Retro Gaming Fantasies: Ονειρεύονται οι συγγραφείς, τέρατα από pixels και ψηφιακά μελάνια;

Retro Gaming Fantasies: Ονειρεύονται οι συγγραφείς, τέρατα από pixels και ψηφιακά μελάνια;

Αν κάποιος δεν ζει απομονωμένος σε ένα βουνό σίγουρα έχει παρατηρήσει μια γενικότερη τάση επιστροφής στο παρελθόν. Ταινίες, σειρές, μουσική, μόδα (πρόσφατα είδα πως ξαναβγήκαν τα μπασκετικά μποτάκια που είχα όταν ήμουν 12-13) και μέσα σε όλα αυτά περιλαμβάνονται κονσόλες και υπολογιστές. Κάποτε δεν υπήρχαν μόνο τα Mac και τα Pc, το Χbox και το Playstation. Eκείνες τις μακρινές εποχές των home computers, των 8bit και 16bit κονσολών, του Z80 και του 68000 υπήρχε μια πολύχρωμη πληθώρα μηχανημάτων με χαρακτήρα, προσωπικότητα και ιδιαιτερότητες. Κάποιοι λόγω ηλικίας τα γνώριζαν ήδη, όμως οι μικρότεροι (σοβαροί χομπίστες και λάτρεις της old school τεχνολογίας) τα είχαν ανακαλύψει πριν το ξέσπασμα του retrowave. Το YouTube, και όχι μόνο, είναι γεμάτο με βίντεο παιδιών που ασχολούνται φανατικά, τόσο με το παλιό hardware όσο και με το software. Δεν πρόκειται για φαινόμενο ή περαστική μόδα, οι τάσεις συνεχίζουν να είναι ανοδικές και είναι πολλοί αυτοί που ασχολούνται ενεργά “πειράζοντας” επεξεργαστές, παρακάμπτοντας τους συμβατικούς τρόπους αναπαραγωγής, ανανεώνοντας ή προσαρμόζοντας το λειτουργικό σύστημα και πολλά ακόμα.

Γύρω στο 2000 τα μηχανήματα αυτά ήταν στα αζήτητα, παλιατζούρες που ξεφορτώνονταν στα σκουπίδια. Εγώ και κάποιοι άλλοι (στέλνω τους αγωνιστικούς μου χαιρετισμούς στον Παναγιώτη και στον Δημήτρη) βρήκαμε τότε την ευκαιρία να αποκτήσουμε αρκετά από αυτά. Μας τα χάριζαν γιατί τους έπιαναν χώρο, τα αγοράζαμε από ξεχασμένα καταστήματα του κέντρου σε αστείες τιμές, βουτάγαμε μέσα σε κάδους απορριμμάτων για να τα ανασύρουμε (μηχανήματα και προγράμματα μαζί) ή τα μαζεύαμε έξω από αντιπροσωπείες που είχαν κλείσει. Χοντρό παιχνίδι γινόταν στα παζάρια του Πειραιά, στο Σχιστό, στο Μοναστηράκι κι αλλού. Η λίστα αυτών που έχουμε βρει είναι ατελείωτη, σε πολλές περιπτώσεις ήταν αδύνατον να τα κουβαλήσουμε όλα. Τα περισσότερα τα αγοράζαμε - ενδεικτικά θα αναφέρω κάποια παραδείγματα- από δύο ευρώ (Oric Atmos) έως κάνα δεκάρικο (Amiga 500 ή Spectrum+ στο κουτί του). Αυτά ίσχυαν κάποτε, τώρα τα μηχανήματα και τα περιφερειακά τους είναι δυσεύρετα κι έχουν αποκτήσει συλλεκτική αξία.


O θρυλικός Commodore 64 (1982)
Φωτό: Ελληνικό Μουσείο Πληροφορικής

Η αυξημένη λοιπόν ζήτηση έχει εκτοξεύσει τις τιμές και οι εταιρίες που μυρίστηκαν κέρδος αποφάσισαν να τα αναστήσουν με τη μορφή mini ή full size μοντέλων. Η χρήση τους είναι εύκολη, συνδέονται στην τηλεόραση κι έχουν την δυνατότητα να τρέξουν, μέσω roms, έναν απίστευτο όγκο δωρεάν λογισμικού. Ταυτόχρονα παράγονται ολοκαίνουρια παιχνίδια τα οποία διατίθενται σε ψηφιακή ή φυσική μορφή. Είναι σουρεαλιστικό να αγοράζεις ένα καινούριο πρόγραμμα για τον Spectrum το 2023 και μάλιστα σε κασέτα! Εδώ που βρίσκομαι δεν έχω τα μηχανήματά μου όμως έχω εγκατεστημένους emulators και remastered εκδόσεις των παλιών μου αγαπημένων παιχνιδιών από το GOG. Τα καινούρια δεν με τραβάνε πολύ παρά τα φοβερά τους γραφικά, τον ήχο και το animation. Τα τόσα “συν” καταλήγουν στο τέλος να είναι “πλην” όταν υπάρχει έλλειψη φαντασίας, ουσίας και πρωτοτυπίας. Αυτό σηκώνει μεγάλη ανάλυση που δεν θα είχε όμως νόημα αφού οι απόψεις είναι ούτως ή άλλως υποκειμενικές...

Έτσι, για να επιστρέψω και πάλι στο θέμα, αποφάσισα να γράψω εγώ το αφιέρωμα που θα ήθελα να διαβάσω. Με παιχνίδια περασμένων δεκαετιών και άλλων εποχών που αν και υστερούν σε πολλούς τομείς, έχουν μια γοητεία που σε κάνει να επιστρέφεις σε αυτά. Από πού όμως να αρχίσω και που να τελειώσω; Να γράψω για adventures, role playing games, platforms, shoot em ups, sports, flight simulators, τι ακριβώς; Αποφάσισα να κινηθώ θεματικά και σε ένα πλαίσιο που ενδιαφέρει τους αναγνώστες της ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.Κ. Παιχνίδια που είναι εμπνευσμένα από τα έργα μεγάλων συγγραφέων του Φανταστικού και που καλύπτουν την παραγωγή από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 έως το τέλος της δεκαετίας του ’90. Κάποια από αυτά στάθηκαν η αφορμή να ασχοληθώ με συγγραφείς που δεν γνώριζα ή που είχα απλώς ακουστά. Τα έχω τοποθετήσει σε χρονολογική σειρά, υπάρχουν πολλά trivia και πληροφορίες, που πιστεύω ότι θα βρείτε ενδιαφέρουσες, κι ελπίζω να ευχαριστηθείτε το άρθρο όσο εγώ. Η λίστα δεν είναι πλήρης, αφού έκανα ξεσκαρτάρισμα, κι επειδή όλοι οι συγγραφείς, ακόμα κι αυτοί που δεν είναι του Φανταστικού, έχουν ψυχή, πρόσθεσα τρεις επιπλέον τίτλους που αξίζει να αναφερθούν. Στο τέλος κάνω μια μικρή παρουσίαση τριών ταινιών που σχετίζονται με το θέμα μας από πολλές απόψεις. Καλή διασκέδαση!

The Hobbit (Melbourne House - 1982)

Το πρώτο παιχνίδι που βασίστηκε σε έργο του Τόλκιν ήταν και άτυπος φόρος τιμής στον συγγραφέα, κάτι που θα γίνει πιο κατανοητό στην συνέχεια. Με ουσιαστικές καινοτομίες διέφερε αρκετά από τα κλασσικά text-adventures της εποχής. Πρώτα απ’ όλα υπήρχαν λιτά γραφικά που αναδύονταν στις τριάντα από τις ογδόντα τοποθεσίες του παιχνιδιού ενώ παράλληλα η αλληλεπίδραση του παίκτη με το περιβάλλον ήταν χαλαρότερη από το συνηθισμένο. Στα adventure games χρησιμοποιούσες καθιερωμένες εντολές μέσω των οποίων καθοδηγούσες τους χαρακτήρες. Αν ξέφευγες από αυτές η μηχανή δεν καταλάβαινε τι ακριβώς της ζητούσες. Στο Hobbit μπορούσες να δώσεις οδηγίες με έναν φυσικότερο -πιο κοντά στον ανθρώπινο γραπτό λόγο- τρόπο που οι developers ονόμασαν “Inglish”.


Κασέτουλα, κανείς;

Φοβερό αν σκεφτεί κανείς την αγάπη του Τόλκιν για την γλωσσολογία και για τις διαλέκτους των ξωτικών που ο ίδιος είχε δημιουργήσει. Οι πρώτες εκδόσεις του παιχνιδιού συνοδεύονταν από το βιβλίο όμως η δική μου ήταν από δεύτερο χέρι και δεν είχα πολλές απαιτήσεις. Να αναφέρω επιγραμματικά πως στην συνέχεια έπαιξα σε διάφορα μηχανήματα τα Lord of the Rings, Shadows of Mordor και J.R.R. Tolkien’s War in Middle Earth χωρίς όμως να εντυπωσιαστώ ιδιαίτερα. Το Hobbit με τον ρεαλισμό, την απρόβλεπτη συμπεριφορά των χαρακτήρων και το δυνατό real time gameplay, ήταν μπροστά από την εποχή του.

Fahrenheit 451 (Telarium - 1984)

Σε μια δυστοπική Αμερική του μέλλοντος, τα βιβλία έχουν απαγορευτεί και η επιθυμία για γνώση έχει ποινικοποιηθεί. Η δουλειά του πυροσβέστη Γκάυ Μόνταγκ και των συναδέλφων του είναι να καίνε σπίτια μαζί με τα βιβλία που κρύβονται σε αυτά. Όταν συνειδητοποιεί πως βρίσκεται σε λάθος στρατόπεδο, η στάση του αλλάζει. Ο Ρέυ Μπράντμπερι έχοντας νιώσει στο πετσί του τις συνέπειες του Μακαρθισμού, μας μεταφέρει σε ένα αβέβαιο και σκοτεινό μέλλον. Το παιχνίδι συνεχίζει από το σημείο όπου σταματάει το μυθιστόρημα. Στην χώρα έχει επιβληθεί στρατιωτικός νόμος και ο Γκάυ εξακολουθεί να αντιστέκεται ως μέλος μιας παράνομης οργάνωσης. Ταξιδεύει στην Νέα Υόρκη σκοπεύοντας να μπει κρυφά στην δημοτική βιβλιοθήκη της πόλης. Αν και τα βιβλία της έχουν καταστραφεί, το περιεχόμενό τους έχει μεταφερθεί σε 34 μικροκασέτες.


Ένα δείγμα text-adventure της εποχής...

Ο κίνδυνος παραμονεύει παντού όμως η γνώση πρέπει να διασωθεί. Το σενάριο του text-adventure είναι εξαιρετικό, η δυσκολία των παζλ κυμαίνεται σε φυσιολογικά επίπεδα και τα λιτά γραφικά σπάνε την μονοτονία. Μοναδική ένσταση, η έλλειψη ευελιξίας της μηχανής του παιχνιδιού. Κατανοεί τις εντολές μόνο όταν δίνονται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο με αποτέλεσμα να κολλάς δίχως λόγο. Ο Μπράντμπερι συνεργάστηκε με την Telarium γράφοντας κάποιους διαλόγους όπως και τον πρόλογο που περιλαμβάνεται στο πακέτο του παιχνιδιού. Άλλο έργο του που έχει μεταφερθεί στους υπολογιστές είναι το Ray Bradbury’s: The Martian Chronicles (1995), ένα 3D graphic adventure που περιλαμβάνει αναγνώσεις κειμένων από τον ίδιο.

Rendezvous with Rama (Telarium - 1984)

Ένας γιγαντιαίος αστεροειδής κινείται κοντά στη Γη και οι επιστήμονες ανακαλύπτουν πως πρόκειται στην πραγματικότητα για άγνωστο διαστημόπλοιο. Ως κυβερνήτης του “Endeavor”, του μοναδικού γήινου σκάφους που βρίσκεται στην περιοχή, έχεις αποστολή να το προσεγγίσεις και να το εξερευνήσεις πριν εγκαταλείψει το ηλιακό μας σύστημα. Βασισμένο στο πολυβραβευμένο βιβλίο του Άρθουρ Κλαρκ, το ατμοσφαιρικό αυτό text-adventure έχει αρκετές ομοιότητες με το Fahreneit 451. Λογικό, αφού αναπτύχθηκε κι αυτό με το SAS, το adventure game-engine της Telarium. Ισχύουν τα ίδια: Λογικό επίπεδο δυσκολίας, λιτά γραφικά και μια δυνατή ιστορία  που όμως εδώ στηρίζεται ολοκληρωτικά στην υπόθεση του βιβλίου. Ο συγγραφέας δεν αναμίχθηκε καθόλου στην παραγωγή του παιχνιδιού κι αυτό ήταν μάλλον κακό. Η αφήγηση σε μερικά σημεία είναι “στεγνή” κι αποστασιοποιημένη όμως, κατά τη γνώμη μου, συμβάλλει στην δημιουργία ενός σκοτεινού κλίματος. Το πρόβλημα είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει έλλειψη λεπτομερειών, ζωτικών για την εξέλιξη του παιχνιδιού και ο παίκτης χάνει χρόνο με ανούσια πράγματα. Στο ίδιο βιβλίο βασίστηκε και το Rama (1996), ένα first person graphic-adventure που κυκλοφόρησε από την Sierra.

Σημείωση: Μιας και τα δύο τελευταία παιχνίδια ήταν της Telarium (Trillium αρχικά) θέλω να μιλήσω για αυτήν. Είχε αναπτύξει το SAS, που αναφέρω και πιο πάνω, επενδύοντας περίπου ένα εκατομμύριο δολάρια. Σκοπός της ήταν να μεταφέρει στις οθόνες των υπολογιστών λογοτεχνικά έργα κι αυτό ακριβώς έκανε κατά την περίοδο 1984 - 1987. Θα τα αναφέρω επιγραμματικά: Amazon - Michael Chrichton, Dragonworld - Byron Preiss / Michael Reaves, Nine Princes in Amber - Roger Zelazny, Perry Mason: The Case of  the Mandarin Murder - Erle Stanley Gardner, The Scoop - Agatha Christie, The Wizard of Oz - Lyman Frank Baum, Treasure Island - Robert Louis Stevenson. Το Shadowkeep που βγήκε την ίδια εποχή ήταν το πρώτο παιχνίδι που μεταφέρθηκε ποτέ σε μυθιστόρημα, από τον Alan Dean Foster. Οπότε δεν υπάρχει τίτλος της εταιρίας που να μην αντιστοιχεί σε κάποιο βιβλίο!

The Hitchhiker’s Guide to the Galaxy (Infocom - 1984)

Ο Άρθουρ είχε αφήσει το Λονδίνο για να ζήσει σε μια άχαρη επαρχιακή πόλη. Ένα πρωινό αφού βούρτσισε τα δόντια του πήγε στην κουζίνα για να φτιάξει καφέ. Αισθανόταν λίγο πεσμένος, ίσως γιατί έβρεχε όλη νύχτα, όμως τα πράγματα θα χειροτέρευαν. Ένα συνεργείο εργατών με μια μεγάλη κίτρινη μπουλντόζα βρίσκονταν έξω από το σπίτι του. Είχαν έρθει για να το κατεδαφίσουν με επικεφαλής τον κύριο Πρόσερ που εργαζόταν στον δήμο. Ο Άρθουρ προσπάθησε να τους σταματήσει όμως ο φίλος του Φορντ τον πήρε σηκωτό για να τον πάει στην παμπ. Σε μισή ώρα ο κόσμος  θα καταστρεφόταν κι έπρεπε να προλάβουν να πιουν μπύρες. Ο Φορντ ήταν εξωγήινος και είχε σκοπό να τον μεταφέρει σε ένα από τα μεγάλα κίτρινα διαστημόπλοια που πλησίαζαν τον πλανήτη. Αυτά συμβαίνουν όταν είναι Πέμπτη, μια μέρα που δεν καθόταν ποτέ καλά στον Άρθουρ. Το βιβλίο συνδυάζει με μοναδικό τρόπο το χιούμορ με την επιστημονική φαντασία, κάτι που είναι διάχυτο και στο παιχνίδι. Ο Ντάγκλας Άνταμς είχε παραδεχτεί πως ήταν τεχνοφοβικός, δεν του άρεσαν καθόλου οι υπολογιστές και βαριόταν τα video games.

Μέχρι τη στιγμή που έπεσε στα χέρια του ένα από τα text-adventures της Infocom κι εντυπωσιάστηκε. Έμοιαζε με βιβλίο μόνο που δεν υπήρχε μόνο αφήγηση. Ο παίκτης-αναγνώστης είχε ενεργό ρόλο, μπορούσε να “μπει” στην ιστορία και να την διαμορφώσει θέτοντας την φαντασία του σε κίνηση. Ο Άνταμς φρόντισε να μεταφέρει άμεσα το The Hitchhiker’s Guide to the Galaxy σε text-adventure αλλά και να γράψει για την Infocom το Bureaucracy. Εκεί περιγράφει, με το γνωστό του ανατρεπτικό χιούμορ, τις περιπέτειες ενός ταλαίπωρου που πέφτει θύμα της γραφειοκρατίας.Το The Hitchhiker’s Guide to the Galaxy ήταν ένας από τους πιο επιτυχημένους τίτλους της Infocom καταφέρνοντας να φτάσει τις 500.000 πωλήσεις. Η συσκευασία, κατά την προσφιλή συνήθεια της εταιρίας, ήταν ιδιαίτερα προσεγμένη. Eκτός από δισκέτες και οδηγίες υπήρχαν: Mια κονκάρδα “Don’t Panic”, χαρτονένια μαύρα γυαλιά ηλίου, επίσημο έγγραφο της Διαγαλαξιακής Κυβέρνησης που σε εξουσιοδοτούσε να καταστρέψεις τον πλανήτη (!) και διάφορα άλλα πραγματάκια. Ακολουθώντας τον παρακάτω σύνδεσμο, μπορείτε να παίξετε online την δωρεάν επετειακή έκδοση του παιχνιδιού που διατίθεται από τo BBC. Τι περιμένετε, πατήστε το κόκκινο κουμπί και ξεκινήστε!

https://www.bbc.co.uk/programmes/articles/1g84m0sXpnNCv84GpN2PLZG/the-game-30th-anniversary-edition

Σημείωση: Αναρωτιέμαι αν είναι τυχαία η ύπαρξη ενός ανάλογου “κουμπιού” στο εξώφυλλο της αυτοβιογραφίας του Bruce Dickinson. Χμμμ...

The Saga of Erik the Viking (Mosaic - 1984)

Όταν είδα την κωμωδία “Erik the Viking” ανακάλυψα πως υπήρχε προγενέστερο παιχνίδι με τον ίδιο τίτλο. Δεν ήταν τυχαίο αφού και τα δύο βασίζονταν στο βιβλίο του Τέρι Τζόουνς των Monty Python. Για όσους δεν το γνωρίζουν, ήταν παραγωγικότατος συγγραφέας με αρκετά από τα βιβλία του να ανήκουν στον χώρο του φανταστικού. Είχε γράψει μάλιστα σε συνεργασία με τον Ντάγκλας Άνταμς, το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας “Starship Titanic” που επίσης μεταφέρθηκε σε adventure game. Στην ταινία συμβαίνουν όσα μάλλον φαντάζεστε όμως το παιχνίδι έχει διαφορετικό σενάριο. Ο Έρικ επιστρέφει στην φάρμα του και την βρίσκει κατεστραμμένη. Κάποιοι έχουν απαγάγει την οικογένειά του κι εκείνος πρέπει να την σώσει. Αρματώνει ένα ντρακάρ και μαζί με τους συντρόφους του παίρνει στο κατόπι τους απαγωγείς. Διασχίζει την Βόρεια Θάλασσα κι αποβιβάζεται σε νησιά και δύσβατες ακτές. Στον δρόμο του συναντά μυθολογικά πλάσματα και μάγους, αντιμετωπίζει αντίπαλους πολεμιστές κι εξερευνά άγνωστα μέρη προσπαθώντας να βρει πληροφορίες που θα τον οδηγήσουν στα ίχνη των απαγωγέων. Πρόκειται για text-adventure με γραφικά που θυμίζουν αυτά του Hobbit. Το στήσιμό του είναι ελκυστικό, ο συντελεστής δυσκολίας ισορροπημένος και η περιπέτεια σου κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον. Άλλος ένας κλασσικός τίτλος από τη Level 9 που κυκλοφόρησε μέσω της Mosaic. Η συσκευασία του παιχνιδιού ήταν ασυνήθιστη καθώς είχαν στεγάσει τα περιεχόμενα του μέσα σε ένα καλαίσθητο κουτί βιντεοκασέτας!

The War of the Worlds (CRL - 1984)

Ο “Πόλεμος των Κόσμων” του Χ. Τζ. Γουέλς που εκδόθηκε το 1898, αναφέρεται σε μια εισβολή των Αρειανών στην Γη. Είναι γνωστή η ραδιοφωνική φάρσα που είχε σκαρώσει, μια νύχτα του Χάλογουιν, ο Όρσον Γουέλς. Ως παρουσιαστής του CBS αφηγήθηκε κομμάτια του βιβλίου με τόσο πειστικό τρόπο ώστε οι Αμερικάνοι πίστεψαν πως όσα άκουγαν ήταν αληθινά. Δεδομένου ότι ήταν 1938 και το ραδιόφωνο βρισκόταν στα καλύτερά του, ο κόσμος καταλήφθηκε από πανικό σε ολόκληρη την χώρα. Όπως συμβαίνει και στο βιβλίο, οι εξωγήινοι προσγειώνονται στο Λονδίνο καταστρέφοντας τα πάντα στο πέρασμά τους. Εσύ βρίσκεσαι στα προάστια και προσπαθείς να επιβιώσεις καθώς προχωράς προς το κέντρο της πόλης αναζητώντας την αρραβωνιαστικιά σου. Στον δρόμο σου συναντάς τις θεόρατες, τρίποδες πολεμικές μηχανές των Αρειανών, κρύβεσαι, συγκεντρώνεις τροφή και βρίσκεις συνοδοιπόρους που πασχίζουν κι αυτοί να σώσουν την ζωή τους. Το παιχνίδι είναι adventure με arcade στοιχεία με την έννοια ότι διαβάζεις στην οθόνη σου την ιστορία και καλείσαι να πάρεις κάποιες αποφάσεις ενώ δεν λείπουν οι σκηνές δράσης όπου χρησιμοποιείς τα πλήκτρα. Στον Spectrum τα γραφικά ήταν φτωχά κι ο ήχος υποτυπώδης με αποτέλεσμα το παιχνίδι να μην πάρει καλές κριτικές. Πολλοί έβρισκαν βαρετό το side scrolling που επέτρεπε την κίνηση μόνο αριστερά ή δεξιά και ίσως να είχαν δίκιο. Εμένα παρόλα αυτά με είχε μαγέψει το σενάριο και η λιτή αφήγηση που σου επέτρεπε να συμπληρώνεις τα κενά με την φαντασία σου. Αν θέλετε κάτι πιο σύνθετο και ολοκληρωμένο μπορείτε να αναζητήσετε το War of the Worlds (1998) από την GT Interactive.

Blade Runner (CRL - 1985)

Η αξέχαστη ταινία, με το μνημειώδες σάουντρακ, που βασίστηκε στο “Ονειρεύονται τα Ανθρωποειδή το Ηλεκτρικό Πρόβατο;” του Φίλιπ Κ. Ντικ. Δεν χρειάζεται να αναλύσω τους λόγους για τους οποίους αυτό το βιβλίο είναι σημαντικό. Τα θέματα που θίγει είναι πολλά και οι περισσότεροι γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται. Βρισκόμαστε σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο όπου οι άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να αποικίσουν άλλους πλανήτες. Η ζωή έχει καταστραφεί εξαιτίας ενός πυρηνικού πολέμου και οι φιλόζωοι καταφεύγουν στην αγορά ηλεκτρικών κατοικιδίων για συντροφιά (ελλείψει πραγματικών). Μια εταιρία στον Άρη κατασκευάζει ανθρωποειδή μοντέλα που καθώς σταδιακά εξελίσσονται αποκτούν δική τους βούληση.

Κάποια από αυτά δραπετεύουν στη Γη  κι ένας κυνηγός επικηρυγμένων αναλαμβάνει να τα εξοντώσει. Αυτό ακριβώς είναι και το σενάριο του παιχνιδιού όπου πετάς μέσα στο ιπτάμενο όχημά σου πάνω από την πόλη προσπαθώντας να εντοπίσεις τις ρέπλικες. Το πάνελ μπροστά σου διαθέτει ραντάρ, μια συσκευή ανίχνευσης και μια οθόνη που μεταδίδει πληροφορίες για τα ανθρωποειδή που κινούνται σε κοντινή απόσταση. Όταν έρθει η ώρα, προσγειώνεις το σκάφος και τα κυνηγάς πεζός στους πολυσύχναστους δρόμους. Το Blade Runner ήταν απλοϊκό και δεν είχε κάτι αξιομνημόνευτο. Από ένα σημείο και μετά καταντούσε βαρετό όμως εξακολουθούσες να το παίζεις για να ακούς την μουσική του Vangelis. Η νοσταλγική 8bit εκδοχή του, ειδικά μετά από τόσα χρόνια, σπρώχνει τα επίπεδα “καλτίλας” στο κόκκινο. Συνιστώ να τσεκάρετε το μεταγενέστερο graphic-adventure με τον ίδιο τίτλο. Άλλα παιχνίδια που έχουν βασιστεί σε έργα του συγγραφέα είναι τα: Total Recall (1990) και Ubik (1998) -με έξτρα συμμετοχή του Νόρμαν Σπίνραντ-.

Neuromancer (Interplay - 1988)

Ο “Νευρομάντης” ήταν το ντεμπούτο του Γουίλιαμ Γκίμπσον και το πρώτο μέρος της δυστοπικής του τριλογίας˙ ακολούθησαν τα “Κόμης Μηδέν” και “Στον Αστερισμό της Μόνα Λίζα”. Το Neuromancer αν και στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στην μυθοπλασία και στους χαρακτήρες του συγγραφέα, έχει πρωτότυπο σενάριο. Βρισκόμαστε κάπου στο μέλλον, στην πόλη Chiba της Ιαπωνίας και ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να επανακτήσει την πρόσβασή του στο κυβερνοδιάστημα. Οι φίλοι του, όπως και αρκετοί άλλοι περιπλανώμενοι του κυβερνοχώρου, έχουν χαθεί. Η εξαφάνισή τους καλύπτεται από πυκνό μυστήριο κι εκείνος προσπαθεί να ανακαλύψει τι έχει συμβεί. Το παιχνίδι ανήκει στην κατηγορία των point-and-click adventure games, συλλαμβάνει την σκοτεινή, δυστοπική ατμόσφαιρα του βιβλίου και είναι άκρως ικανοποιητικό.

Το είχα δει τυχαία στον υπολογιστή ενός φίλου και λίγο αργότερα το απέκτησα κι εγώ. Με αυτό τον έμμεσο τρόπο, ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με ένα έργο που άλλαξε τα δεδομένα στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας. Όταν κάποια στιγμή βρέθηκε μπροστά μου το βιβλίο, το πήρα δίχως δεύτερη σκέψη. Αξίζει να πούμε πως ο ψυχολόγος και συγγραφέας Τίμοθυ Λίρυ έπαιξε ρόλο στην δημιουργία του συγκεκριμένου video game, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες για την υλοποίησή του. Στο σάουντρακ περιλαμβανόταν μια digitized εκδοχή του “Some Things Never Change” τoυ new wave συγκροτήματος Devo. Επιτυχημένη επιλογή και μέσα στο κλίμα της συγκεκριμένης εποχής.

Psycho (Box Office - 1988)

Μια από τις κλασσικότερες ταινίες τρόμου όλων των εποχών από τον μαιτρ Άλφρεντ Χίτσκοκ. Το σενάριο του παιχνιδιού δανείζεται τον διάσημο ήρωα του Ρόμπερτ Μπλοχ (Νόρμαν Μπέιτς) όμως εκεί σταματάει οποιαδήποτε σχέση με το βιβλίο. Από το Μητροπολιτικό Μουσείο έχουν εξαφανιστεί κοσμήματα μεγάλης αξίας κι ένας από τους επιμελητές αγνοείται. Υπάρχουν υποψίες ότι υπεύθυνος είναι ο Νόρμαν Μπέιτς, όχι όμως κι αποδείξεις. Είσαι ο μοναδικός ντετέκτιβ που τολμάει να αναλάβει την υπόθεση και να ταξιδέψει στο Bates Motel. Θα βγεις άραγε ζωντανός; Έχεις στην διάθεσή σου μόνο τέσσερις ώρες για να λύσεις το μυστήριο. Ένα graphic-adventure με ενδιαφέρουσα υπόθεση, αξιοπρεπή γραφικά και φιλικό control interface. Στην οθόνη υπάρχει πίνακας με τις διαθέσιμες εντολές, μετρητής χρόνου και δείκτης της κατάστασης της υγείας σου. Κάνεις έρευνα, συγκεντρώνεις αντικείμενα και προσπαθείς να εισχωρήσεις στα άδυτα του χώρου. Παράλληλα προσπαθείς να αποφύγεις την μάνα του Νόρμαν που όποτε σε βρει σε κοιμίζει για να χάσεις χρόνο! Παρόλο που πολλοί εμίσησαν αυτό το παιχνίδι, εγώ το έβλεπα πάντοτε με συμπάθεια. Δεν είναι κάτι σπουδαίο ούτε όμως και τόσο κακό.

Nightbreed: The Interactive Movie (Ocean - 1990)

Ο Άαρων Μπουν πάσχει από κάποια απροσδιόριστη ψυχική ασθένεια και ακολουθεί φαρμακευτική αγωγή. Η κατάσταση χειροτερεύει όταν ο ψυχίατρος που τον παρακολουθεί, τον πείθει ότι έχει διαπράξει μια σειρά δολοφονιών. Ο Μπουν παρόλο που δεν θυμάται απολύτως τίποτα πιστεύει πως είναι εγκληματίας, ένα τέρας που δεν έχει θέση ανάμεσα σους ανθρώπους. Εντελώς τυχαία μαθαίνει για την ύπαρξη της Μίντιαν, μιας μυθικής πόλης όπου γίνονται δεκτοί μόνο παράφρονες και καταραμένοι, όπως ο ίδιος. Βρίσκεται πίσω από τους τοίχους ενός εγκαταλελειμμένου νεκροταφείου, χαμένου στην μέση του πουθενά. Αυτό είναι το σενάριο του Nightbreed που, όπως και η ομώνυμη ταινία, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την υπόθεση και την πλοκή του “Kαμπάλ” του Κλάιβ Μπάρκερ. Ανήκει στην κατηγορία των arcade-adventures και η δομή του θυμίζει αρκετά τις κυκλοφορίες της Cinemaware χωρίς όμως να πλησιάζει το επίπεδό τους. Κάποια arcade σημεία θα μπορούσαν να είναι ευκολότερα όμως τα γραφικά και το στήσιμο αποτυπώνουν με επιτυχία την ατμόσφαιρα της καλτ ταινίας. Αν είστε φίλοι του synthpop και του retrowave, είμαι βέβαιος πως η μουσική της εισαγωγής θα σας ικανοποιήσει στο έπακρο. Η Ocean έβγαλε την ίδια χρονιά άλλο ένα παιχνίδι που βασιζόταν στην ταινία. Το Clive Barker's Nightbreed: The Action Game, που ήταν arcade, ενώ είχαν ετοιμάσει κι ένα τρίτο που τελικά δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Ο Κλάιβ Μπάρκερ έγραψε αργότερα το σενάριο του Undying που για τα δεδομένα της εποχής (2001) ήταν εντυπωσιακό.

Conan The Cimmerian (Virgin Games - 1991)

Ο μάγος ξεδιπλώνει τον πάπυρο και στις αναλαμπές της φωτιάς αχνοφαίνονται παμπάλαιες, ξεθωριασμένες γραφές: “...Tότε ήλθε ο Κόναν, ο Κιμμέριος, με μαύρα μαλλιά, μάτια βλοσυρά και με το σπαθί στο χέρι, πανίσχυρος πολεμιστής, προορισμένος από την μοίρα να πατήσει τους διαμαντοστόλιστους θρόνους του κόσμου...”. Έτσι ξεκινάει το συγκεκριμένο action-adventure στο οποίο πρωταγωνιστεί ο διασημότερος από τους ήρωες του Ρόμπερτ Χάουαρντ. Άγνωστοι καβαλάρηδες εκτελώντας τις εντολές ενός σατανικού μάγου, εισβάλουν στο χωριό του και σφάζουν την γυναίκα και τους φίλους του. Ο Κόναν περιπλανιέται αναζητώντας πληροφορίες, πηγαίνει σε πόλεις, αναλαμβάνει αποστολές και “χτενίζει” δρόμους, ναούς και καπηλειά. Κάνει τα πάντα προκειμένου να βρει τους εχθρούς του και να πάρει εκδίκηση. Ένα αξιοπρεπές παιχνίδι που με είχε κρατήσει αρκετά και ήταν κρίμα που δεν υπήρχαν περισσότεροι σχετικοί τίτλοι εκείνη την περίοδο. Βέβαια υπήρχαν άλλοι τίτλοι με βάρβαρους πρωταγωνιστές που έμοιαζαν του Κόναν αλλά δεν ήταν (για ευνόητους λόγους). Σχεδόν όλοι ακολουθούσαν το ίδιο κλασσικό μοτίβο, προχωράς με το σπαθί σου και θερίζεις όποιον βρεθεί μπροστά σου. Αν θα έπρεπε να αναφέρω κάποιους από αυτούς: Barbarian, Gods, Targhan και φυσικά το Golden Axe.

The Dark Half (Capstone Software - 1992)

Ένα χρόνο πριν από την μεταφορά του βιβλίου στο κινηματογραφικό πανί, με σκηνοθέτη τον Τζώρτζ Ρομέρο, κυκλοφόρησε το graphic-adventure που βασιζόταν επίσης σε αυτό. Ο συγγραφέας Θαντ Μπώμοντ αποφασίζει να θάψει για πάντα το alter ego του, τον Τζώρτζ Σταρκ. Αυτό ήταν το ψευδώνυμο που είχε χρησιμοποιήσει σε μια σειρά βίαιων βιβλίων.


Ομάδα χειρουργών επιχειρούν επέμβαση στο κεφάλι του ασθενούς...

Όμως ο Τζώρτζ Σταρκ διαφωνεί, έχει αποκτήσει δική του υπόσταση και διαπράττει δολοφονίες για τις οποίες ενοχοποιείται ο ίδιος. Ένας από τους δυο τους πρέπει να πεθάνει, πως μπορείς όμως να σκοτώσεις κάτι που δεν έχει γεννηθεί ποτέ; Ο Στήβεν Κινγκ σε μεγάλη φόρμα, όμως και το παιχνίδι δεν πάει πίσω. Τα εξαιρετικά γραφικά θυμίζουν εκείνα των adventures της Sierra και της LucasArts, ενώ ο παίκτης αλληλεπιδρά με το περιβάλλον χρησιμοποιώντας ένα βολικό user interface.


...μέχρι την σοκαριστική ανακάλυψη!

Η μουσική τονίζει με δραματικό τρόπο αρκετά σημεία συμβάλλοντας καταλυτικά στο τελικό αποτέλεσμα. Πολλά έργα του συγγραφέα έχουν μεταφερθεί σε κόμικς, ταινίες και σειρές όμως τα παιχνίδια είναι αναλογικά λιγότερα. Συνοπτικά όσα έχουν υποπέσει στην αντίληψή μου: The Mist (1985), The Running Man (1989), The Lawnmower Man (1993), Stephen King’s F13 (1999).

Dune (Virgin Games - 1992)

Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά για το βιβλίο του Φρανκ Χέρμπερτ. Έχει βραβευτεί με Hugo, Nebula και είναι ένα από τα γνωστότερα έργα επιστημονικής φαντασίας. Ο Πωλ, γιος του κόμη Λίτο Ατρείδη, φτάνει στον πλανήτη Dune. Είναι το μοναδικό μέρος στο σύμπαν όπου παράγεται η πολύτιμη ουσία μελάνζ ή spice. Όποιος ελέγχει την παραγωγή του, ελέγχει ολόκληρο τον κόσμο. Υπάρχουν όμως αντικρουόμενα συμφέροντα και θα έρθει αντιμέτωπος με τον οίκο των Χαρκόννεν.


Στις ερήμους του Αρράκις

Το Dune είναι ένα real time strategy-adventure που οπτικά, και όχι μόνο, έχει δανειστεί πολλά από την ομώνυμη ταινία του Ντέιβιντ Λιντς. Τα χρώματα είναι όμορφα και ξεκούραστα στο μάτι, η μουσική επένδυση απολαυστική και οι διάλογοι σπάνε την μονοτονία από την οποία πάσχουν συνήθως τα RTS. Είναι ένα άκρως ψυχαγωγικό παιχνίδι που καταφέρνει πάντοτε να σου ανεβάσει την διάθεση. Το soundtrack, που υπογράφουν οι Exxos, ήταν τόσο ξεχωριστό που η Virgin Records αποφάσισε να το κυκλοφορήσει με τίτλο Dune-Spice Opera.

Frankenstein (Zeppelin Games Ltd - 1992)

Ο Βαρόνος Φρανκενστάϊν δουλεύει στο εργαστήριο του. Ήρωας του παιχνιδιού είναι ο πιστός του υπηρέτης Ίγκορ από τον οποίο ο Βαρόνος ζητά διάφορα αντικείμενα. Σκοπός του είναι να συγκεντρώσει όλα όσα χρειάζονται προκειμένου να δώσει ζωή στο τέρας. Ο Ίγκορ περιπλανιέται εντός αλλά και εκτός του κάστρου, διασχίζει το δάσος και κάνει εξορμήσεις στο κοντινό χωριό. Έχει να αντιμετωπίσει σκελετούς, νυχτερίδες, φαντάσματα, χωρικούς και διάφορους άλλους αντιπάλους που μειώνουν την ζωτική του ενέργεια και κλιμακώνουν τον πανικό του που μετριέται με ένα frightometer. Όταν αυτό χτυπήσει κόκκινα, ο Ίγκορ το σκάει και χάνει μια ζωή. Από κάποιο επίπεδο και μετά, εμφανίζεται ένα χρονόμετρο και οι αποστολές πρέπει να ολοκληρώνονται εντός καθορισμένων χρονικών πλαισίων. Βασισμένο στο κλασσικό βιβλίο της Μαίρη Σέλλεϋ, το Frankenstein ήταν μια μικρή απογοήτευση. Τα γραφικά και ο ήχος δεν εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες της Amiga και απουσιάζει η απαραίτητη ατμόσφαιρα. Έχει δανειστεί στοιχεία από διάφορα παιχνίδια κι αυτό δεν θα ήταν κακό αν γινόταν σωστά. Για παράδειγμα, η περιπλάνηση στο δάσος με τα δυσοίωνα δέντρα και τα τέρατα θυμίζουν το Ghouls’N Ghosts μόνο που εκείνο διέθετε τρομερή ποικιλία κι ένα σάουντρακ που σε έστελνε αδιάβαστο. Ή κάποιες φορές, ειδικά εντός του κάστρου, σου έφερνε στο μυαλό το Jet Set Willy χωρίς όμως να πλησιάζει έστω και στο ελάχιστο την εθιστικότητά του. Αν υπάρχει κάτι που μου έχει μείνει είναι η ατάκα του Βαρόνου στον Ίγκορ: “Ίγκορ, φέρε το πτώμα” γιατί εγώ και κάποιοι άλλοι την είχαμε υιοθετήσει και την χρησιμοποιούσαμε σε διάφορες περιπτώσεις!

Bram Stoker’s Dracula (Psygnosis - 1993)

Ένα παιχνίδι που βασίζεται στην ταινία του Κόπολα που με την σειρά της βασίζεται στο βιβλίο. Υπήρχαν σημαντικές διαφορές από μηχάνημα σε μηχάνημα οπότε ξεκαθαρίζω πως θα μιλήσω για την έκδοση της Amiga. Ο δικηγόρος Τζόναθαν Χάρκερ προσπαθεί να εξοντώσει τον Κόμη σε ένα κλασσικό beat’em up που ολοκληρώνεται σε εννέα επίπεδα. Στο τέλος κάθε πίστας συγκρούεσαι με ισχυρότερα τέρατα όπως οι νύφες του Δράκουλα, ο Ρέινφιλντ κλπ. Ξεκινάς από μια ταβέρνα στην Τρανσυλβανία για να περιπλανηθείς στο κάστρο κι έπειτα σε ένα παρεκκλήσι. Η δράση στην συνέχεια μεταφέρεται στην Αγγλία, στο Hillingham House, στο Carfax Abbey και τέλος στην ψυχιατρική κλινική. Το παιχνίδι ολοκληρώνεται με την επιστροφή σου στο κάστρο του Δράκουλα όπου έρχεσαι αντιμέτωπος με τον ίδιο.

Τα γραφικά είναι αρκετά καλά, η κίνηση των sprites ομαλή και ο χειρισμός εύκολος. Μπορείς να συλλέξεις αντικείμενα που χαρίζουν έξτρα ενέργεια και ζωές κι άλλα που για μικρό χρονικό διάστημα σε βοηθούν να εξολοθρεύσεις τους αντιπάλους σου ευκολότερα. Ο ήχος και τα εφέ δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, η εισαγωγική όμως οθόνη συνοδεύεται από ένα όμορφο σάουντρακ. Η μοναδική μου ένσταση εδώ είναι πως περίμενα κάτι παραπάνω από την Psygnosis που μας είχε κακομάθει λίγα χρόνια νωρίτερα με το φοβερό Shadow of the Beast. Υπάρχουν παρόμοια παιχνίδια που δεν θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω. Κάποια που διαφοροποιούνται είναι το text-adventure Dracula και το Nosferatu the Vampyre που είναι καλτ εξαιτίας των 3D διάφανων γραφικών και της δυσοίωνης ρετρό μουσικής. Η δουλειά του Graham Stafford σε αυτό, θυμίζει εκείνη του μεγάλου Bernie Drummond (RIP) στα Head Over Heels, Batman κλπ.

Call Of Cthulhu: Shadow Of The Comet (Infogrames - 1993)

Κοσμικός τρόμος και μια ιστορία εμπνευσμένη από τα γραπτά του Χ.Φ. Λάβκραφτ. Το 1910 ο κομήτης του Χάλεϋ πλησιάζει τη Γη κι ο ρεπόρτερ Τζων Πάρκερ ζητά να τον στείλουν στην μικρή, απομονωμένη πόλη του Ίλλσμουθ. Η γεωγραφική θέση της περιοχής (κάπου στη Νέα Αγγλία) διευκολύνει την παρατήρηση του κομήτη όμως πίσω από την επιθυμία του Πάρκερ υπάρχουν άλλα κίνητρα. Το 1834, που το ουράνιο σώμα είχε κάνει ξανά το πέρασμά του, ο Λόρδος Μπολέσκιν, που βρισκόταν στην πόλη για αστρονομικές παρατηρήσεις, είχε χάσει τα λογικά του. Πέθανε σε ένα φρενοκομείο αφήνοντας πίσω του σημειώσεις με ανησυχητικούς ισχυρισμούς. Αυτούς ακριβώς θέλει να ερευνήσει ο δημοσιογράφος που φτάνει στην πόλη με μια άμαξα. Στην παραλία με φόντο έναν συννεφιασμένο ουρανό, τον υποδέχεται ο γιατρός Κόμπλ. Είναι ολόιδιος με τον Βίνσεντ Πράις και είναι φανερό πως οι δημιουργοί κλείνουν με αυτόν τον τρόπο το μάτι στο κοινό που απευθύνονται. Στην πορεία θα κάνουν την εμφάνισή τους χαρακτήρες που μοιάζουν με τον Τζακ Νίκολσον, την Μέλανι Γκρίφιθ ακόμα και με τον ίδιο τον Λάβκραφτ δίνοντας κινηματογραφική διάσταση στο όλο εγχείρημα. Ο Πάρκερ περιπλανιέται σε σκοτεινά δάση, βικτωριανές επαύλεις και σπηλιές της περιοχής, κωπηλατεί σε νησιά κι εξερευνεί φάρους προσπαθώντας να ανακαλύψει τα κρυμμένα μυστικά του Ίλλσμουθ. Στο τέλος έρχεται αντιμέτωπος με τον απόλυτο τρόμο.

Το σενάριο, τα γραφικά και η υποβλητική μουσική σε βάζουν για τα καλά στο κλίμα της ιστορίας και ο παλιομοδίτικος τρόπος χειρισμού, με πλήκτρα και κέρσορες δεν ενοχλεί καθόλου. Η δουλειά που έχει γίνει σε αυτό το adventure είναι υποδειγματική, ειδικά αν σκεφτούμε πως βγήκε μόνο για DOS λειτουργικό. Δεν υπήρξαν συμβιβασμοί στην συνολική του ποιότητα και μου κάνει εντύπωση που η Infogrames δεν φρόντισε να φτιάξει μια έκδοση για 16bit μηχανήματα. Όπως και να έχει, το Call of Cthulhu: Shadow Of The Comet παραμένει ένα από τα καλύτερα παιχνίδια που έχουν βασιστεί στην μυθολογία Κθούλου. Υπήρξαν και άλλες αξιόλογες προσπάθειες που πρέπει να αναφερθούν. Η θρυλική Infocom, ο γίγαντας των text based adventures, έβγαλε το Lurking Horror που έχει θεωρηθεί ένα από τα τρομακτικότερα παιχνίδια όλων των εποχών ενώ η Infogrames, το Alone In The Dark, το πρώτο ίσως survival horror game!

Dark Eye (Inscape - 1995)

Δεν ξέρω πώς να περιγράψω κάτι που δεν είναι παρά όνειρο μέσα σε όνειρο. Το Dark Eye είναι ένα παράξενο ταξίδι, μια δίνη του Μάελστρομ που περιστρέφεται γύρω από τα έργα και τις ημέρες του Έντγκαρ Άλλαν Πόε. Το παιχνίδι φορτώνει και η αντανάκλαση ενός θολού προσώπου στα γαλήνια νερά μιας λίμνης καταλαμβάνει την οθόνη: “…δεν είμαι τρελός και σίγουρα δεν ονειρεύομαι”. Όταν η φωνή σβήσει, εμφανίζεται ο φρενολογικός, κιτρινισμένος χάρτης ενός κρανίου που επάνω του απεικονίζονται τα παλιότερα, σωσμένα games. Στην συνέχεια βρισκόμαστε μπροστά στην πόρτα μιας έπαυλης. Όταν κάποιος από το υπηρετικό προσωπικό μας ανοίγει, μπαίνουμε στον μελαγχολικό κόσμο του παιχνιδιού. Εκεί ο πρωταγωνιστής συναντά τον θείο του Έντουιν, την ανήλικη εξαδέλφη και τον αδελφό του (που τρέφουν απαγορευμένα αισθήματα ο ένας για τον άλλο). Όταν το ανακαλύπτει ο Έντουιν αντιδρά και στο σκοτεινό σπίτι αρχίζει να ξετυλίγεται το κουβάρι ενός διαδραστικού adventure που βασίζεται σε τρία διηγήματα του Πόε: Μαρτυριάρα καρδιά, Το βαρέλι του Αμοντιλάδο και Βερενίκη.


Ιδιαίτερη και σκοτεινή ατμόσφαιρα...

Από την αρχή ακόμα αντιλαμβάνεται κανείς πως υπάρχουν άφθονες αναφορές στην ζωή του συγγραφέα. Είναι γνωστό ότι είχε παντρευτεί την 13χρονη ξαδέλφη του και πως είχε εμμονή με την ψευδο-επιστήμη της φρενολογίας. Εκτός όμως από τα βιογραφικά στοιχεία, οι άμεσες και έμμεσες νύξεις στο έργο του είναι πολλές: Η Πτώση του Οίκου των Άσερ, Η Μάσκα του Κόκκινου Θανάτου, Το Κοράκι, Άνναμπελ Λη. Το τελευταίο, που αναφέρεται στον θάνατο μιας όμορφης νεαρής γυναίκας, το απαγγέλει ο συγγραφέας Γουίλιαμ Μπάροουζ που δύο χρόνια πριν από τον θάνατό του “δάνεισε” την φωνή του στον χαρακτήρα του Έντουιν. Σκοτεινή σύμπτωση ή όχι, ο Πόε όπως και ο Μπάροουζ είχαν χάσει τις συζύγους τους πρόωρα και με τραγικό τρόπο. Το παιχνίδι είναι ιδιόρρυθμο και δεν είχε επιτυχία, ίσως γιατί δεν απευθυνόταν εξαρχής σε gamers. Για μένα είναι περισσότερο μια ατμοσφαιρική περιπλάνηση στον κόσμο του Πόε. Οι ασυνήθιστες γκροτέσκες φιγούρες και τα γραφικά, οι ψίθυροι και οι φωνές, ο υπόγειος τρόμος και η εφιαλτική του ατμόσφαιρα, εξακολουθούν να μου ασκούν μια παράξενη γοητεία. Παίξτε το ένα φθινοπωρινό απόγευμα με τα φώτα σβηστά.

I Have No Mouth, And I Must Scream (Cyberdreams - 1995)

Το I Have No Mouth, And I Must Scream είναι ένα από τα καλύτερα μετα-αποκαλυπτικά διηγήματα επιστημονικής φαντασίας. Ο λόγος είναι ότι μέσα σε μόλις δεκαπέντε σελίδες στήνεται ένα φοβερό υπόβαθρο, δίχως εκπτώσεις στην πλοκή ή στο στήσιμο των χαρακτήρων. Ο Χάρλαν Έλλισον το έγραφε επί ενάμιση χρόνο και δικαιώθηκε αφού βραβεύτηκε με Hugo. Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι τρεις υπερδυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα), εγκαθιστούν στα έγκατα της γης τρία υπολογιστικά συστήματα φοβερής ισχύος τα οποία θα διεξάγουν τις εχθροπραξίες σε περίπτωση παγκόσμιας σύρραξης. Ο σούπερ- υπολογιστής των ΗΠΑ καταφέρνει να απορροφήσει τους άλλους δύο και αποκτά τον πλήρη έλεγχο. Η τεχνητή νοημοσύνη έχει προχωρήσει σε τέτοιο σημείο που ο ΑΜ (εδώ κρύβεται ένα ενδιαφέρον λογοπαίγνιο) αποκτά αίσθηση αυτοσυντήρησης. Γνωρίζοντας πως οι άνθρωποι έχουν την δυνατότητα να περιορίσουν ή να διακόψουν την λειτουργία του, καταστρέφει τον πλανήτη. Οι πέντε επιζώντες του ολοκαυτώματος φυλακίζονται κάτω από το έδαφος και διατηρούνται στη ζωή επί 109 χρόνια. Ο λόγος είναι πως ο ΑΜ θέλει να υποφέρουν για πάντα. Προκειμένου να ικανοποιήσει τον σαδισμό του, αποφασίζει να παίξει με τον καθένα ξεχωριστά ένα παιχνίδι και σε αυτό το σημείο ξεκινά το point-and click-adventure. Ο υπολογιστής γνωρίζει το παρελθόν, τις φοβίες κι αδυναμίες όλων κι εκεί ακριβώς σκοπεύει να τους χτυπήσει.

Με τόσο καλή πρώτη ύλη, δεν θα έστεκε καμία δικαιολογία σε περίπτωση αποτυχίας. Επιστράτευσαν τον ίδιο τον συγγραφέα που, αν και αντιπαθούσε τα video games, σκέφτηκε πως αυτή θα ήταν η ευκαιρία να φτιάξει κάτι διαφορετικό μαζί με τους developers. Έγραψε τα κείμενα και δημιούργησε ένα σκοτεινό, ψυχολογικό θρίλερ τρόμου, αμφισβήτησης κι ενοχών. Η φωνή του ΑΜ είναι του ίδιου του Χάρλαν Έλλισον που πήρε το εγχείρημα προσωπικά. Το gameplay διέθετε γρίφους, ποικιλία και υποστηριζόταν από φοβερό σενάριο. Οι χαρακτήρες έχουν βάθος και είναι καλοδουλεμένοι μόνο που κατά τη γνώμη μου η συνεχής ακουστική αφήγηση καταντάει κουραστική. Εμπορικά δεν τα πήγε καλά, ίσως γιατί σε κάποιες χώρες λογοκρίθηκε μέρος του περιεχομένου του, όμως αυτό δεν μειώνει σε καμία περίπτωση την αξία του.

 

The Secret Diary of Adrian Mole Aged 13¾ (Mosaic - 1985)

Στα 13 του, ο Adrian Mole αντιμετωπίζει περισσότερα προβλήματα από αυτά που του αναλογούν -μπιμπίκια, κακή υγεία, γονείς που απειλούν να πάρουν διαζύγιο, απόρριψη της ποίησής του και πολλά ακόμη- όλα καταγράφονται στο ημερολόγιό του”.

Γύρω στο 2000 έχοντας στο μυαλό μου μια θολή ανάμνηση από την σειρά που έβλεπα μικρός στην τηλεόραση, έπεσα τυχαία επάνω στο βιβλίο της Σου Τάουνσεντ. Μέσα σε μια μέρα το διάβασα και αποφάσισα να ψάξω για τα υπόλοιπα. Τα ημερολόγιο του Άντριαν, ξεκινώντας από την ηλικία των δεκατριών, περιγράφουν τη ζωή του έως την ηλικία των τριανταεννιά. Ο ήρωας της Τάουνσεντ μεγάλωνε μαζί με την ίδια αφού γράφτηκαν από το 1982 έως το 2009 και σταμάτησαν με τον θάνατό της. Μια σπουδαία συγγραφέας, άγνωστη σχεδόν στην Ελλάδα, που άφησε πίσω της μεγάλο έργο. Η καταγραφή στο ημερολόγιο ξεκινά την Πρωτοχρονιά του 1981 και σταματά στις τρεις Απριλίου του 1982, ημέρα που αρχίζει ο πόλεμος στα νησιά Φώκλαντ. Η συγγραφέας διεισδύει μέσα από τη ματιά του Άντριαν στα καθημερινά προβλήματα με χιούμορ, ευαισθησία και μελαγχολία. Το adventure της Level 9 ακολουθεί την ίδια πορεία ενσωματώνοντας αμιγή κομμάτια του κειμένου. Είναι σαν να διαβάζεις στον υπολογιστή σου το βιβλίο, μόνο που σε κάποιο σημείο σταματά η ανάγνωση για να ξεκινήσει η δράση. Ο Άντριαν είναι υποχρεωμένος να κάνει επιλογές που μέχρι ενός σημείου επηρεάζουν τις μετέπειτα εξελίξεις. Εξαρχής δεν υπάρχει η δυνατότητα μεγάλων αποκλίσεων από το ημερολόγιο. Ένα παιχνίδι που με τον εύκολο χειρισμό και τα παιδικά, επιμελώς ατημέλητα γραφικά, “διαβάζεται” μονορούφι και αφήνει πολύ θετικές εντυπώσεις. Στο ίδιο μοτίβο είναι και το Growing Pains of Adrian Mole που είναι συνέχεια του πρώτου παιχνιδιού και βασίζεται στο δεύτερο βιβλίο με τον ίδιο τίτλο.

Tai-Pan (Ocean - 1987)

Στα τέλη του 17ου αιώνα η Κίνα ήταν ένας γίγαντας. Μια χώρα με κρατικά μονοπώλια και τεράστια παραγωγή που όμως παρέμενε απομονωμένη αδιαφορώντας για τις παγκόσμιες εξελίξεις. Η Ευρώπη είχε εισέλθει στην βιομηχανική επανάσταση και οι οικονομικοκοινωνικές  συνθήκες είχαν δημιουργήσει πανίσχυρα κράτη. Πίστευαν στο εμπόριο και στην ελεύθερη οικονομία και θεωρούσαν ακατανόητη την στάση της Κίνας. Έτσι η Αγγλία αποφάσισε να αρπάξει ότι μπορούσε κάνοντας λαθρεμπόριο οπίου. Τα εμπορικά τους φόρτωναν στην Ινδία και μέσω θαλάσσιας οδού ξεφόρτωναν το παράνομο εμπόρευμά τους στην Κίνα. Κάπως έτσι ξεκίνησε ο πρώτος Πόλεμος του Οπίου το 1839 που είχε ως αποτέλεσμα να κερδίσουν οι Άγγλοι το Χόνγκ Κόνγκ και πρόσβαση στα σημαντικότερα λιμάνια. Σε εκείνες τις ταραγμένες εποχές εκτυλίσσεται το Τάι-Παν του Τζέιμς Κλέιβελ. Ο Ντέρκ Στρούαν είναι ένας τυχοδιώκτης που οργώνει τις θάλασσες της Κίνας από μικρός. Όταν η Βρετανική Εταιρία Ανατολικών Ινδιών ανακαλεί την άδειά του, καταστρέφεται οικονομικά και σε αυτό το σημείο ξεκινά το παιχνίδι. Δανείζεσαι χρήματα, αγοράζεις ένα πλοίο και σαλπάρεις αποφασισμένος για όλα. Πηγαίνεις από λιμάνι σε λιμάνι, στρατολογείς ναύτες με τη βία, παίζεις τυχερά παιχνίδια, κάνεις εμπόριο και πειρατεία. Αν καταφέρεις να ζήσεις αρκετά, θα ξεχρεώσεις και δεν θα χάσεις το κεφάλι σου. Μπορεί να γίνεις ακόμα και Τάι-Παν δηλαδή ένας ξένος, ευγενής έμπορος με μεγάλη επιρροή και εξουσία. Το παιχνίδι ήταν πολυδιάστατο και ενδιαφέρον, διέθετε καλά γραφικά και σάουντρακ μόνο που δυστυχώς ήταν δύσκολο και δεν μπορούσε να κρατήσει τον παίκτη. Ευτυχώς για εμάς, την ίδια χρονιά βγήκε το Pirates που ήταν καλύτερο και ικανοποίησε την δίψα μας μας για λάφυρα και αίμα! Άλλα παιχνίδια που βασίστηκαν σε έργα του Κλέιβελ ήταν το Shogun (1986) της Mastertronic και το Shogun (1989) της Infocom, arcade το πρώτο και text-adventure το δεύτερο, βγήκαν στον απόηχο της επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς που πρωταγωνιστούσε ο Ρίτσαρντ Τσάμπερλειν.

Red Storm Rising (1988 - Microprose)

Βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’80 και το ψυχροπολεμικό κλίμα έχει βαρύνει. Τα δελτία ειδήσεων έχουν πάρει φωτιά  και η σύγκρουση με τη Σοβιετική Ένωση φαίνεται αναπόφευκτη. Είσαι κυβερνήτης ενός αμερικανικού πυρηνικού υποβρυχίου που περιπολεί στα βάθη της Νορβηγικής Θάλασσας κι όταν λαμβάνεις το κωδικοποιημένο σήμα στο τηλέτυπο ξέρεις ότι τα νέα δεν θα είναι καλά. Τα ρωσικά τανκς εισβάλλουν στην Γερμανία και πρέπει να αναλάβεις την πρώτη σου αποστολή. Οι δορυφόροι έχουν εντοπίσει μια αποβατική δύναμη που κατευθύνεται προς τις νορβηγικές ακτές. Την “λοκάρεις” στο ραντάρ και θέτεις τις μηχανές σου σε αθόρυβη λειτουργία. Ανεβαίνεις σε βάθος περισκοπίου και ρίχνεις τορπίλες και πυραύλους. Τα φλεγόμενα πλοία βυθίζονται στα παγωμένα νερά κι αυτή είναι μόνο η αρχή.

Το μυθιστόρημα που έγραψε ο Τομ Κλάνσυ μαζί με τον Λάρρυ Μποντ κυκλοφόρησε το 1986 και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση. Μετά τη διάσκεψη του Ρέυκιαβικ το 1986, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρήγκαν πρότεινε στην Μάργκαρετ Θάτσερ να διαβάσει το συγκεκριμένο βιβλίο γιατί πίστευε πως πρόσφερε ακριβή εικόνα των προθέσεων και της στρατηγικής της Σοβιετικής Ένωσης. Το παιχνίδι είναι εξομοιωτής υποβρυχίου, σε σενάριο τρίτου παγκοσμίου πολέμου. Διαλέγεις το επίπεδο δυσκολίας, τον τύπο του σκάφους, την χρονολογία και ξεκινάς. Οι αποστολές είναι ποικίλες: Βυθίζεις πλοία επιφανείας και υποβρύχια του εχθρικού στόλου, εξουδετερώνεις κομάντος, καταστρέφεις ναυτικές βάσεις κλπ. Ταυτόχρονα πρέπει να φροντίζεις να ανεφοδιάζεις το υποβρύχιο και να επιδιορθώνεις τις βλάβες. Η αποτελεσματικότητά σου επηρεάζει την εξέλιξη του πολέμου και στην πορεία κερδίζεις διακρίσεις και προαγωγές. Είναι ένα από τα εθιστικότερα simulation που έχω παίξει. Παίρνει λίγο χρόνο μέχρι να συνηθίσεις τις λειτουργίες όμως μετά απολαμβάνεις το gameplay και την ατμόσφαιρα στο έπακρο. Ο Τομ Κλάνσυ είχε εμπλακεί στην βιομηχανία των video games, ιδρύοντας την Red Storm Ertentainment. Tα παιχνίδια του έχουν πουλήσει εκατομμύρια κόπιες, σε βιβλία του όμως έχουν βασιστεί τα The Hunt For Red October (1987) και The Cardinal of the Cremlin (1990).

Σημείωση: Δεν είναι τυχαίο ότι πίσω από το RSR κρύβεται ο Σιντ Μέιερ. Ο πολυβραβευμένος προγραμματιστής έχει στο ενεργητικό του τα Civilization, Covert Action, F-19 Stealth Fighter, Pirates, Railroad Tycoon και πολλά ακόμα.

Micro Men (2009)

Ο Στηβ Τζομπς, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, είχε δηλώσει πως σκοπός του ήταν να βάλει έναν προσωπικό υπολογιστή σε κάθε σπίτι. Apple, Commodore, Texas Instruments κι άλλες αμερικάνικες εταιρίες είχαν θέσει αυτό τον στόχο από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, με περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένες προσπάθειες. Όλες όμως υστερούσαν στο ίδιο πράγμα· στις τιμές, που για τα δεδομένα της εποχής ήταν απαγορευτικές. Αυτά συνέβαιναν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού γιατί στην Ευρώπη και πιο συγκεκριμένα στην Μ. Βρετανία της Θάτσερ, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Οι εταιρίες προσπαθούσαν για κάτι αντίστοιχο σχεδιάζοντας οικονομικά προιόντα, επικεντρωμένες στην όσο το δυνατόν καλύτερη αναλογία ποιότητας-τιμής. Παράλληλα οι υπεύθυνοι του καναλιού ΒΒC, έχοντας αντιληφθεί τις αλλαγές που θα έφερναν οι μικρουπολογιστές στην βιομηχανία, στην οικονομία και στον τρόπο ζωής, παρήγαγαν εκπομπές σχετικού περιεχομένου. Βλέποντας την ανταπόκριση του κόσμου προχώρησαν παραπέρα. Θα έβγαζαν έναν υπολογιστή BBC, σε συνεργασία με βρετανική εταιρία, έχοντας ως απώτερο σκοπό να τον προωθήσουν όχι μόνο στην αγορά αλλά και σε όλα τα σχολεία. Οι “μνηστήρες” ήταν πολλοί όμως δύο ήταν οι κύριοι διεκδικητές: H Sinclair και η Acorn.

Με αυτή την κούρσα έχει να κάνει το τηλεοπτικό δράμα του BBC διάρκειας μιάμισης ώρας που ζωντανεύει όχι μόνο το συγκεκριμένο παρασκήνιο αλλά και το όλο κλίμα της εποχής. Περιστρέφεται κυρίως γύρω από τα έργα και τις ημέρες των Σερ Κλάιβ Σίνκλαιρ και Κρις Κάρρυ που από συνεργάτες κατέληξαν αντίπαλοι. Βλέπεται ευχάριστα, έχει πολύ χιούμορ και είναι must για όσους ενδιαφέρονται για τα home computers και την ιστορία τους. Μια φοβερή σκηνή που έχω συγκρατήσει, είναι αυτή όπου οι δύο ήρωες πίνουν μπύρες σε μια κλασσική, αγγλική παμπ -υπό την υπόκρουση των Black Sabbath- φορώντας κοστούμια και γραβάτες. Η περούκα του ηθοποιού που υποδύεται τον Σίνκλαιρ είναι ιλαροτραγική και σπάει τα κοντέρ της “καλτίλας”!

Ατάκα: “Και ξέρεις κάτι; Στο τέλος οι δρόμοι του μέλλοντος θα χαράζονται πάντα από τους ερασιτέχνες. Από έναν ήσυχο τύπο που θα ξεπροβάλει από το κουκούλι του για να δουλέψει επάνω στην ιδέα που μόνο αυτός γνωρίζει ότι πρόκειται να αλλάξει τον κόσμο”.

Black Mirror: Bandersnatch (2018)

“Bandersnatch” είναι ένα φανταστικό πλάσμα που περιγράφει ο Λιούις Κάρολ στο βιβλίο του “Η Αλίκη Μέσα από τον Καθρέφτη” όμως δεν υπάρχει σχέση μεταξύ βιβλίου και φιλμ. Πρόκειται για μια ταινία science fiction όπου ένας νεαρός προγραμματιστής, δημιουργεί ένα παιχνίδι βασισμένο σε ένα gamebook. Οι επιλογές του παίκτη διαμορφώνουν την πορεία και την κατάληξη της ιστορίας, προσφέροντας πολλαπλές εναλλακτικές. Τι γίνεται όμως όταν ο κόσμος του παιχνιδιού εισβάλλει στην πραγματικότητα επηρεάζοντας την ζωή του πρωταγωνιστή και όσων κινούνται γύρω του; Σε αυτό το φιλμ παίρνουμε μια καλή γεύση από την σκηνή των video games των αρχών της δεκαετίας του ’80 όπου το home development ήταν εξαιρετικά δημοφιλές. Πολλοί προγραμματιστές ξεκίνησαν την καριέρα τους φτιάχνοντας παιχνίδια στο σπίτι προκειμένου να τα πουλήσουν είτε σε μεγάλα software houses είτε μόνοι τους μέσω ταχυδρομείου. Αρκετοί έκαναν καριέρα στον χώρο ιδρύοντας τις δικές τους εταιρίες ανάπτυξης λογισμικού.

Παράλληλα σύμπαντα, εναλλακτικές πραγματικότητες, μπάφοι και παραισθησιογόνα, μουσική της εποχής (1984) και σκοτεινό κλίμα. Μου έφερε στο μυαλό το Donnie Darko, όσοι το δουν θα εντοπίσουν αρκετές ομοιότητες, όμως εν τέλει πρόκειται για πολύ διαφορετικά φρούτα. Μια ατμοσφαιρική ταινία με ασυνήθιστο σενάριο που όμως δεν είναι για όλα τα γούστα. Εγώ πάντως την απόλαυσα.

Ατάκα: “O κόσμος νομίζει ότι υπάρχει μία πραγματικότητα αλλά υπάρχουν πολλές, απλώνονται σαν ρίζες. Αυτά που κάνουμε σε ένα μονοπάτι, επηρεάζουν το τι συμβαίνει στα άλλα. Ο χρόνος είναι ένα κατασκεύασμα”.

Σημείωση: Μπορείτε να πάρετε μια ιδέα για το τι εστί home development, παρακολουθώντας το ντοκιμαντέρ From Bedrooms to Billions ή αν είστε νοσταλγοί του Spectrum το Memoirs of a Spectrum Addict. Το τελευταίο το γύρισε ο συγγραφέας τρόμου κι επιστημονικής φαντασίας Άντι Ρέμιτς, ο οποίος ήταν λάτρης εκείνης της εποχής. Πιστός στην DIY νοοτροπία επιμελήθηκε την συσκευασία και το διέθεσε ο ίδιος. Δυστυχώς “έφυγε” πρόσφατα, RIP.

Tetris (2023)

Ένα φιλμ για το δημοφιλέστερο ίσως παιχνίδι όλων των εποχών. Δεν νομίζω πως υπάρχει χρήστης υπολογιστή ή gamer που να μην το έχει παίξει έστω και μια φορά στη ζωή του. Έχουν πουληθεί πάνω από μισό δισεκατομμύριο κόπιες κι αν λάβουμε υπόψη μας τον ανυπολόγιστο αριθμό αντιγραφών, τα νούμερα είναι ιλιγγιώδη. Πίσω όμως από την επιτυχία του κρύβεται ένα φοβερό παρασκήνιο το οποίο αποκαλύπτεται σε αυτή την ταινία. Ο Ρώσος προγραμματιστής Αλεξέι Παζίτνοφ το δημιούργησε το 1985, εποχή που το σιδηρούν παραπέτασμα υπήρχε ακόμα και τα σύνορα ήταν κλειστά. Το παιχνίδι βγήκε μόνο στη ρωσική αγορά όμως πολλές δυτικές εταιρίες αντιλαμβανόμενες την εθιστικότητα και τη δυναμική του, θέλησαν να αποκτήσουν τα δικαιώματα ώστε να το κυκλοφορήσουν σε ολόκληρο τον κόσμο. Μοιραία ήρθαν αντιμέτωπες με τη σοβιετική γραφειοκρατία κι έτσι ξεκινάει η ιστορία. Όλοι διεκδικούν το Tetris για λογαριασμό τους και στο παιχνίδι εμπλέκονται διεφθαρμένοι αξιωματούχοι, πράκτορες, γιαπωνέζοι και βρετανοί επιχειρηματίες, ο Χενκ Ροτζερς- Ολλανδός game designer- και πολλοί ακόμα. Η ταινία είναι καλογυρισμένη, ευχάριστη και διαθέτει αρκετά ξεκαρδιστικά απρόοπτα. Το σάουντρακ απαρτίζεται από επιτυχίες των 80’s που έχουν διασκευαστεί στα ρώσικα (!) και τα γραφικά που εμφανίζονται σε διάφορα σημεία της ταινίας θυμίζουν video games της εποχής. Όταν πέφτουν οι τίτλοι τέλους, συνειδητοποιείς πως έχουν περάσει δύο ώρες σαν να ήταν δέκα λεπτά.

Σκηνή: Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ έχει παραιτηθεί και μια τηλεόραση δείχνει την κόκκινη σημαία να κατεβαίνει από το Κρεμλίνο.

Ατάκα:
“-Είναι καλά ή κακά νέα;

-Μάλλον και τα δύο!