“Υπερπτήση” - 11 ποιήματα μέσα στο Έρεβος του Απείρου.

“Υπερπτήση” - 11 ποιήματα μέσα στο Έρεβος του Απείρου.

Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ

Μυστικές κρύπτες γεμάτες
απολιθωμένα όνειρα
και κρυσταλλωμένους πόθους
οι καρδιές μας
Απ’ το μέλλον μας χωρίζει
μια λεπτή κόκκινη γραμμή
Κατακτήσαμε τις πιο ακατάδεκτες
γωνιές του διαστήματος
μα αψηφήσαμε το δυσοίωνο παιχνίδι της ζωής
σε άγνωστους πλανήτες
Μέχρι που το είδαμε ν’ αποκτά πρόσωπο
βλοσυρό, θανάσιμο
Αποκομμένοι στο επικίνδυνο πεδίο
των ακόρεστων ορέξεών μας
πονέσαμε, κλάψαμε, λαβωθήκαμε
Οι παλιές αγάπες μας
δε μας χάιδεψαν τα μαλλιά,
δεν παρηγόρησαν τις πενθούσες ελπίδες μας
που είχαν απομακρυνθεί από εμάς πριν από πολύ καιρό
Τώρα παρασυρόμαστε σ’ ένα χορό
μοναχικό κι επικίνδυνο


ΑΫΠΝΙΑ

Κόσμοι γεμάτοι μυστικά
και πρωτόγνωρους κινδύνους
Αόριστες απειλές κρέμονται
σαν τσαμπιά σταφυλιών
απ’ τα επίφοβα αστέρια
Ένας μυστηριώδης φόβος
σέρνεται σα φίδι
μέσα στο νου και την καρδιά μου
Καιροφυλακτεί να με πνίξει
την ώρα που ο ύπνος
βαραίνει τα βλέφαρά μου
Γι’ αυτό μένω άυπνος αιώνες τώρα,
πίνοντας δυναμωτικά αφεψήματα
που κρατούν σ’ εγρήγορση τα όνειρά μου
Αργά και αθόρυβα κινούμαι
για να μη ξυπνήσω τους δισταγμούς
και τις αναστολές μου
Προσέχω να μην κάνω απότομες κινήσεις
και προκαλέσω την αιώνια νύχτα
να με υποψιαστεί πως είμαι ακόμη ζωντανός
και εισβάλλει κυρίαρχη μέσα στη ζωή μου

ΟΙ ΡΟΛΟΙ

Δεν αρνήθηκες να σκοτώσεις
τα τέρατα που συνάντησα
στην άβυσσο των επιδιώξεων μου
Μου είπες όμως
ότι η στολή του πολεμιστή
σου ήταν πολύ στενή
και το σπαθί σου δεν έκανε
ούτε γι’ αντίκα.
Πως θα πολεμούσες
χωρίς σωστό εξοπλισμό;
Μου είπες φεύγω
για ν’ αλλάξω τα σκουριασμένα όπλα
με άλλα καινούργια, απαστράπτοντα
και θα έρθω ξανά,
φορώντας κράνος και λεοντή
Κράτα, λοιπόν, με θάρρος
την άμυνα του τείχους
Μην ενδώσεις σε αλλόκοσμες μορφές,
σε θηρία που κατασπαράζουν
λαίμαργα τις σάρκες των ονείρων μας
μα εγώ δε φύλαξα τις κερκόπορτες
του κάστρου της ζωής μας
Μεθυσμένος συνέχεια με νόθα ποτά κι επιθυμίες
πώς να παίξω σωστά το ρόλο μου;
Δεν πάλεψα με σθένος
κι έτσι τα πάντα χάθηκαν για πάντα

ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΕΛΕΙΣ;

Σου χάρισα τα όνειρά μου, τις πεθαμένες σπονδές μου στο διάστημα
Τι άλλο θέλεις;

Μέσα στο παγωμένο Σύμπαν έμεινα μόνος να σε κοιτώ στα μάτια
Δε μου περίσσεψε θλίψη μα εσύ με αντικρίζεις οργισμένα
Που είναι η αγάπη που την αντικατέστησες με πίκρα και σιωπή;
Τι άλλο θέλεις;

Κουράστηκα να είμαι νικητής ή νικημένος. Τι σημασία έχει;
Έλα ν’ αγαπηθούμε ξανά με γυμνά πόδια και χαμηλωμένο κεφάλι
Περάσαμε πια το κατώφλι της αιωνιότητας.
Είσαι δικιά μου και είναι δικιά σου η διαλυμένη μου μορφή
Τι άλλο θέλεις;

Τώρα δε σε ξέρω πια.
Δε θυμάμαι αν έμεινες στο πλάι μου ή αν έφυγα εγώ.
Σίγουρα φταίνε οι σκληρές πέτρες αυτού του εξωπλανήτη που ζούμε,
το αφόρητο κρύο του Σύμπαντος, τα γυμνά βουνά των επιθυμιών μας
Τι άλλο θέλεις να σου πω;

Σε θυμάμαι στους διαστρικούς δρόμους να τριγυρνάς,
πασχίζοντας να ισορροπήσεις τα βήματά σου
Θυμάμαι την αναγέννησή σου
μέσα απ’ τη λάσπη μιας νέας πραγματικότητας
Και όμως δεν υπάρχεις πια
Στο κύλισμα των αιώνων συντελέστηκε η εξαφάνιση
των τελευταίων σου αναμνήσεων.
Τι άλλο θέλεις να σου πω;

Και όμως πάλι χωρίς να θυμάμαι ποια είσαι
περπατώ μαζί σου προς μια νέα αποικία ονείρων
Δεν είμαι πλέον μόνος ούτε κι εσύ
Μας συντροφεύουν οι πόθοι γι’ αναζήτηση
άλλων πολιτισμών που έχασαν το δρόμο τους
μέσα στην αιώνια νύχτα
Κόσμοι μεγάλοι πανέμορφοι διάτρητοι
από όνειρα και αμαρτίες σαν τις δικές μας ασήμαντες σιωπές

Ξαναρχίζω πλέον να θυμάμαι
την αρχή και το τέλος αυτής της πορείας
Τι άλλο θέλεις; Δε θέλω άλλο τίποτε να σου πω!

ΤΟ ΑΝΟΙΓΜΑ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ

Και τώρα που ανοίγεται
μπροστά σου ο δρόμος των άστρων
άναψε όλα τα φώτα στο αστρόπλοιό σου
θριαμβευτής να νιώσεις
Προσεκτικά θα τυλιχτούν
τριγύρω στο κορμί σου
σκέψεις του ανέφικτου
και του ανολοκλήρωτου
μα μην ενδώσεις
στη βία και το ψέμα τους
Το νου σου άδειασε
απ’ την υποτέλεια του φόβου
και οργάνωσε το αδιάφορο χάος
που πλημμυρίζει τη ψυχή σου
Μην αφήνεις τις χαράδρες του
να βαθαίνουν μέσα σου
Χρειάζεσαι και άλλον εξειδικευμένο εξοπλισμό
για να φθάσεις στον προορισμό σου
Προσευχές κι ελπίδες
φυλακισμένες μέχρι σήμερα
στην αποθήκη της καρδιάς σου

ΥΠΕΡΠΤΗΣΗ

Σε κοιτώ να υπερίπτασαι
των συμπαντικών κόσμων
Ξαφνικά εμφανίστηκες
μέσα απ’ τη λαμπερή αχλή των άστρων
Απότομα πάλι κρύβεσαι
μέσα στο σκοτάδι της αιώνιας νύχτας,
ακολουθώντας στρατιές αγγέλων
που αναζητούν τη γέννηση
μιας νέας ζωής στο χρυσό ενδιαίτημα
κάποιου άγνωστου πλανήτη
Με τρεμάμενα χέρια ιχνογραφώ
την ανεξίτηλη μορφή της προσδοκίας τους
Ελπίζω και υπομένω
Σήμερα δε θ’ αφήσω τ’ όνειρο να ξεστρατίσει,
το νου μου να πετρώσει
μπροστά στα προσωπεία της σιωπής
Μέσα στο έρεβος του απείρου
θα μεταμορφωθώ κι εγώ
σ’ έναν άγγελο που δε φοβάται
την παρουσία του σκότους

Η ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΤΟΥ ΓΥΡΙΣΜΟΥ

Θυσιάσαμε τα πάντα αιώνες τώρα
για μια ολιγόλεπτη επιστροφή μας
στην υδρόγειο, το λίκνο μας
Θελήσαμε να φορέσουμε πάλι
τα μαγικά γυαλιά μιας άγουρης εποχής
Ζητήσαμε να κοιτάξουμε
τους άγνωστους κόσμους
πριν ταξιδέψουμε σε αυτούς
Αναρωτηθήκαμε τι αντάλλαγμα
θα έχει το χάσιμο της αθωότητας
μα δεν κατορθώσαμε να το μάθουμε
Τώρα ζούμε εξόριστοι για πάντα
στ’ αφιλόξενα χώματα
ενός άνυδρου εξωπλανήτη,
χωρίς να μπορούμε ν’ αγγίξουμε
τον απόμακρο γαλαξία της ευτυχίας
Δε μπορούμε πια ν’ αντισταθούμε
στη μοναχική απεραντοσύνη του διαστήματος
και τη διαστρική απελπισία μας

ΤΟ ΜΙΑΣΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ

Ελευθερώθηκα λοιπόν
απ’ τις αιώνιες ενοχές μου
Κάτι ανίερο, κάτι τρομακτικό,
κάτι αναπόφευκτο χρειαζόμουν
για να εξαφανίσω τις τύψεις μου
Κάτι που να μπορεί ν’ ανασαίνει
κάτω απ’ τα βρώμικα νερά
της δόλιας ζωής μου
Να κουρνιάζει στο αντιφέγγισμα του φεγγαριού
Να ουρλιάζει στο άκουσμα
κάποιου φρικαλέου μύθου
Να κόβει τα φτερά του φύλακα αγγέλου μου
Να τα καίει στον κλίβανο
των ποταπών έργων μου
Τα ειρωνικά του γέλια να ταξιδεύουν
με τον άνεμο των μιαρών μου σκέψεων
Κάτι σκοτεινό χρειαζόμουν
Το βρήκα μέσα στα μάτια
της προδοσίας σου

Η ΛΥΣΗ

Κάθε πρωί ξεκινώ
να βρω καινούργιους κόσμους
Κάθε νύχτα επιστρέφω
φορτωμένος την αρμύρα της αποτυχίας
Γεμίζω με πίκρα και καρφιά
τους ορίζοντες του απείρου
Καρφώνομαι στην άκρη της αβύσσου
μα δεν απελπίζομαι
Θα βρω τον σωστό δρόμο
που θα με οδηγήσει
στο αυριανό μου λίκνο

Ξέρω καλά
πως το κάθε ταξίδι μου στο Σύμπαν
θα είναι μια ουλή, ένα τραύμα
στο μέγεθος της απώλειας
Θ’ αναμετριέμαι με τους κόσμους μέσα μου
μα δε θα παρατήσω την προσπάθεια
να περπατήσω στο δρόμο
του έσχατου προορισμού μου
Θα ζωγραφίσω μ’ έντονα χρώματα
τους άρρητους πολιτισμούς του Σύμπαντος
Θα γευτώ γι’ άλλη μια φορά
τις χαμένες μου ώρες
Θα σταματήσω το αίμα των πληγών μου
Θα φθάσω τελικά στον πλανήτη
της απονενοημένης λύσης

Η ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ

Τριγύρω μου πρόσωπα σιωπηλά
Είναι άνθρωποι ή φιγούρες
κάποιων άλλων κόσμων;
Είναι σκιές ονείρων μου ξεχασμένων
ή ενοχών από πράξεις μου παρωχημένες;
Είναι ντυμένα με σαπισμένη σάρκα
Φαίνεται πως συνάντησαν
το θάνατο κάποια στιγμή
μέσα στο χωροχρόνο που κινούνται
Ζητούν του σώματός μου
την αδιαμαρτύρητη παράδοση
Μου θυμίζουν τις νεκρές μορφές
που λησμόνησα να μνημονεύσω
στις υγρές σελίδες της αυτοβιογραφίας μου
Μου θυμίζουν τους αποδημήσαντες οικείους μου
που άυλοι ζουν μέσα μου
μα δεν άγγιξα ποτέ
τ’ άσαρκά τους χέρια
Τώρα αναπόφευκτα θα υποστώ
την συνέπεια της αχάριστής μου λήθης

Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ

Δείτε το βλέμμα μου, αστράφτει!
Τα μάτια μου γυαλίζουν στο χώμα
Πυρ εξώτερο η ματιά μου
στην απέραντη και ξοφλημένη πια αποικία μου
Ακούστε τη βραχνή ιαχή
των ξωτικών και των μάγων,
τον υπόκωφο βρηχυθμό των δράκων
που άλωσαν την υπερκόσμια πολιτεία μου
Σκιρτήστε μπροστά
στην παθιασμένη καταστροφή της
Απλώστε τα χέρια σας
ν’ αγκαλιάσετε τα τέρατα του ολέθρου μου!
Τρέξτε κοντά τους!
Ερωτευτείτε τα!
Όταν σας δώσουν εντολή να σιωπήσετε,
σταθείτε υπάκουα προσοχή!
Κάποτε ήρθαν σιωπηλά εδώ
Έσπειραν τους σπόρους του τρόμου,
του φόβου τους καρπούς φρόντισαν μετά
Όταν ήρθε η ώρα της συγκομιδής,
άπλωσαν τ’ αποτρόπαια φτερά τους
και σας οδήγησαν στη λύτρωση
απ’ την απληστία και τα ματαιόδοξα σχέδια μου
για την πλήρη υποταγή
του υπέρλαμπρου πολιτισμού σας
σ’ εμένα το ανθρώπινο πλάσμα
Το τέλος μου στο ουράνιο λίκνο σας
είναι τώρα παρόν
Αύριο μετά τις σπονδές μου
στο καταπατημένο από εμένα χώμα σας
θα φύγω γι’ άλλο γαλαξία
να κτίσω εκεί
τις νέες μου αποικίες
με υποτέλεια, φρίκη και πόνο