Διαβάσαμε | "Gardens of the Moon" - Malazan Book of the Fall 1 - Steven Erikson

Διαβάσαμε | "Gardens of the Moon" - Malazan Book of the Fall 1 - Steven Erikson


Η σειρά του Steven Erikson, Malazan Book of the Fallen, είναι μια από αυτές τις μυθικές, μεγάλες (μετράει δέκα βιβλία και μπόλικες ακόμα νουβέλες) της επικής φαντασίας, οι οποίες δίνουν σε όσους το έχουν διαβάσει ένα υποτιθέμενο κύρος όταν την τελειώνουν. Σαν το Wheel of Time, το Malazan θεωρείται πλέον μια σειρά τόσο κλασσική, όσο υποχρεωτική να διαβαστεί από κάποιον που ασχολείται με τη λογοτεχνία του φανταστικού καθώς είναι από τις πιο πολυσυζητημένες και με φανατικό κοινό σειρές που έχουν εκδοθεί.

Για να πω την αμαρτία μου, δεν ήμουν διατεθειμένος να την ξεκινήσω. Ήξερα από πολλούς φίλους, γνωστούς και γενικά μέσα από το δίκτυο των αναγνωστών του είδους που μας αρέσει πως είναι μια must-read σειρά, αλλά η πολυπλοκότητα και ο όγκος της με αποθάρρυνε. Όσο και αν αγαπάω το Wheel of Time, όταν το τελείωσα έπαθα fantasy-burnout και οποιαδήποτε σειρά που ξεπερνάει τα 4-5 βιβλία μου φαντάζει ακατόρθωτος Γολγοθάς.

Έλα, όμως, που τελικά πήρα απόφαση να την ξεκινήσω, με πρόφαση ένα read along που διοργάνωσε ο ιδιαίτερα συμπαθής booktuber Mike από το Mike’s Book Reviews. Περιττό να πω πως η συμμετοχή μου στο εν λόγω read along πήγε άπατη καθώς διαβάζω πιο αργά από ρυθμό σαλιγκαριού. Ωστόσο, όταν τελείωσα το πρώτο βιβλίο της σειράς με τίτλο Gardens of the Moon, όχι μόνο θέλω να συνεχίσω τη σειρά, αλλά με έκανε να αναρωτηθώ γιατί δεν την ξεκίνησα νωρίτερα.

Στο Malazan Book of the Fallen μας παρουσιάζεται η ιστορία της Αυτοκρατορίας του Malazan αρκετά χρόνια αφότου ο παλιός Αυτοκράτορας έπεσε από τα χέρια της Laseen και το πραξικόπημα που έστησε. Η Laseen έχει φιλόδοξα σχέδια για την Αυτοκρατορία της, οδηγώντας την από τον έναν επεκτατικό πόλεμο στον άλλον, με τον τελευταίο προορισμό της την ήπειρο της Genabackis και την τελευταία ελεύθερη πόλη, το Darujhistan. H πλοκή ακολουθεί χαρακτήρες από όλες τις φράξιες και των δυο μεριών, καθώς οι μεν από το Malazan ετοιμάζονται να χτυπήσουν την πόλη, οι δε από το Darujhistan τσακώνονται μεταξύ τους για το αν θα έπρεπε να προχωρήσουν σε άνευ όρων παράδοση ή αντίσταση. Τα πράγματα δεν είναι ρόδινα από την πλευρά της αυτοκρατορίας, καθώς οι Μάγοι και οι Στρατηγοί (πιστοί και μη στην Αυτοκράτειρα) χαμογελάνε μεν σε δημόσιες εμφανίσεις, αλλά κρατάνε όλοι τους ένα μαχαίρι πίσω από την πλάτη τους, έτοιμοι να το χρησιμοποιήσουν.

Σαν τρίτος παράγοντας σε αυτόν τον πόλεμο μπαίνει και η ιπτάμενη πόλη του Moon’s Spawn, με τον μυστήριο άρχοντα της και τον πανούργο στρατηγό της να μάχονται με ιδιαίτερη επιτυχία ενάντια στα στρατεύματα της Αυτοκρατορίας, για άγνωστους, όμως, προς όλους λόγους. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, οι Θεοί αυτού του κόσμου αποφασίζουν πως το χάος που έχει προκληθεί από την όλη κατάσταση είναι μια ιδανική στιγμή να ξεμυτίσουν από τα βασίλεια τους και ξεκινάνε να χαράζουν τις δικές τους πολεμικές γραμμές.

Το Gardens of the Moon μπορεί να χαρακτηριστεί με μια μόνο λέξη: επικό. Με όλη τη σημασία της λέξης. Είναι πραγματικά “μεγάλο” ως προς τις φιλοδοξίες του συγγραφέα, φιλοδοξίες τις οποίες καταφέρνει και κουμαντάρει με μαεστρία, δημιουργώντας ένα βιβλίο τόσο καλογραμμένο από θέμα κόσμου, πλοκής και ατμόσφαιρας που στα χέρια ενός άλλου θα μπορούσαν να έχουν καταστροφικά αποτελέσματα. Αν νομίζατε πως το παραπάνω ήταν μια γενική περίληψη ολόκληρης της σειράς, λυπάμαι, μα ήταν η πλοκή μόνο από το πρώτο βιβλίο!

Αυτό συμβαίνει στα πρώτα 2 κεφάλαια

Ο Erikson δεν χάνει χρόνο με μακροσκελείς εξηγήσεις, info-dumps με τη σέσουλα, λεπτομερειακά οικογενειακά δέντρα κτλ. Απλά σε αρπάζει σε χώνει στη μέση ενός πεδίου μάχης και κάθε φορά που πας να ρωτήσεις τι ακριβώς συμβαίνει σου λέει: “κάνε υπομονή, δώσε προσοχή και θα καταλάβεις”. Αποφεύγει τις παγίδες των μεγάλων παραγράφων με exposition, πιστεύοντας ότι ο αναγνώστης είναι αρκετά έξυπνος ώστε να ενώσει μόνος του τις τελείες και, εκεί που δεν δίνει εξηγήσεις, καταλαβαίνεις ότι οι απαντήσεις που λαχταράς να μάθεις, θα σου δοθούν σε επόμενα κεφάλαια ή βιβλία. Πολύπλοκα συστήματα μαγείας, πολιτικές παρατάξεις και κοινωνικές κάστες, με την κάθε μια να κοιτάζει πως θα υπερτερήσει της άλλης, αλλόκοτες φυλές, μυστήρια αρχαία πλάσματα, άλλες διαστάσεις, προφητικά όνειρα και χαρτομαντεία, ιπτάμενες πόλεις και άλλα τόσα σου παρουσιάζονται με έναν τρόπο που δεν σε κρατάει από το χέρι, αλλά είναι στην δικιά σου ευχέρεια να τα κατανοήσεις και να ξεδιπλώσεις τον Μίτο της Αριάδνης που έχει πλέξει ο συγγραφέας, δίνοντας σου και μια αίσθηση επιβράβευσης κάθε φορά που ανακαλύπτεις ένα νέο κομμάτι του παζλ. Είναι μια προσέγγιση που δεν έχω ξαναδεί και κάτι που με έκανε να αναφωνώ με θαυμασμό και έκπληξη κάθε φορά που ανακάλυπτα κάτι καινούργιο, κάνοντας τον κόσμο και την πλοκή να μοιάζουν φρέσκια με κάθε κεφάλαιο.

Ο κόσμος του Malazan είναι πρωτότυπος και, ενώ φοράει την επιρροή του “epic fantasy” με περηφάνια, δεν προσπαθεί να αντιγράψει ή να αφήσει την επιρροή αυτήν να καθορίσει το χτίσιμο του. Από το προαναφερθέν σύστημα μαγείας, σύμφωνα με το οποίο οι Μάγοι αντλούν την ενέργεια τους ανοίγοντας πύλες προς άλλους κόσμους, μέχρι και τα πλάσματα έχουν μεν κάτι το γνώριμο, αλλά είναι δοσμένα με έναν τρόπο που δεν έχω ξανασυναντήσει. Με μόνη εξαίρεση τους Tiste Andii, οι οποίοι μοιάζουν σε εμφάνιση υπερβολικά πολύ με τα Drow Elves του Dungeons & Dragons. Είναι, επίσης, ένας κόσμος σκοτεινός και βίαιος, όπου ο καθένας μπορεί να πεθάνει ανά πάσα στιγμή, χωρίς να φτάνει στα όρια του grimdark όμως.

Όσο για την πλοκή, είναι γεμάτη με ανατροπές και μυστήριο, αφήνοντας σε να μαντεύεις που θα το πάει, και χτίζει τόσο πολύ σε ένταση που είσαι μόνιμα καθηλωμένος. Όπως ανέφερα και πριν, κάθε κεφάλαιο είναι ουσιώδες και προχωρά την πλοκή, παρουσιάζοντας κάθε φορά νέα στοιχεία αλλά και νέα ερωτήματα. Η ανάγνωση κυλάει και εκείνη πολύ χαλαρή (να σημειωθεί ότι το διάβασα στο πρωτότυπο), καθώς η πρόζα του Erikson στάζει σιγουριά και κάθε πρόταση οδηγεί στην άλλη σαν ένα πολύπλοκο πλεκτό με όμορφες περιγραφές, γρήγορους διαλόγους και ατμοσφαιρικά περάσματα τα οποία αγγίζουν τον λυρισμό ενός επικού ποιήματος.

Εδώ θα πρέπει να σημειωθούν και κάποια αρνητικά ωστόσο. Όσο και να πιστεύω πως η πρωτοτυπία του κόσμου και η πρόζα του Erikson εκτοξεύουν το βιβλίο πάνω από πολλά άλλα του είδους, η πλοκή, όσο καλογραμμένη και αν είναι, αγγίζει αυτά τα επίπεδα μόνο στα 2/3 του. Το φινάλε, αν και ικανοποιητικό, ξεφουσκώνει κάπως σε σύγκριση με το ποσό χτίσιμο είχε γίνει στα προηγούμενα κομμάτια της. Ενώ σε προδιαθέτει για ένα επικό κλείσιμο, η αλήθεια είναι πως λύνεται ιδιαίτερα απλά και εύκολα. Κάποια plotlines λύνονται, κάποια αφήνονται μετέωρα για άλλα βιβλία, ενώ μερικά απλά... σταματάνε.

Επίσης, ο Erikson έχει ένα προβληματάκι με τους χαρακτήρες του. Σε όλους φαίνεται ότι έχει γίνει μια σκιαγράφηση, αλλά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι περισσότεροι μπορούν να φανούν κάπως επίπεδοι και χωρίς ξεκάθαρο κίνητρο, φτάνοντας σε αλλαγές και αποφάσεις λίγο απότομα, χωρίς κάποια λογική συνοχή, κάτι που σε δυσκολεύει να δεθείς με αυτούς.

Τέλος, η μαγεία μπορεί να γίνει υπερβολικά πολύ ισχυρή. Υπάρχουν στιγμές που οι Μάγοι γίνονται τόσο δυνατοί που κάνουν τις μάχες από το Dragon Ball Z να φαίνονται προσγειωμένες και σε κάνει να απορείς πως δεν έχει ανατιναχθεί όλος ο κόσμος από μια απλή μονομαχία μεταξύ τους.

Πέρα από αυτά, πιστεύω πως το Gardens of the Moon είναι ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσει οποιοσδήποτε λατρεύει το είδος της επικής φαντασίας. Έχει ότι ζητάει κάποιος από αυτό και με το παραπάνω, με την πρωτοτυπία και την ιδιαιτερότητα των ιδεών και τρόπου εκτέλεσης αυτών να δικαιολογούν (μέχρι στιγμής) τον όλο μύθο που έχει χτιστεί γύρω από αυτό.