη ξύλινη σκάλα οδηγούσε στο πάνω όροφο. Με λίγη προσοχή διέκριναν έναν μοχλό κρυμμένο πίσω από τα εργαλεία. Τον τράβηξαν για να φανερωθεί τελικά μια καταπακτή. Δεν φάνηκε να αντιδρά ή να ακούγεται κάτι. Με προσοχή προχώρησαν προς τα πάνω όλοι τους. Η σκάλα διέσχιζε τα πρώτα επίπεδα και κατέληγε στο χώρο που ήταν ο άξονας του ανεμόμυλου. Με τον φακό τους έψαξαν να δουν μήπως βρουν τίποτα ενδιαφέρον και προχώρησαν στη σοφίτα, που βρισκόταν στον τελευταίο όροφο. Η στέγη είχε ενισχυθεί με νέα ξύλα και στεγανοποιηθεί με μεταλλικά πάνελ, χαραγμένα με ρούνους και πολύπλοκα γεωμετρικά σχέδια. Εκεί, κάτω από ένα πανί, βρήκαν ένα μεγάλο τηλεσκόπιο. Πολύ μεγαλύτερο από αυτό ενός ερασιτέχνη. Όμως αυτό δεν ήταν στραμένο προς τον ουρανό. Το παράθυρο κοιτούσε προς τα Γαλλικά σύνορα, με το τηλεσκόπιο ρυθμισμένο να κοιτά, προς τα λίγα πελώρια κανόνια που είχαν απομείνει, στα βόρεια χαρακώματα. Ήταν πολύ σκοτεινά για να καταλάβουν τι ακριβώς κοιτούσε, οπότε το άφησαν ανέγγιχτο, ελπίζοντας πως θα μπορούσαν να το διακρίνουν το πρωί.

Κατέβηκαν στο ισόγειο και άνοιξαν την καταπακτή αθόρυβα, με την καρδιά τους να κτυπά δυνατά. Μια μακριά σκάλα τους οδήγησε σε μια στοά, πολλά μέτρα βαθιά σκαμμένη. Το χώμα ήταν μαλακό και μεγάλα δοκάρια στήριζαν όλη την κατασκευή! Με επαρκές, για διάβαση, φως από τους φακούς τους προχώρησαν. Πρέπει να είχαν ακολουθήσει μια σπειροειδή διαδρομή που κατέληγε σε ένα μεγάλο θάλαμο, αρκετά μέτρα κάτω από την είσοδο του πύργου. Εκεί, από τη γωνιά της εισόδου, κοίταξαν μήπως υπάρχει κανείς. Βρήκαν τον θάλαμο άδειο. Οι λάμπες, παρότι διαπερνούσε μικρή τάση ρεύματος, δεν ήταν αρκετές για να φωτίσουν πλήρως το χώρο. Οι φακοί φανέρωσαν τραπέζια, έναν φούρνο και μερικά ράφια με διάφορα μυρωδικά και κονσέρβες. Στο τέλος του θαλάμου υπήρχαν δυο σκοτεινές δίοδοι. Με ένα νεύμα, ο Τζον όρισε έναν και ο Άντονι μπήκε μπροστά. Στο τέλος του διαδρόμου βρήκαν μια σειρά από δωμάτια, στα οποία κόσμος μπορούσε να κοιμηθεί με άνεση, στοίβες με κουρέλια και μερικά σκισμένα ρούχα με γερμανικά εθνόσημα, βρέθηκαν παρατημένα πιο ΄κει σε ένα κάδο. Ένα μικρό σεντούκι έκρυβε εργαλεία περιποίησης προσώπου και καλλωπισμού, ενώ σε κάτι σάκους βρήκαν πολιτικά ρούχα και μερικά περιοδικά. Από μια βαθιά εσοχή, στο τέλος του διαδρόμου, ερχόταν μια μυρωδιά που μόνο τα αφοδευτήρια μπορούσαν να εκβάλουν. Κανείς δεν ήταν εδώ, αλλά φαίνεται όποιος ήταν πριν από αυτούς, ότι είχε φύγει βιαστικά.

Επέστρεψαν και δοκίμασαν την άλλη οδό. Μερικά μέτρα παρακάτω η στοά κατέληγε σε μια κλειδωμένη πόρτα. Ο Άντονι πήγε να σπάσει τη κλειδαριά με τη λαβή του όπλου, όταν ο Τζον τον αποτράβηξε απότομα. Για να απαντήσει στο απορημένο βλέμμα του Άντονι, ο Τζον έδειξε το ταβάνι το οποίο ήταν παγιδευμένο με εκρηκτικά. Έβγαλε μια πένσα από την εργαλειοθήκη του, έκοψε τα σύρματα που ενώνονταν με τη παγίδα και έβαλε μερικές από τις δεσμίδες δυναμίτη στο σακί του μήπως και τους χρειαστούν. Η Έλεν μπήκε μπροστά και την περίμεναν, ενώ ψιθύριζε ένα ξόρκι. Ήθελε να σιγουρευτεί πως η πόρτα ήταν ασφαλής και όταν έκανε νόημα πως όλα ήταν καλά, ο Άντονι έβαλε δύναμη και έσπασε την κλειδαριά. Μερικά σκαλοπάτια οδηγούσαν σε ένα μεγάλο χώρο. Δεξαμενές, δοχεία και εργαστηριακά εργαλεία, όπως μικροσκόπια και φυγοκεντριστές, έδιναν την εντύπωση πως μια καλά οργανωμένη μυστική μελέτη είχε λάβει χώρα εδώ πέρα. Στις άκρες, άδειοι κλίβανοι και βραστήρες συμπλήρωναν τον εξοπλισμό του εργαστηρίου, ενώ υπήρχαν πλατιοί πάγκοι από την άλλη πλευρά. Όλος ο χώρος ήταν κτισμένος με τσιμέντο και από την άκρη του ταβανιού έφευγαν οι καμινάδες των κλιβάνων, ενώ από την απέναντι πλευρά, αγωγοί που έφερναν φρέσκο αέρα, διέσχιζαν τον χώρο για να χαθούν στα διπλανά δωμάτια. Η Έλεν βρήκε ένα διακόπτη ρεύματος και ξαφνικά το μέρος φώτισε δυνατά. Είδαν σκαριφήματα στους τοίχους, σχεδιαστικά εργαλεία, υπολογιστικές μηχανές και ποικίλα εξαρτήματα μηχανών. Στον τοίχο ήταν διάφορες σημαίες με στρατιωτικά και πολιτικά σύμβολα. Ένας μεγάλος πίνακας με σκαριφήματα και οργανογράμματα. Στο βάθος υπήρχε μια ακόμη πόρτα, ενώ στο πάτωμα, στην άκρη του χώρου, φανερώθηκε μια καταπακτή. Όταν η Έλεν την άνοιξε, μια ανυπόφορη δυσωδία σήψης την κατέκλυσε. Βρίζοντας την έκλεισε γρήγορα και άρχισε να περιεργάζεται τα χαρτιά που είχαν αφήσει πίσω τους οι προηγούμενοι ένοικοι. Ο Τζον και ο Άντονι γύρισαν από την εξερεύνηση των χώρων πέρα από τη πόρτα, λέγοντάς πως η πόρτα αυτή οδηγούσε στους χώρους διαμονής των ερευνητών, σαφώς πιο άνετοι από εκείνους των φαντάρων και της έδειξαν κάτι περίεργο που βρήκαν εκεί. Ήταν ένα σεντούκι με χαραγμένα γεωμετρικά σχέδια, όπως αυτά που βρίσκονται σε μαγικά αντικείμενα. Η Έλεν έριξε μια γρήγορη ματιά στους ρούνους που συμπλήρωναν τα σχέδια και το έβαλε στο σάκο της. Η προσοχή της ήταν αλλού.

Από το κρεμασμένο στο τοίχο οργανόγραμμα, έχοντας την απαραίτητη κατάρτιση, μπορούσε κανείς να καταλάβει πως τα σχέδια που βρήκαν εκεί πάνω αποτελούσαν οδηγίες για ένα εξάρτημα μιας μεγαλύτερης, πολυπλοκότατης μηχανής. Μια μηχανή που θα εγκλώβιζε την ψυχή των ανθρώπων και χρησιμοποιώντας τους σαν μπαταρία θα πολεμούσε αδιάκοπα, ωσότου ξεμείνει από εχθρούς ή καταστραφεί. Προκαλούσε απορία που άφησαν τόσο ακριβό εξοπλισμό πίσω και αρκετά σχέδια που μπορούν να προδώσουν τις προθέσεις του εχθρού. Έδωσε εντολή ο Τζον να συλλέξουν τα πάντα, άσχετα πόσο ασήμαντα φαινόντουσαν και να τα χωρίσουν μεταξύ τους. Θα τα έστελναν πίσω με τη πρώτη ευκαιρία. Επεξεργάζονταν τα περίεργα σχέδια και σκαριφήματα, ενώ τα τακτοποιούσαν σε μερικούς φακέλους και δέματα. Σχέδια ανατομίας, μεταλλικά πόδια, δίποδοι μηχανικοί άνθρωποι και μια μηχανή που φαινόταν σαν μπαταρία αρχικά, αλλά η Έλεν φάνηκε αναστατωμένη όταν περιεργάστηκε καλύτερα τα σχέδια και τα κείμενα που το συνόδευαν. Ήταν μια αφίσα στο τοίχο, ένα δοχείο στη μέση, κυκλώματα και σωλήνες που οδηγούσαν σε κουτιά και διάφορες σημειώσεις. Σαν το νερό ενός συντριβανιού, από τα γύρω ζωγραφισμένα σπίτια, έφευγαν σταγόνες και κατέληγαν στο δοχείο. Η Έλεν τους ζήτησε να μαζευτούν για να τους εξηγήσει. Ήταν σημαντικό, ώστε ακόμα και αν μόνο ένας κατάφερνε και επέστρεφε, να μπορούσε έστω και προφορικά να περιγράψει τι είδε. Δεν ήταν ένα συντριβάνι, αυτά που έβγαιναν από τα σπίτια δεν ήταν σταγόνες νερού, αλλά ψυχές. Ήταν μια μπαταρία που θα τραβούσε βίαια τη ζωτική ενέργεια από οτιδήποτε γύρω του. Υπήρχε ένα παρόμοιο πολύ δύσκολο και απαγορευμένο ξόρκι που έκανε την ίδια δουλειά και μάλλον βρήκαν τρόπο να το κάνουν μηχανικά. Θα δοκίμαζαν το πρωτότυπο στη γύρω περιοχή, για αυτό και δεν υπήρχε τίποτα ζωντανό. Το πρωτότυπο θα το πήρε ο αξιωματικός που έδιωξε τον ανιχνευτή. Αν κτυπούσαν το Λονδίνο και άλλες βιομηχανικές πόλεις της Αγγλίας και της Γαλλίας, ο πόλεμος θα τελείωνε με ανυπολόγιστη ζημιά. Το χειρότερο είναι πως αυτή η ενέργεια, συγκεντρωμένη σε αυτό το δοχείο, μπορούσε να αξιοποιηθεί για άλλα, πιο δυνατά ξόρκια. Αυτός που είχε αυτή τη συσκευή, θα γινόταν ο πιο δυνατός μάγος στη γη.

Σιγή επικρατούσε για λίγη ώρα, ενώ ο καθένας προσπαθούσε να αντιληφθεί την σοβαρότητα του ευρήματός. Προσεκτικά συνέχισαν να πακετάρουν τα γραπτά που βρήκαν. Είχαν δύο επιλογές. Ή να έφευγαν με ότι βρήκαν ή να συνέχιζαν με κίνδυνο να τους πιάσουν και να τα χάσουν όλα. Ύστερα από λίγη σκέψη αποφασίστηκε να φύγουν με ότι γραπτό είχαν μαζέψει. Αφού μάζεψαν βιαστικά οτιδήποτε έβλεπαν, πήραν το δρόμο της επιστροφής. Στη διαδρομή, η Έλεν άρχισε να αναρωτιέται, υποψίες που μοιραζόταν με τους υπολοίπους. Γιατί κάτι τόσο κρυφό και σημαντικό να αφεθεί αφύλακτο, όλα αυτά τα έγγραφα γιατί τα άφησαν; Ήθελαν να τα βρει κάποιος εσκεμμένα; Από την άλλη, γιατί αυτή η έρευνα να γίνεται σε έναν εγκαταλελειμμένο μύλο, σε ουδέτερο έδαφος, δίπλα όμως από τα σύνορα μιας εχθρικής χώρας; Θα είχε λογική να γινόταν αυτή η έρευνα βαθιά στην Πρωσική αυτοκρατορία. Τότε συνειδητοποίησαν πως όλο αυτό το εγχείρημα δεν ήταν κυβερνητικό. Όποιος ήταν πίσω από αυτό δεν ήθελε να μαθευτεί από κανέναν. Αλλά αυτό δεν εξηγούσε τις στολές. Αν ήταν στρατιώτες, σημαίνει πως αυτός που επέβλεπε το όλο εγχείρημα, προερχόταν από τον γερμανικό στρατό. Υπήρχαν άραγε τμήματα του στρατού που είχαν αποστατήσει;

Ο Άντονι ζήτησε να σταματήσουν. Έπρεπε να επιστρέψουν είπε, διότι ήταν βέβαιος πως αυτοί που έφτιαξαν το πρωτότυπο το μετακίνησαν με σκοπό να το χρησιμοποιήσουν σύντομα. Έπρεπε να επιστρέψουν και να τους ψάξουν. Θα έστελνε σήμα για το κούριερ, είπε με ένα μικρό χαμόγελο, ώστε να στείλουν κάποιον να παραλάβει το έγγραφα. Ο Τζον καθόταν και κοιτούσε τον ορίζοντα. Μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι δεν έβλεπε άνθρωπο. Ούτε ζώο μπορούσε να παρατηρήσει κανείς τους. Αν και αρχικά επιφυλακτικός, συμφώνησε να το κάνουν τελικά. Ανέβηκαν στη κορυφή του λοφίσκου που βρισκόταν μπροστά τους. Ο Άντονι έβγαλε από το σακίδιο του ένα κουτί. Ανοίγοντας το, φανερώθηκε αυτό που αποκαλούσε "ασύρματος". Οι Ρώσοι το είχαν χρόνια τώρα και ο "Ασπάλακας" φρόντισε να ασπαστεί νωρίς την τεχνολογία. Ο Άντονι έβγαλε ένα μικρό μεταλλικό δοχείο, έβαλε φωτιά στο φιτίλι με τα σπίρτα του και το κρέμασε κάτω από ένα μεγάλο μπαλόνι. Σύντομα το μπαλόνι φούσκωσε με ζεστό αέρα και άρχισε να ανεβαίνει σιγά σιγά. Καθώς αυτό υψωνόταν, ξετύλιγε ένα χοντρό σύρμα που το κρατούσε δεμένο με το κουτί. Ο Άντονι φόρεσε τα ακουστικά και άρχισε να κοιτά επίμονα το δείκτη, καθώς διέσχιζε διάφορες συχνότητες για να διακόψει την νεκρική ησυχία με ένα σύριγμα της συσκευής. Ο Άντονι άρχισε να επικοινωνεί με τη βάση πιέζοντας διάφορα πλήκτρα που έβγαζαν διάφορες νότες. Όταν τελείωσε εξήγησε πως το κούριερ θα είναι έτοιμο να έρθει σε δύο ώρες. Η Έλεν έσβησε το τσιγάρο της και έδειξε ένα σημείο, μερικές εκατοντάδες μέτρα παρακάτω στο κάμπο, που φαινόταν ιδανικό. Η ώρα πλησίαζε. Ο κύκλος ήταν έτοιμος με τα απαραίτητα σύμβολα χαραγμένα στο μαλακό χώμα. Συμπλήρωσαν τις χαρακιές με λευκή άμμο που κουβαλούσε η Έλεν, καθώς και φιαλίδια με όλα τα ιχνοστοιχεία που ίσως έλειπαν από το χώμα. Άναψαν τα κεριά στα κομβικά σημεία και περίμεναν για την προαποφασισμένη ώρα.

Κάποια στιγμή ένιωσαν τις τρίχες τους να υψώνονται και τον αέρα να πυκνώνει. Κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και κάνανε να απομακρυνθούν μερικά ακόμα μέτρα, αφότου η Έλεν τους γράπωσε σφιχτά από το σβέρκο. Το κούριερ ερχόταν και οι καρδιές τους έχασαν ένα χτύπο όταν από το τίποτα φάνηκε μια μικρή αστραπή. Η Έλεν άρχισε να λέει τα λόγια του ξορκιού σταθεροποίησης. Χωρίς αυτό, η μεταφορά ίσως αποτύγχανε ή ακόμα χειρότερα, γινόταν ελλιπής. Συνήθως αυτό σήμαινε ένα ολόκληρο απόγευμα που θα καθάριζαν αίματα και κομμάτια κρέατος, αναμειγμένα με ξύλο, ύφασμα και τσιμέντο από τοίχους και πατώματα, όπως θυμόταν από τη σχολή της. Ο αέρας απέκτησε μεταλλική γεύση και κρύωσε ξαφνικά. Μια δυνατή λάμψη αιωρούνταν λίγα εκατοστά πάνω από το κέντρο του κύκλου, με αυξανόμενη ένταση, σφυρίζοντας. Αστραπές έπεσαν σηκώνοντας πυκνή σκόνη και ατμούς, δημιουργώντας μια δίνη που ανέβαινε ολοένα και ψηλότερα. Οι αστραπές έλαβαν τα χρώματα του ουράνιου τόξου και συνέχισαν να κτυπούν με δυνατές βροντές, πετώντας πετραδάκια και σκόνη προς το μέρος τους. Κάλυψαν τα μάτια τους όσο μπορούσαν, αλλά συνέχισαν να βλέπουν το φαινόμενο. Η Έλεν κρατούσε σφιχτά τον Άντονι και τον Τζον, σαν να παίρνει κουράγιο από αυτούς, συνεχίζοντας να επαναλαμβάνει το ξόρκι⋅ πότε κάποιους στίχους, πότε ολόκληρο. Εκτυφλωτικές λάμψεις εμφανίστηκαν μέσα από το σύννεφο πολύχρωμης σκόνης και μια δυνατή ημικρανία τους έπιασε, σαν ακόντιο που ερχόταν από τα ουράνια. Ο πόνος διεκόπη μαζί με τις αστραπές και τα κύματα ατμού που τους κούφαιναν, καίγοντας τα πρόσωπά τους.

Όταν ηρέμησε η σκόνη, φανερώθηκε μια άμαξα που την έσερναν δύο άλογα. Στο μπροστινό κάθισμα καθόταν δύο άνθρωποι, ένας νεαρός με καθαρή περιβολή και ένας γέρος που πλέον φαινόταν να είχε χάσει το ενδιαφέρον για ευπρεπή εμφάνιση. Ενώ τα άλογα χλιμίντριζαν τρομαγμένα, ο νεαρός με το που ηρέμησε το τρίξιμο του κάρου, πήδηξε κάτω και άρχισε να ξερνάει υγρά, προκαλώντας ένα δυνατό γέλιο από τον γέρο οδηγό. Άφησε το πείραγμα στην άκρη όταν πλησίασαν και τους χαιρέτησε με ένα πλατύ χαμόγελο. Άπλωσε τα χέρια του να τραβήξει μερικές βαλίτσες από την καρότσα μαζί με τον νεαρό που ακόμα δυσανασχετούσε. Η καμπουριασμένη φαρδιά πλάτη του και τα γερασμένα χέρια του τις κατέβασαν χωρίς δυσκολία, ανοίγοντας τες για να φανερώσει μια ωραία ποικιλία φαγητών και πολεμοφοδίων. Είπε πως αφού θα ερχόταν, ήταν καλή ιδέα να φέρει φρέσκο φαγητό, να τονώσει το ηθικό τους. Το φαγητό ήταν ευπρόσδεκτο. Ο Τζον πήρε το ψωμί στα χέρια του και χαμογέλασε. Έκοψε μερικά χοντρά κομμάτια και τα μοίρασε. Αφού κάθισαν και φάγανε όλοι μαζί, συζητώντας για νέα, δώσανε ό,τι είχαν συλλέξει στην διάρρηξη και με ένα νεύμα τους αποχαιρέτησε παίρνοντας πάλι τον δρόμο από τον οποίο είχαν έρθει. Σε λίγες μέρες θα έφτανε στο κρυφό λιμανάκι της Οργάνωσης και από εκεί θα έπαιρναν μια βάρκα για Αγγλία. Ο Άντονι ανέβηκε στο λόφο για να στείλει μήνυμα με τον ασύρματο, πως όλα είχαν πάει καλά. Ο Τζον έδωσε εντολή να κοιμηθούν λίγες ώρες σε μια συστάδα δένδρων που βρισκόταν κοντά μήπως και τους έψαχναν. Το είχαν ανάγκη. Βολεύτηκαν ανάμεσα σε κάποιους θάμνους και αποκοιμήθηκαν. Στον ύπνο της η Έλεν είδε ένα ζοφερό όνειρο. Ένιωθε ένα λαμπρό κίτρινο νέφος να την πλησιάζει, αλλά όσο πλησίαζε, τόσο μεγαλύτερο φόβο ένιωθε, μέχρι που λίγο πριν την περιβάλλει ξύπνησε. Μέσα στο σκοτάδι της νύχτας ένιωσε δύο μάτια να την κοιτούν μέσα από την ομίχλη, αλλά σκέφτηκε πως η ομίχλη ήταν εκατοντάδες μέτρα μακριά και δεν υπήρχε κανείς γύρω τους. Τέτοιες σκέψεις είναι απλά απόρροια του παράξενου μέρους και των πρόσφατων εμπειριών αποφάσισε και ξανακοιμήθηκε.

Το επόμενο πρωινό ο Άντονι μονολόγησε τη σκέψη που μοιράζονταν όλοι τους, ενώ επέστρεφαν στον πύργο. Γιατί κάποιος να φτιάξει ένα εργαστήριο εδώ, κρυμμένο τόσο βαθιά, αλλά να αφήσουν σκίτσα και σχέδια αφύλακτα; Ήταν τόσο σίγουροι πως κανείς δεν θα τους βρει; Αφού για αρκετή ώρα το συζητούσαν, η Έλεν τρομαγμένη έκανε μια μαντεψιά. Ήταν περίπου δυο γενεές πριν γεννηθεί, όταν μια σύρραξη μεταξύ δυο συμμοριών στα προάστια του Παρισιού εξελίχθηκε σε αστικό πόλεμο μεταξύ δύο οικογενειών μάγων. Όταν η αστυνομία έκανε εφόδους στα καταγώγια, έβρισκε εργαστηριακό εξοπλισμό και διάφορες συνταγές. Στην ιδέα πως αποτελούσαν εργαστήρια παρασκευής ναρκωτικών, τα περισσότερα κατέληγαν σε χωματερές ή δωρίζονταν σε κάποιο νοσοκομείο για καινούρια, πιο εποικοδομητική χρήση. Όμως οι μυστικές υπηρεσίες και κάθε μορφωμένος στις μαγικές πρακτικές, γνώριζε πως κάτι σημαντικό ετοιμάζονταν εδώ και καιρό. Πάλι καλά ο "Ασπάλακας" το απέτρεψε. αλλά αν ήταν αυτό που συνέβη σε εκείνο το χωριό στις παρυφές της πόλης το ίδιο που σχεδίαζαν εδώ πέρα, τότε έπρεπε να το σταματήσουν οπωσδήποτε. Ο Άντονι δεν γνώριζε για τι μιλούσε η Έλεν, αλλά ο Τζον που είχε ακούσει την ιστορία από τον πατέρα του, του εξήγησε. Ένα βροχερό πρωινό σύσσωμο το χωριό βρέθηκε νεκρό. Το μυαλό όλων πήγε στη γρίπη που πρόσφατα είχε πλήξει τη χώρα και όλη η περιοχή μπήκε σε καραντίνα, αλλά οι γενναίοι ερευνητές και γιατροί που επισκέφτηκαν το χωριό για διάγνωση, είδαν μια άλλη εικόνα. Το χωριό, όπως φαίνεται, είχε περιέλθει σε μια οργιαστική προηγούμενη μέρα. Πολλά πτώματα ενηλίκων βρέθηκαν σε στάσεις που υποδείκνυαν ερωτικές πράξεις, με τα χέρια μερικές φορές γύρω από τον λαιμό του εραστή τους. Μερικά βρέθηκαν μαχαιρωμένα, ενώ άλλες πιο ζοφερές σκηνές έδειξαν τάσεις παιδοκτονίας και ανθρωποφαγίας. Κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πως ένα ήσυχο χωριό μπορούσε να το βιώσει αυτό και οι ευθύνες έπεσαν στους διάφορους μύστες και μάγους της περιοχής. Λόγοι για αναρχικούς μάγους και μάγισσες ακούγονταν στους δρόμους και οι εφημερίδες γέμισαν με διαφημιστικά για υλικά και συσκευές που προστατεύουν το σπίτι από ξόρκια και κατάρες. Φυσικά όλα αυτά ήταν απλά απατεωνιές, πρόσθεσε ο Τζον, που στόχευαν ανίδεους και φοβισμένους πολίτες. Τον υπαίτιο και την αιτία για τα εγκλήματα εκείνης της μέρας ποτέ δεν τον βρήκαν, αλλά υπάρχουν όντως απαγορευμένα ξόρκια που με αρκετή προσπάθεια είναι δυνατό να προξενήσουν τέτοια συμβάντα. Τα σχέδια που βρέθηκαν στα υπόγεια της πόλης, μελετήθηκαν και υποδείκνυαν μια τέτοια προσπάθεια. Το χωριό μάλλον ήταν η πρόβα για μια μεγαλύτερη σκηνή. Αν τελικά οι άνθρωποι στον μύλο κατάφεραν να φτιάξουν μια συσκευή που κλιμακώνει την έκταση του ξορκιού, τότε χιλιάδες άνθρωποι κινδύνευαν. Ίσως άφησαν τα σχέδια, με την ελπίδα πως κάποιος τυχαίος θα τα βρει και θα καταλήξουν σε λάθος χέρια, δίνοντας νέα έκταση στο χάος του πολέμου. Έπρεπε να τους βρουν και να καταστρέψουν τα πάντα.

Όταν έφτασαν στον πύργο, τον βρήκαν πάλι αφύλακτο. Μέσα δεν βρισκόταν κανείς, με τα πράγματα όπως τα είχαν αφήσει. Ανήσυχος ο Τζον τους είπε πως έπρεπε να ακολουθήσουν τα χνάρια και να βρουν που καταλήγουν, το συντομότερο δυνατό. Βρήκαν τους εαυτούς τους λαχανιασμένους, μετά από ένα πολύωρο οδοιπορικό, στα χνάρια που άφησαν πίσω τους οι ερευνητές. Η απαλή βροχή δεν είχε εξαφανίσει τα ίχνη και γρήγορα βρήκαν ένα δρόμο όπου μάλλον περίμενε τους μυστηριώδεις ερευνητές ένα φορτηγό. Είχε νυχτώσει όταν κατέληξαν σε ένα Βελγικό χωριό, όπου τα παράθυρα ήταν αμπαρωμένα και οι στάβλοι ήσυχοι. Προσπάθησαν να βρουν κάποιο κάτοικο της περιοχής, αλλά κανείς δεν φάνηκε να ζει εδώ και λίγο καιρό εκεί. Τα χνάρια του φορτηγού όμως περνούσαν από τον κεντρικό δρόμο, όπου όπως διέκρινε ο Τζον με το φακό, είχαν κάνει πρόσφατα και μια στάση. Αποφάσισαν κι αυτοί να ξεκουραστούν λίγες ώρες, αφού εξάλλου μέσα στη νύχτα κινδύνευαν να χάνανε τα ίχνη. Εξουθενωμένοι, έβγαλαν μερικές μερίδες φαγητό και τις ζέσταναν στο τζάκι ενός σπιτιού οπού κάνανε διάρρηξη. Συζητούσαν ποιος θα μπορούσε να οργανώσει κάτι τόσο μεγαλεπήβολο, χωρίς καμία κυβέρνηση να υποψιαστεί οτιδήποτε. Οι Κάτω Χώρες ήταν κοντά στις Βρετανικές Νήσους. Είχαν καταλήξει στην εκδοχή, όπου οι Κάτω Χώρες είχαν σχηματίσει κρυφή συμμαχία με την Πρωσία και θα τη βοηθούσαν να αλλάξει την ισορροπία δραστικά. Μάλλον είχαν σκοπό να περνούσαν λαθραία τη συσκευή, με σκοπό να χτυπήσουν μεγάλες Αγγλικές πόλεις, διαλύοντας έτσι τον ανεφοδιασμό του στρατού και οδηγώντας την οικονομία στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Έπρεπε να βιαστούν.

Είχαν ήδη αναπτύξει ταχύ βηματισμό, όταν οι πρώτες ακτίνες του ηλίου ξεπρόβαλλαν από τον ορίζοντα. Στον βόρειο ορίζοντα δεν μπορούσαν να διακρίνουν τίποτα, αλλά η Έλεν είχε ένα κακό προαίσθημα και φρόντισε να ενημερώσει τους υπόλοιπους. Το προαίσθημά της σπάνια ήταν χωρίς αιτία, αποτέλεσμα χρόνια πρακτικής εξάσκησης στη σχολή μαγείας και συμμετοχής της σε αρκετές αποστολές σε ξεχασμένες κατακόμβες στις Αποικίες τις Ασίας. Της το είχαν αναπτύξει σε επίπεδο "έκτης αίσθησης". Δεν άργησε αυτή η αίσθηση να βρει επιβεβαίωση, όταν ακολουθώντας τα ίχνη που έφευγαν από τον δρόμο, παρατήρησαν ότι κατέληγαν σε ένα φράχτη. Ένα φράχτη που περιτριγύριζε ένα μοναχικό στάβλο, εκατοντάδες μέτρα πιο μακριά. Τους φάνηκε περίεργο που δεν υπήρχε κανένα άλλο κτίσμα και αποφάσισαν να το ερευνήσουν. Καθώς πλησίαζαν, μια ενόχληση εξαπλώθηκε στο κορμί τους. Ένα μυρμήγκιασμα, συνοδευμένο με ένα ελαφρύ πονοκέφαλο και ζαλάδα. Όσο πλησίαζαν στον φράχτη, ο πόνος γινόταν ολοένα πιο έντονος. Άρχισαν να μην νιώθουν το πρόσωπό τους και να παραπατούν μέχρι που έφτασαν στον φράχτη. Γονατισμένοι μπροστά του, η Έλεν τους πίεσε να συνεχίσουν, λέγοντας τους πως είναι ένα μαγικό τοίχος. Κοινή πρακτική σε όλους τους Ευρωπαϊκούς κύκλους μάγων για την αποθάρρυνση άγριων ζώων και ανυποψίαστων τσοπάνηδων να εισέλθουν στην περιοχή τους. Όντως, λίγα μέτρα αφότου δυσανεκτικά πέρασαν τον φράχτη και περπάτησαν μερικά μέτρα, ο πόνος έφυγε μεμιάς ξαφνικά. Όμως η στιγμιαία αγαλλίαση αντικαταστάθηκε από μια τρομακτική σκηνή. Ο μοναχικός στάβλος που έβλεπαν τόση ώρα από μακριά ήταν απλά μια ψευδαίσθηση, κτισμένη για περαστικούς. Στη θέση του ήταν ένα ευρύ αεροδρόμιο με δεκάδες άνδρες και στο βάθος πελώρια αερόπλοια να αναχωρούν με τη συνοδεία δεκάδων αερόστατων και αεροπλάνων. Η Έλεν μονολόγησε "Θεοί συγχωράτε μας, δεν προλάβαμε..."